Tag Archives: Ταλιμπάν

Ρωσικό φλερτ προς Ταλιμπάν

Μετά το άνοιγμα επαφών με μια σημαντική μειονότητα του Αφγανιστάν, τους Ουζμπέκους, μέσω συμμετέχοντα στην κυβέρνηση της Καμπούλ (βλ.εδώ), και τηνμέσω Ιράν απόπειρα «υιοθεσίας» της τρίτης εθνικής συνιστώσας, των σιιτών Χαζάρων, ήρθε η ώρα για τη Ρωσία να εκμεταλλευτεί τις αντιθέσεις και εντός των Ταλιμπάν, και να πατήσει και με τα δύο πόδια ξανά στο Αφγανιστάν, περιορίζοντας αντικειμενικά το ρόλο των αμερικάνων και αχρηστεύοντας περιφερειακές συνεννοήσεις με αντιρωσική αιχμή (βλ.εδώ).

Το Ισλαμικό Κράτος αποτελεί τη δικαιολογία για τη Ρωσία για να παρέμβει για άλλη μια φορά: μετά τη Συρία, άλλωστε, σχετικές προτάσεις διατυπώνονται και από το Ιράκ, αλλά και από τμήμα της Λιβύης , οι οποίες δεν απορρίπτονται (αποκαλύπτοντας έτσι ότι, τελικά, η ρωσική αποχή στον ΟΗΕ το 2011 που επέτρεψε τους αμερικανογαλλικούς βομβαρδισμούς, ίσως να μην ήταν ένα πρωτοφανές για τη ρωσική διπλωματία λάθος, αλλά μάλλον λόγος για να ακυρωθεί και η τελευταία -και πιο συγκεκριμένη- πρόταση για παναφρικανική-αντιιμπεριαλιστική ενότητα, χωρίς να “καρφωθεί” η ίδια στα μάτια των αφρικανών).

Έτσι, για άλλη μια φορά, αποδεικνύεται πως ο δημιουργός και χρηματοδότης ομάδων όπως το Ισλαμικό Κράτος δεν είναι και αυτός που τις αξιοποιεί αποκλειστικά. Εξάλλου, φανερώνεται η μηδαμινή αξία ισχυρισμών όπως ότι “ο Πούτιν είναι ο προστάτης του ανθρώπινου πολιτισμού έναντι της βαρβαρότητας”, ισχυρισμών που βρίσκουν ευήκοα ώτα και στην προοδευτική ανθρωπότητα, λόγω των συναισθημάτων που προκαλεί η ωμότητα των τέκνων των ΗΠΑ. Συναισθημάτων, όμως, τα οποία επ’ουδενί δεν πρέπει να καθορίζουν την κρίση μας και την πολιτική μας πρόταση.

***

Τα συμφέροντα της Ρωσίας και των Ταλιμπάν στον αγώνα ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος στο Αφγανιστάν αντικειμενικά συμπίπτουν

Ο ειδικός απεσταλμένος του Προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας για το Αφγανιστάν και Επικεφαλής Τμήματος (σ.parapoda: του Β’ Τμήματος Ασίας) του Υπουργείου Εξωτερικών Ζαμίρ Καμπούλοφ, σε συνέντευξή του στο πρακτορείο Ίντερφαξ, δήλωσε ότι τα συμφέροντα του κινήματος των “Ταλιμπάν” στον αγώνα ενάντια στο ΙΚ αντικειμενικά συμπίπτουν με τα ρωσικά. Επιπρόσθετα, οι Ταλιμπάν σήμερα δρουν κυρίως ως εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα. Οι Αμερικάνοι για αυτούς είναι παράνομοι εισβολείς που απειλούν τις πολιτισμικές και εθνικές παραδόσεις. Βάσει αυτού, θα πρέπει να αναθεωρήσουμε τις σχέσεις με το κίνημα, όχι μόνο για την καταπολέμηση του ΙΚ (μια τρομοκρατική οργάνωση στη Ρωσία), αλλά και σε πληθώρα άλλων ζητημάτων.

241215_Taliban_620

Τα συμφέροντα των Ταλιμπάν και χωρίς κίνητρα, αντικειμενικά, συμπίπτουν με τα δικά μας. Εγώ ήδη στο παρελθόν έχω μιλήσει περί της ύπαρξης καναλιών επικοινωνίας μεταξύ ημών και των Ταλιμπάν για την ανταλλαγή πληροφοριών. Επισημαίνω ότι εμείς είμαστε υπέρ μιας πολιτικής διευθέτησης. Εμείς θα θέλαμε η κυβέρνηση του Αφγανιστάν με αυτούς που την αντιπολιτεύονται, ακόμα και ενόπλως, να συμφωνήσουν να συζητήσουν, χωρίς αιματοχυσία, και να καταλήξουν σε συμβιβασμό. Και προς αυτό, πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη την υπάρχουσα απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ”, ανέφερε ο Καμπούλοφ.

Πρόσθεσε ότι σήμερα οι Ταλιμπάν, στην πράξη, στέκονται σε αντιστοιχία με τα ρωσικά συμφέροντα, και είναι πιο αποτελεσματικοί σε σχέση με τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό που θεωρείται ότι πολεμά το ΙΚ στη Συριακή Αραβική Δημοκρατία.

Σε σχέση με τις δράσεις της αεροπορίας μας, προκαλούν εξαιρετικά λιγότερη σύγχυση από όση ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός. Όμως το Αφγανιστάν δεν είναι Συρία, και εδώ η αεροπορία μας δεν θα μπορούσε να έχει αποτέλεσμα. Οι Ταλιμπάν, και χωρίς καν τις συμβουλές μας, πολεμούν, γιατί αισθάνονται ότι το ΙΚ προσπαθεί, όπως η Αλ Κάιντα στην εποχή της, να τους χρησιμοποιήσει για υπερεθνικούς σκοπούς, για χαλιφάτα, για παγκόσμιο τζιχάντ. Οι Ταλιμπάν αυτό το αισθάνθηκαν, για αυτό και ήδη έχουν προβεί σε σοβαρά πλήγματα κατά του ΙΚ. Και οι Αφγανοί Ταλιμπάν και οι Πακιστανοί…έχουν πει ότι δεν αναγνωρίζουν τον χαλίφη Αλ Μπαγντάντι, δεν αναγνωρίζουν το ΙΚ”, υπογράμμισε ο Καμπούλοφ.

Επέκρινε τη δράση των στρατευμάτων των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν, ιδιαίτερα την αναποτελεσματικότητα της σημερινής ΝΑΤΟϊκής αποστολής εκπαίδευσης. Κατά τον Καμπούλοφ, οι Αμερικάνοι αλλάζουν στρατηγική, όμως ήδη τα έχουν κάνει χάλια στο Αφγανιστάν. “Όταν όλοι οι Ταλιμπάν είχαν εκδιωχτεί το 2001 – είπε ο διπλωμάτης – το επίπεδο των τρομοκρατικών δραστηριοτήτων είχε σχεδόν μηδενιστεί, όμως τώρα, ως αποτέλεσμα της μαζικής παρουσίας των αμερικάνων, έχουμε μια στρατηγική απειλή, που περιλαμβάνει εμάς μακροπρόθεσμα, την Κίνα, την Ινδία, την Κεντρική Ασία, το Ιράν”.

Ας θυμήσουμε ότι μετά την έναρξη των αγγλοαμερικανικών πολεμικών επιχειρήσεων εναντίον των Ταλιμπάν το φθινόπωρο του 2001, εκπρόσωποι των Ταλιμπάν ήρθαν σε επικοινωνία με συνοριακούς μας φρουρούς και εξ ονόματος του Μουλά Ομάρ πρότειναν να ενωθούμε στον αγώνα ενάντια στην αμερικανική επίθεση. Η Ρωσία τότε είχε αρνηθεί, και προς ευχαρίστηση της Ουάσινγκτον καταχώρισε το κίνημα στη λίστα των εκτός νόμου οργανώσεων. Οι ίδιες οι ΗΠΑ δεν έκαναν κάτι τέτοιο. Σήμερα, είναι προφανές πως είναι απαραίτητη η αναθεώρηση αυτής της πολιτικής: χωρίς τους Ταλιμπάν, η οποίοι βασίζονται στην πλειοψηφία των Παστούν, η επιστροφή στην περιοχή δεν θα πετύχει.

Προπέτασμα συνομιλιών

Ήδη, χωρίς τη Μόσχα, οι Ταλιμπάν άρχισαν να επιστρέφουν σε νόμιμο πεδίο δράσης. Ως αποτέλεσμα σειράς συναντήσεων του Αφγανού προέδρου Ασράφ Γάνι με επίσημους αξιωματούχους των ΗΠΑ, της Κίνας και του Πακιστάν, ελήφθη η απόφαση περί αναβίωσης των συνομιλιών ανάμεσα σε αξιωματούχους της κυβέρνησης και ηγέτες του κινήματος. Ωστόσο, στο ίδιο το Αφγανιστάν πολλοί λένε πως οι εκκινητές της διαδικασίας ειρήνευσης, υπό το πρόσχημα των διαπραγματεύσεων, επιθυμούν να πάρουν ένα τάιμ-άουτ, ώστε την άνοιξη να προκαλέσουν ανατροπή στην Καμπούλ.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η μη συμμετοχή της Μόσχας στις συνομιλίες μεταξύ Καμπούλ και Κέττα (σ.parapoda: πρωτεύουσα του Βαλουχιστάν στο Πακιστάν και θεωρούμενη ως έδρα του ανώτατου Συμβουλίου των Ταλιμπάν) είναι δυνατό να επιδράσει αρνητικά στην ασφάλεια των χωρών-μελών του Οργανισμού του Συμφώνου Συλλογικής Ασφάλειας CSTO (σ.parapoda: αναβαθμίστηκε σε οργανισμό το 2002, με τη συμμετοχή της Αρμενίας, της Λευκορωσίας, του Καζακστάν, της Κιργιζίας, του Τατζικιστάν και της Ρωσίας και παρατηρητές το Αφγανιστάν και τη Σερβία), οι οποίες συνορεύουν με το Αφγανισταν. Η απουσία εκπροσώπων της Ρωσικής Ομοσπονδίας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αποκλείει την υλοποίηση και προώθηση των δικών της συμφερόντων στην περιοχή και δίνει λευκή επιταγή στις ΗΠΑ και την Κίνα, με τη στήριξη στην παράνομη κυβέρνηση Γάνι – Αμπντουλά.

Μπορεί κανείς να διαπιστώσει ότι η επιστροφή της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην περιοχή πρέπει να γίνει με παράκαμψη της Καμπούλ, η οποία δεν είναι σε θέση να επιλύσει την κρίση, και μέσω της Κέττα, η οποία είναι έτοιμη για μια ανεξάρτητη πολιτική, αν όχι άμεσα, τουλάχιστον με την ένταξή της στο νόμιμο πολιτικό βίο. Μετά τη δήλωση Καμπούλοφ για θετικές τάσεις στις σχέσεις της Ρωσίας με το κίνημα και, το σημαντικότερο, με την κατανόηση της αναγκαιότητας για τέτοιες σχέσεις, είναι λογικό να πιστεύει κανείς πως η Μόσχα τελικά άρχισε να έχει τη δική της γραμμή στη στρατηγικά σημαντική περιοχή.

Χωρίς τους Ταλιμπάν δεν υπάρχει Αφγανιστάν

Ο ειδικευμένος σε θέματα Μέσης Ανατολής και Κεντρικής Ασίας καθηγητής Αλεξάντερ Κνιάζεφ τόνισε στο “Russian Planet”, ότι η δήλωση Καμπούλοφ για σύμπτωση συμφερόντων Ταλιμπάν και Ρωσίας στον αγώνα κατά του ΙΚ προκάλεσε διάφορες και αντιφατικές αντιδράσεις. Όμως η απόφαση είχε ωριμάσει εδώ και καιρό και θα συνιστά μια σημαντική εξέλιξη για την αφγανική πολιτική της Ρωσικής Ομοσπονδίας, αν οι υποδείξεις Καμπούλοφ πράγματι υλοποιηθούν.

Μεγάλη σημασία έχει η ακόλουθη εκτίμηση: “Οι Ταλιμπάν σήμερα στις μάζες τους δρουν κυρίως ως εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα. Για αυτούς, οι αμερικάνοι είναι κατακτητές, οι οποίο παράνομα κατέχουν την πατρίδα τους, απειλώντας τις πολιτισμικές και θρησκευτικές τους παραδόσεις”. Το πολιτικό έδαφος της χώρας είναι εξαιρετικά θρυμματισμένο. Και μια τέτοια θέση σημαίνει πως η ρωσική πολιτική στο Αφγανιστάν θα πρέπει να κινηθεί από την ύπαρξη τυπικών και παθητικών σχέσεων μόνο με την επίσημη κυβέρνηση της Καμπούλ σε πληθώρα επαφών με διάφορες πολιτικές δυνάμεις στη χώρα, πολλές από τις οποίες, στην πραγματικότητα, έχουν μεγαλύτερη δύναμη από την κυβέρνηση και τον πρόεδρο στην Καμπούλ που ήδη, εδώ και ένα χρόνο, είναι παράνομοι”, δήλωσε ο ακαδημαϊκός.

Σύμφωνα με αυτόν, η σημαντικότερη από αυτές τις δυνάμεις είναι οι Ταλιμπάν. Υπάρχει όμως ένα τυπικό-νομικό εμπόδιο: έχουμε το κίνημα στη λίστα των εκτός νόμου εξτρεμιστικών και τρομοκρατικών ομάδων, όμως η απαγόρευση θα πρέπει να αναθεωρηθεί, με μια διαφοροποιημένη προσέγγιση. Αυτό το μη ενιαίο κίνημα, και χωρίς καν την οποιαδήποτε ρωσική συμμετοχή, βρίσκεται σε κατάσταση διάσπασης. Ταυτόχρονα, υπάρχουν δυνάμεις που μπορούν να εργαστούν δημιουργικά στο νόμιμο πολιτικό στίβο, και η κυβέρνηση της Καμπούλ ήδη έχει προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις μαζί τους για το σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας.

241215_Taliban_vrez

Αξίζει να αναφερθεί ότι η απόφαση απαγόρευσης των Ταλιμπάν ελήφθη βάσει των συναισθημάτων που προκλήθηκαν από την 11η Σεπτεμβρίου 2001. Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν υπάρχει οποιαδήποτε απόδειξη που να επιβεβαιώνει την ανάμειξη των Ταλιμπάν στα γεγονότα εκείνης της ημέρας και του Αφγανιστάν συνολικά. Τώρα, είναι ξεκάθαρο πως αυτό ήταν απλώς ένα πρόσχημα για να καταλάβουν οι αμερικανοί το Αφγανιστάν. Ήρθε ο καιρός να αλλάξουμε ιστορική κρίση για το θέμα. Στις τάξεις των Ταλιμπάν υπάρχει η ομάδα της εθνοφυλετικής και θρησκευτικής ελίτ των Παστούν, η οποία φιλοδοξεί να συμμετάσχει στην εξουσία και η οποία έχει μεγάλη δύναμη. Χωρίς επίλυση αυτών των προβλημάτων στο Αφγανιστάν δεν θα δημιουργηθεί κανένα ανθεκτικό πολιτικό και διοικητικό σύστημα”, ανέφερε ο Αλεξάντρ Κνιάζεφ.

Και υπογράμμισε: ένα από τα δυσκολότερα ζητήματα είναι η σχέση αυτού του τμήματος της ελίτ των Παστούν με τους εκλογείς που ανήκουν σε μη Παστούν κοινότητες του Αφγανιστάν, κυρίως Τατζίκους και Χαζάρους. Αυτό απαιτεί συμβιβασμούς σε αυτό τον τομέα. Η σύγκρουση στο Αφγανιστάν είναι σε μεγάλο βαθμό εθνική, για αυτό, η αγνόηση των συμφερόντων των ελίτ των μη Παστούν είναι απαράδεκτη. Οι προσπάθειες για αγνόηση αυτών και η συνέχιση της Παστουνοποίησης των κυβερνητικών οργανισμών είναι, μεταξύ άλλων, και ένας από τους λόγους για την αδυναμία της σημερινής κυβέρνησης της Καμπούλ. Ο Κνιάζεφ δήλωσε πως, παρά την εγκαθίδρυση σχέσεων με την Καμπούλ, ας μην ξεχνάμε ότι και ο Πρόεδρος Γάνι και ο επικεφαλής της κυβέρνησης Αμπντουλά Αμπντουλά δεν βρίσκονται νόμιμα στη θέση τους, ήδη από τον Οκτώβρη του 2014, για αυτό οποιαδήποτε αναφορά σε “νόμιμη κυβέρνηση” εγείρει αμφιβολίες.

Ταυτόχρονα, δεν μπορούμε να επικοινωνούμε με τους Ταλιμπάν περιστασιακά και μόνο για την αντιμετώπιση της διάδοσης του Ισλαμικού Κράτους. Το ΙΚ στο Αφγανιστάν είναι στεριωμένο τοπικά. Πολύ πιο σημαντικό είναι να διασφαλίσουμε ότι, παράλληλα, οι ικανές για πολιτικό διάλογο δυνάμεις στους Ταλιμπάν να συμπεριληφθούν στην όλη πολιτική διαδικασία”, συνόψισε ο Κνιάζεφ.

*Το κείμενο στα ρωσικά: http://rusplt.ru/society/moskva-dogovoritsya-s-talibanom-20492.html

*Η συνέντευξη του Καμπούλοφ στο Ίντερφαξ: http://www.interfax.ru/interview/486757

*Για περισσότερα για τις σημερινές αντιθέσεις στο κίνημα των Ταλιμπάν και την αλληλεπίδρασή του με το Ισλαμικό Κράτος βλέπε εδώ (το δεύτερο μέρος)

Για τα 50 χρόνια του κομμουνιστικού (μ-λ) κινήματος του Αφγανιστάν & τις σημερινές εσωτερικές και περιφερειακές αντιθέσεις

Για τα 50 χρόνια κομμουνιστικού κινήματος στο Αφγανιστάν

Ας γιορτάσουμε την 50 επέτειο της ίδρυσης του κομμουνιστικού (μαρξιστικού-λενινιστικού-μαοϊκού) και του νεοδημοκρατικού κινήματος του Αφγανιστάν για την ισχυροποίηση των σημερινών κομμουνιστικών και νεοδημοκρατικών αγώνων στη χώρα!

Με την ίδρυση της Προοδευτικής Οργάνωσης Νεολαίας (ΡΥΟ) στις 4 Οκτώβρη 1965, στη βάση μιας μαρξιστικής-λενινιστικής-μαοϊκής (τότε Σκέψης Μαο Τσε Τουνγκ) γραμμής με προσανατολισμό ενάντια στους ιμπεριαλιστές, τους σοσιαλιμπεριαλιστές και τους αντιδραστικούς, και υπό την ηγεσία του συντρόφου Άκραμ Γιάρι, γεννήθηκε το κομμουνιστικό και νεοδημοκρατικό κίνημα του Αφγανιστάν. Χάρη στην πολιτική γραμμή αρχών της ΡΥΟ και στο εγχώριο και διεθνές περιβάλλον, το νεοδημοκρατικό κίνημα υπό την ηγεσία της ΡΥΟ έγινε το πιο πλατύ πολιτικό κίνημα στη χώρα, κινητοποιώντας δεκάδες χιλιάδες επαναστάτες και επαναστάτριες, φοιτητές, δασκάλους, συγγραφείς, εργάτες και άλλες εκμεταλλευόμενες μάζες από όλες τις εθνικότητες, στους αγώνες ενάντια στους αντιδραστικούς, τους ιμπεριαλιστές και τους σοσιαλιμπεριαλιστές: έτσι άνθισε το μαοϊκό κομμουνιστικό κίνημα στη χώρα.

Photo_of_Akram_Yari

Ο Ακράμ Γιάρι, ηγετική φυσιογνωμία του αφγανικού μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος

Το Shola Jawid ήταν το όνομα του εντύπου που προπαγάνδιζε τις νεοδημοκρατικές ιδέες: ιδρύθηκε από την ΡΥΟ και άλλες δύο προοδευτικές ομάδες, αρχίζοντας την έκδοσή του δύο χρόνια μετά τη δημιουργία της ΡΥΟ το 1967. Χάρη στον κρίσιμο ρόλο που αυτό το έντυπο έπαιξε στην επέκταση και τη διάδοση του κινήματος, το ίδιο το κίνημα έγινε γνωστό ως Shola Jawid. Παρότι μόλις 11 τεύχη εκδόθηκαν, αφού ακολούθως λογοκρίθηκε από την αντιδραστική μοναρχία του Ζαχίρ Σαχ, ακόμα και η περιορισμένη έκδοσή του έπαιξε ένα σημαντικό ιστορικό ρόλο στην επέκταση του νεοδημοκρατικού κινήματος.

Αναμφίβολα, η ΡΥΟ και το κίνημα Shola Jawid, όντας νεανικό και χωρίς εμπειρία, δεν ήταν χωρίς ελλείψεις και αδυναμίες: σίγουρα χρειαζόταν βελτιώσεις και να εξελιχθεί. Δυστυχώς, οι εσωτερικές αδυναμίες της ΡΥΟ, μαζί με μια αυξανόμενα δυσμενή εθνική και διεθνή κατάσταση, συνέτεινε στο να μη μπορεί να αναπτυχθεί και να εξελιχθεί αυτό το κίνημα. Μετά από μια σύντομη περίοδο που ακολούθησε την αρχική του άνθιση, οδηγήθηκε στην κατάρρευση και τη διάλυση.

Η απαγόρευση του Shola Jawid και η καταστολή των διαδηλώσεων του 1968 από τις κατασταλτικές δυνάμεις του αντιδραστικού κράτους υπό το Ζαχίρ Σαχ, καθώς και η σύλληψη και φυλάκιση μεγάλου αριθμού ηγετών της ΡΥΟ και του κινήματος, όχι μόνο συνέβαλε στην πρώτη διάσπαση του κινήματος Shola Jawid, αλλά και προκάλεσε μεγαλύτερα αρνητικά φαινόμενα. Εντός της ΡΥΟ προέκυψαν πολιτικοϊδεολογικές γραμμές διαφορετικές εκείνης του ιδρυτή της (Άκραμ Γιάρι) και, συνεπώς, αναπτύχθηκαν πάλεις δύο γραμμών εντός της οργάνωσης. Αυτές δεν ήταν πάλεις που ανέπτυσσαν και δυνάμωναν την οργάνωση, αλλά συνέβαλαν στην κατάρρευσή της, αρνητικά επιδρώντας σε όλο το κίνημα.

shola jawid

Από πρωτοσέλιδο του Shola Jawid

Μετά την απόσυρση του σ. Άκραμ Γιάρι από την ενεργό πολιτική δράση λόγω σοβαρής ασθένειας, πολιτικές γραμμές παρέκκλισης επικράτησαν στην οργάνωση. Αυτές οι πολιτικές γραμμές, όχι μόνο δημιούργησαν τη βάση για διασπάσεις της ΡΥΟ, αλλά επίσης διευκόλυναν τη διάσπαση του ευρύτερου κινήματος. Έτσι, η κύρια γραμμή παρέκκλισης, η οποία μετά εξελίχθηκε σε ολοκληρωμένο ρεβιζιονισμό και συνθηκολόγηση (και την οποία καποιοι συνεχίζουν να ακολουθούν), οδήγησε σε μια σημαντική διάσπαση της αρχικής οργάνωσης και του κινήματος, ωθώντας ολόκληρο το κομμουνιστικό και νεοδημοκρατικό κίνημα στο διασκορπισμό- μια κίνηση προς ρεβιζιονιστικές γραμμές και γραμμές εθνικής και ταξικής συνθηκολόγησης.

Η κυριαρχία των ρεβιζιονιστικών συνθηκόλογων και παρεκκλίνουσων γραμμών στο διαλυμένο σώμα του κομμουνιστικού και νεοδημοκρατικού κινήματος του Αφγανιστάν διήρκεσε πάνω από μιάμιση δεκαετία (σχεδόν όλη τη δεκαετία του ’70 και το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’80). Επομένως, το κίνημα δεν μπόρεσε να αποτρέψει τα δύο υποστηριζόμενα από τους σοβιετικούς πραξικοπήματα – το πρώτο το 1972 από το Σαρντάρ Ντάουντ, και το δεύτερο από τη συμμορία των ρεβιζιονιστών σατράπηδων των σοβιετικών σοσιαλιμπεριαλιστών (το Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα Αφγανιστάν [ΛΔΚΑ]) – και στον αγώνα ενάντια στο πραξικοπηματικό καθεστώς και τη σοσιαλιμπεριαλιστική κατοχή υιοθέτησε μια χωρίς αρχές και εσφαλμένη πολιτική και στρατιωτική τακτική και στρατηγική.

Ως αποτέλεσμα, και παρά το γεγονός ότι το κομμουνιστικό και νεοδημοκρατικό κίνημα θυσίασε δεκάδες χιλιάδες ηγετών, στελεχών, οργανωτών και μαζών υπό την ηγεσία του, κατά τη σύγκρουση με – εξαρτώμενες από τους δυτικούς ιμπεριαλιστές και αντιδραστικές περιφερειακές δυνάμεις – αντιδραστικές δυνάμεις, δεν μπόρεσε να επεκτείνει και να αναπτύξει αυτούς τους αγώνες στο δρόμο της νεοδημοκρατικής επανάστασης. Αντίθετα, υπέστη πικρές ήττες, τα αρνητικά αποτελέσματα των οποίων είναι ακόμα αισθητά και βαριά.

Σε αυτή τη μιάμιση δεκαετία, η βάσει αρχών κομμουνιστική και νεοδημοκρατική γραμμή δεν είχε μια ξεκάθαρη έκφραση και παρουσία: δεν αποτελούσε πρόκληση για τις παρεκκλίνουσες, συνθηκόλογες και ρεβιζιονιστικές πολιτικές γραμμές. Οι σοβαρές ιδεολογικές, πολιτικές και οργανωτικές αδυναμίες, μαζί με ένα χαμηλό θεωρητικό επίπεδο των υπολειμμάτων και των υποστηρικτών του βάσει αρχών κομμουνιστικού και νεοδημοκρατικού κινήματος στα μέσα της δεκαετίας του ’80 ήταν εμφανείς, ευνοώντας έτσι την κυριαρχία των συνθηκόλογων και ρεβιζιονιστικών γραμμών επί του διαλυμένου σώματος του κινήματος.

shula-e-ha-dar dehmazang

Μέλη του Shola Jawid στη φυλακή Dehmazang στην Καμπούλ. Όρθιοι αριστερά προς τα δεξιά: δρ. Αμπντουλάχ Μαχμούντι, Μούντταραμπ Μπάχταρι (Ισχάκ Ναγκάργκαρ), Κάσιμ Ουάχιμπ, Αμπντουλάχ Ρασταχίζ, άγνωστος, δρ.Σαΐφ Α’Ραχμάν Μαχμούντι, δρ. Ααδίμ Μαχμούντι. Καθιστοί, αριστερά προς τα δεξιά: δρ. Ραχίμ Μαχμούντι, μηχ. Μουχάμαντ Οθμάν (είχε σπουδάσει στην Κίνα), δρ.Χάντι Μαχμούντι, δρ. Άιν Άλι Μπανιάντ. 

Στη βάση της ήττας των γραμμών της παρέκκλισης, του ρεβιζιονισμού, και της ταξικής και της εθνικής συνθηκολόγησης- και χάρη στη σχετική ανάπτυξη του κομμουνιστικού κινήματος στις νέες διεθνείς ευνοϊκές συνθήκες, με τις προσπάθειες των κομμάτων και οργανώσεων που βρίσκονταν στις τάξεις του Επαναστατικού Διεθνιστικού Κινήματος (RIM)– προέκυψαν στο Αφγανιστάν οι πρώτες ομαδοποιήσεις ενός κομμουνιστικού κινήματος στη βάση αρχών. Η εμφάνιση τέτοιων ομάδων και κινημάτων, η οποία ήταν η ξεκάθαρη έκφραση μιας κομμουνιστικής γραμμής αρχών, όχι μόνο αναδημιούργησε το κομμουνιστικό και νεοδημοκρατικό κίνημα στο Αφγανιστάν, αλλά επανενεργοποίησε και βελτίωσε την πολιτική γραμμή του ιδρυτή μας στη νέα ντόπια και διεθνή κατάσταση ενάντια στον ιμπεριαλισμό και την αντίδραση, και επίσης ενάντια στην κυριαρχία των παραπάνω εσφαλμένων γραμμών που υπήρχαν σε διάφορα τμήματα του κινήματος.

Οι παρεκκλίνοντες, οι ρεβιζιονιστές και οι συνθηκολόγοι, οι οποίοι πίστευαν ότι θα είναι μόνιμη και αναμφισβήτητη η κυριαρχία τους σε όλα τα τμήματα του κινήματος, και οι οποίοι πίστευαν ότι η γραμμή με αρχές που είχε διατυπωθεί από τον ιδρυτή του κινήματος, έπρεπε να εγκαταλειφθεί, θεώρησαν τα νέα συνθήματα και τις θέσεις του νέου κομμουνιστικού κινήματος ως τουφεκιές στον αέρα. Ωστόσο, αυτή η νέα πρωτοβουλία μεγάλωσε και επεκτάθηκε, και αποτέλεσε την έκφραση μιας στάσης αρχών και συνθημάτων ενάντια στους σοσιαλιμπεριαλιστές κατακτητές και τους σατράπηδές τους, ενάντια στην εξουσία των αντιδραστικών τζιχαντιστών και το βάρβαρο εμφύλιο πόλεμό τους, και ενάντια στο αντιδραστικό, καταπιεστικό και αρχαϊκό εμιράτο των Ταλιμπάν. Επίσης, το κίνημα αυτό στάθηκε εξαρχής ενάντιο στην εισβολή και κατοχή των αμερικανών ιμπεριαλιστών, αντιτιθέμενο στους συμμάχους τους σε όλο το Αφγανιστάν όπως και στο καθεστώς αχυρανθρώπων που εγκαθιδρύθηκε. Το κίνημα ήταν ο μόνος κομμουνιστικός σχηματισμός- ο μόνος μη αντιδραστικός εκπρόσωπος των επαναστατημένων ανθρώπων – που υποστήριζε την εθνική αντίσταση ενάντια στους κατακτητές και το καθεστώς αχυρανθρώπων.

131226113439_majid_kalakani_224x280_bbc_nocredit131226113810_qaium_rahbar_224x280_bbc_nocredit

Ο Ματζίντ Καλακάνι (1939 – 1980) και ο αδερφός του Αμπντούλ Καϊούμ Ράχμπαρ (1942 – 1990), ο οποίος τον διαδέχτηκε, μετά τον θάνατό του πρώτου από δυνάμεις του Αμίν, στην ηγεσία της Απελευθερωτικής Οργάνωσης του Αφγανικού Λαού (SAMA), που προήλθε από τη Shola Jawid, και ο οποίος, με τη σειρά του, δολοφονήθηκε στην Πεσαβάρ από το Ισλαμικό Κόμμα.

Παρότι οι παλιοί ρεβιζιονιστές- πιεζόμενοι από τις υποκειμενικές και αντικειμενικές συνθήκες της χώρας, την παγκόσμια κοινή γνώμη, και την επέκταση των μαζικών αγώνων και της αντίστασης στους κατακτητές και το καθεστώς αχυρανθρώπων- σταδιακά απομακρύνθηκαν από την ανοιχτή συνθηκολόγηση που προηγουμένως επιδείκνυαν- και ενίοτε, σε περιορισμένο βαθμό, έπαιρναν στάση ενάντια στους ιμπεριαλιστές κατακτητές και την κυβέρνηση αχυρανθρώπων τους- είναι το επανεκκινούμενο μαοϊστικό κίνημα στη χώρα που παραμένει ο σταθερός υποστηρικτής του αγώνα και της αντίστασης αρχών ενάντια στην κατοχή και το καθεστώς αχυρανθρώπων της.

Η νέα πρωτοβουλία της κομμουνιστικής και νεοδημοκρατικής γραμμής, από την έναρξή της ως τώρα, έχει αποτελέσει τη θεωρητική και πρακτική σημαία ενότητας του ευρύτερου κινήματος στη βάση αρχών. Επομένως, όχι μόνο ποιοτικά αλλά και ποσοτικά, το κίνημα συνέχισε να μεγαλώνει. Σήμερα, το Κ(Μ)ΚΑ και άλλες μαοϊκές οργανώσεις και εξωκομματικοί εκπροσωπούν αυτή τη νέα πρωτοβουλία.

Ο εορτασμός της 50ής επετείου του μαοϊστικού κινήματος στο Αφγανιστάν αποτελεί μια περίσταση που μας προσκαλεί όλους να βαδίσουμε προς την ενότητα στη βάση μιας προλεταριακής και νεοδημοκρατικής γραμμής αρχών, να παλέψουμε συλλογικά, εντατικά και οργανωμένα, στο δρόμο της προετοιμασίας του επαναστατικού λαϊκού και εθνικού πολέμου αντίστασης ενάντια στους κατακτητές και τους σατράπηδές τους, θεωρώντας τους τον κύριο εχθρό της χώρας και του λαού της.

Ασφαλώς, ο αγώνας εθνικής αντίστασης ενάντια στους κύριους εχθρούς της χώρας μας δεν σημαίνει διακοπή των νεοδημοκρατικών αγώνων ενάντιά τους, ή επίσης ενάντια στις αντιδημοκρατικές φεουδο-αστικές κομπραδόρικες δυνάμεις που αντιτίθενται στους κατακτητές και το καθεστώς αχυρανθρώπων τους. Ούτε μπορεί αυτός ο εθνικός αγώνας να αγνοεί τους αγώνες ενάντια σε άλλες ιμπεριαλιστικές και αντιδραστικές επεκτατικές δυνάμεις.

Ahmad-a

Ο Φαΐζ Άχμαντ (1946-1986), μέλος του νεοδημοκρατικού κινήματος υπό την ΡΥΟ, ιδρυτής της Επαναστατικής Ομάδας του Λαού του Αφγανιστάν (RGPA) και, αργότερα, της Οργάνωσης Απελευθέρωσης του Αφγανιστάν (ALО). Δολοφονήθηκε από ισλαμιστές.

Η εμπειρία του αγώνα, διεθνώς και στο Αφγανιστάν, συνεχώς αποδεικνύει ότι η μονόπλευρη έμφαση στην εθνική αντίσταση ενάντια στον τρέχοντα κύριο εχθρό και η παραμέληση των νεοδημοκρατικών αγώνων ενάντια στους τρέχοντες μη κύριους εχθρούς, σε τελική ανάλυση, βλάπτει συνολικά την εθνική αντίσταση. Αυτό το είδος μονόπλευρης πάλης εθνικής αντίστασης, ακριβώς επειδή αγνοεί τα δημοκρατικά αιτήματα των μαζών, θα περιορίσει και θα μειώσει τη συμμετοχή των μαζών στην εθνική αντίσταση ενάντια στους κατακτητές και το καθεστώς αχυρανθρώπων τους: μπορεί ακόμα και να εξαλείψει τη δυνατότητα συμμετοχής του και έτσι θα επεκτείνει πολύ και θα προετοιμάσει το έδαφος για μανούβρες από πλευράς της αντιδραστικής και αντιδημοκρατικής ένοπλης αντίθεσης στους κατακτητές και το κατοχικό καθεστώς τους.

Επομένως, στη βάση των συμφερόντων των μαζών του Αφγανιστάν και στη βάση του κομμουνιστικού και νεοδημοκρατικού προγράμματος, δεν θα πρέπει απλώς να μιλάμε για εθνικό αγώνα και εθνικό πόλεμο αντίστασης ενάντια στους κατακτητές και το καθεστώς αχυρανθρώπων τους, αλλά πρέπει να μιλάμε για επαναστατικό εθνικό και λαϊκό πόλεμο αντίστασης. Πρέπει να προχωρήσουμε την πάλη για την προετοιμασία και την έναρξη και διεξαγωγή επαναστατικού εθνικού και λαϊκού πολέμου αντίστασης.

Αντισταση, γιατί είμαστε θύματα επίθεσης και κατοχής από τους ιμπεριαλιστές- μια ξένη αντιδραστική δύναμη- και υπό την κυριαρχία ενός καθεστώτος αχυρανθρώπων. Ο αγώνας μας ενάντια σε αυτούς τους κύριους εχθρούς του λαού χαρακτηρίζεται από αντίσταση: αυτοάμυνα, υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της χώρας, και υπεράσπιση της ελευθερίας της χώρας και του λαού της. Αυτός ο αγώνας είναι ο δίκαιος αγώνας των θυμάτων της κατοχής, ενάντια στους εισβολείς, κατακτητές και τους αχυρανθρώπους της.

Εθνική, γιατί πιστεύουμε ότι ο αγώνας αντίστασης για την υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της χώρας και της ανεξαρτησίας του λαού της είναι βασισμένος στην πάλη, στην αντίσταση, στα εθνικά συμφέροντα και ενάντια στα συμφέροντα των εισβολέων, των ιμπεριαλιστών κατακτητών, τους εθνοπροδότες σατράπηδές τους – όχι μια περιορισμένη θρησκευτική ή μη θρησκευτική ιδεολογική πάλη και αντίσταση. Κάθε απόπειρα για την επιβολή τέτοιου περιορισμού, θα περιορίσει το εύρος του αγώνα ενάντια στους κατακτητές και το καθεστώς αχυρανθρώπων τους, και τελικά θα ευνοεί την ιμπεριαλιστική κατοχή. Επομένως, ο κοσμικός χαρακτήρας αυτού του αγώνα και της αντίστασης είναι μια αναπόφευκτη αναγκαιότητα.

Εθνική, γιατί αυτός ο αγώνας αντίστασης πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψη την υπεράσπιση και την ανεξαρτησία της χώρας στο σύνολό της: δεν πρέπει να διώξουμε τους λύκους από την πόρτα για να μπουν οι ύαινες από το παράθυρο. Στη σημερινή εποχή, η παγκόσμια κυριαρχία του παγκόσμιου καπιταλιστικού – ιμπεριαλιστικού συστήματος διαπνέεται από σοβαρές αντιθέσεις και εντάσεις μεταξύ των ιμπεριαλιστών και των αντιδραστικών δυνάμεων, και αυτές οι δυνάμεις προσφεύγουν στην αξιοποίηση οποιουδήποτε πολιτικού κινήματος και πρωτοβουλίας ως ενός οργάνου υπέρ των συμφερόντων τους ενάντια στους ιμπεριαλιστές και αντιδραστικούς ανταγωνιστές τους. Το κομμουνιστικό και νεοδημοκρατικό κίνημα της χώρας, ενώ αποδέχεται την αναγκαιότητα του αγώνα ενάντια στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και το σατράπικο καθεστώς του, πρέπει επίσης να αποδώσει τη δέουσα προσοχή στην αναγκαιότητα ανάληψης αυτής της εθνικής ευθύνης.

Είναι προφανές ότι ο αγώνας και η αντίσταση έχουν την υλική τους βάση, όπως και το ιδεολογικό και πολιτικό τους εποικοδόμημα. Ταυτόχρονα, ωστόσο, είναι επίσης αληθές πως, σε μια πολυεθνική ταξική κοινωνία, όπου υπάρχουν διαφορετικά ταξικά και εθνικά συμφέροντα, και διαφορετικές σκέψεις και πολιτικές κοσμοαντιλήψεις, μια πλατιά αντίσταση ενάντια στους κατακτητές και εθνοπροδότες θα είναι πολυσχιδής και πολύμορφη και θα έχει δημοκρατικό χαρακτήρα. Φυσικά, οι διάφορες δυνάμεις που θα συμμετέχουν σε αυτό τον αγώνα θα ανταγωνίζονται μεταξύ τους για την ηγεσία της αντίστασης, και δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Αν οι κομμουνιστικές και νεοδημοκρατικές δυνάμεις δεν δώσουν προσοχή σε αυτή την πραγματικότητα, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στον πολιτικο-ιδεολογικό και πιθανώς και οργανωτικό λικβινταρισμό, με συνέπεια τη συνθηκολόγηση, την αποδυνάμωση του αγώνα και την αδυναμία να εδραιωθεί η επαναστατική και προοδευτική ηγεσία της αντίστασης.

Ωστόσο, αυτός ο αγώνας θα πρέπει να διεξαχθεί βάσει των συνολικών συμφερόντων της αντίστασης ενάντια στις κατοχικές δυνάμεις και το καθεστώς αχυρανθρώπων, όχι σε αντίθεση με τα γενικά συμφέροντα της αντίστασης. Αν αγνοηθεί αυτό το ζήτημα, από οποιαδήποτε δύναμη, ακόμα και από εμάς, τελικά αυτό θα οδηγήσει στην αντικατάσταση της κύριας αντίθεσης από μη κύριες αντιθέσεις, κάτι που θα ευνοήσει μόνο το καθεστώς αχυρανθρώπων και τις κατοχικές δυνάμεις.

Πρέπει, επίσης, να τονίσουμε ότι η αντίσταση που είναι υπόθεση μόνο αντρών δεν μπορεί να είναι μια αυθεντική εθνική αντίσταση. Οι γυναίκες αποτελούν το μισό της κοινωνίας και μια εθνική αντίσταση με την πραγματική σημασία της λέξης δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς τη συμμετοχή τους. Οποιαδήποτε απόπειρα περιορισμού των γυναικών, βάσει επίκλησης οποιασδήποτε θρησκευτικής ή πολιτισμικής δικαιολογίας, η οποία θα τους στερούσε τα βασικά προσωπικά και κοινωνικά δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος συμμετοχής στην αντίσταση ενάντια στους κατακτητές και τους σατράπηδές τους, αποτελεί απόπειρα για την απομάκρυνση του μισού του πληθυσμού από την ενεργό εθνική αντίσταση, και ταυτόχρονα, συνειδητός ή ασυνείδητος εξαναγκασμός του να πέσει στην ιδεολογική και πολιτική παγίδα των κατακτητών και των εθνοπροδοτών σατράπηδών τους οι οποίοι, συχνά ρίχνουν απατηλά συνθήματα για τα δικαιώματα ή τις ελευθερίες των γυναικών. Είναι προφανές ότι τέτοιες απόπειρες είναι επίσης ακραία αντιδημοκρατικές.

Λαϊκή, γιατί ένας αγώνας εθνικής αντίστασης μπορεί να είναι αλύγιστος και ισχυρός μόνο αν έχει μαζικό χαρακτήρα, αν βασίζεται στα ανώτερα συμφέροντα των μαζών – δηλαδή, οι επαναστατημένες μάζες να παλεύουν ενάντια στους κατακτητές και το καθεστώς αχυρανθρώπων τους – και όχι για τα συμφέροντα των εκμεταλλευτριών και καταπιεστικών, φεουδαρχικών, κομπραδόρικων αστικών τάξεων. Οι τελευταίες είναι τάξεις των οποίων τα συμφέροντα εναρμονίζονται με τον ιμπεριαλισμό, ειδικά με τους εισβάλλοντες και κατακτητές ιμπεριαλιστές, όπως και οι τσιφλικάδικες και αστικές κομπραδόρικες τάξεις, οι οποίες πάντοτε είναι έτοιμες να συνασπιστούν με τους κατακτητές και το καθεστώς αχυρανθρώπων. Η απόδοση μαζικού χαρακτήρα στην εθνική αντίσταση ενάντια στους κατακτητές και το καθεστώς αχυρανθρώπων δεν σημαίνει απλώς συμμετοχή των μαζών στην αντίσταση: μια τέτοια εμπλοκή θα πρέπει να σημαίνει συνειδητή συμμετοχή στην εθνική αντίσταση στη βάση των ανώτερων, επαναστατικών τους συμφερόντων και όχι για λογαριασμό των συμφερόντων των εκμεταλλευτριών τάξεων. Από αυτή την άποψη, η απόδοση μαζικού χαρακτήρα στην εθνική αντίσταση ενάντια στους κατακτητές και τους εθνοπροδότες απαιτεί τη διάδοση της επαναστατικής συνείδησης στις λαϊκές μάζες, ειδικά τα κατώτερα στρώματα των εργαζόμενων μαζών, τους εργάτες, τους αγρότες και τη φτωχή μικροαστική τάξη. Ο διαφωτισμός των μαζών με επαναστατική συνείδηση απαιτεί παρατεταμένες και συνεχείς προσπάθειες, όμως θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι, χωρίς ένα συγκεκριμένο επίπεδο προόδου επί του ζητήματος, η εθνική αντίσταση ενάντια στον κατακτητή και το καθεστώς αχυρανθρώπων τους δεν μπορεί να αναπτυχθεί, να επεκταθεί και να αποκτήσει έναν λαϊκό-μαζικό χαρακτήρα.

Επαναστατική, γιατί η λαϊκή εθνική αντίσταση ενάντια στους κατακτητές και το καθεστώς αχυρανθρώπων θα πρέπει να εξοπλιστεί με μια επιστημονική επαναστατική κοσμοαντίληψη, ώστε να μπορεί να καθοδηγήσει την αντίσταση ενάντια στο καπιταλιστικό – ιμπεριαλιστικό σύστημα και στο αντιδραστικό σύστημα στη χώρα. Αλλιώς, η αντίσταση διατρέχει τον κίνδυνο να ανακοπεί, είτε με το να μείνει μόνο ως εθνική αντίσταση είτε, αφού επιτύχει το στόχο της επίτευξης της μερικής ανεξαρτησίας, με το να μείνει η χώρα στα δεσμά του καταπιεστικού και εκμεταλλευτικού παγκόσμιου συστήματος και οι μάζες, παρά τις ηρωικές και ανιδιοτελείς θυσίες, να παραμείνουν υπό το καπιταλιστικό – ιμπεριαλιστικό σύστημα με ημιφεουδαρχικές – ημιαποικιακές τάξεις να κυβερνούν. Κάτι ακόμα πιο σημαντικό: ο επαναστατικός στρατηγικός προσανατολισμός της αντίστασης ενάντια στους κατακτητές και το καθεστώς αχυρανθρώπων διασφαλίζει τη συνεχή ανάπτυξη των εθνικών και λαϊκών χαρακτηριστικών της αντίστασης.

Καθώς η αντίσταση ενάντια στους σοβιετικούς σοσιαλιμπεριαλιστές και το καθεστώς αχυρανθρώπων του εκδηλωνόταν υπό την ηγεσία αντιδραστικών δυνάμεων οι οποίες εξαρτώνταν από τους δυτικούς ιμπεριαλιστές και, κατά συνέπεια, στερούταν επαναστατικού στρατηγικού προσανατολισμού, προετοίμασε το έδαφος για την εισβολή του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και των συμμάχων του και τη συνακόλουθη κατοχή και δημιουργία του σημερινού καθεστώτος αχυρανθρώπων. Ωστόσο, καθώς η σημερινή αντίσταση ενάντια στους σημερινούς κατακτητές και τους ντόπιους σατράπηδές τους δεν έχει ακόμα οδηγησει στην πλήρη απόσυρση των κατοχικών δυνάμεων και την κατάρρευση του καθεστώτος αχυρανθρώπων, η μονοπωλιακή κυριαρχία της αντιδραστικής ένοπλης αντίστασης έχει οδηγήσει σε μια άλλη ξένη επέμβαση και κατοχή, δηλαδή, την εισβολή και κατοχή που θεωρεί ολόκληρη τη χώρα μια επαρχία ενός αντιδραστικού αραβικού “χαλιφάτου”.

Οι δυνάμεις που έχουν υψώσει τις μαύρες σημαίες του Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ) στο Αφγανιστάν είναι οι στρατιές του αντιδραστικού αυτού αραβικού χαλιφάτου και είναι έτσι, στην πραγματικότητα, οι κατοχικές δυνάμεις ενός αντιδραστικού ξένου κράτους, ακόμα κι αν κάποιες δυνάμεις τους κατάγονται από τη χώρα. Αυτές οι δυνάμεις ως σύνολο έχουν γεννηθεί και προκύψει από τις τάξεις της σημερινής αντιδραστικής αντίστασης στο Αφγανιστάν. Ακόμα πιο σημαντικό είναι ότι οι ιδρυτές και αρχικοί ηγέτες αυτού του αντιδραστικού χαλιφάτου (ΙΚ) έχουν επίσης γεννηθεί στους κόλπους της παλιάς αντιδραστικής αντίστασης ενάντια στους σοβιετικούς σοσιαλιμπεριαλιστές και το καθεστώς αχυρανθρώπων του. Παρά το γεγονός ότι ο “Άραβας Χαλίφης” ανοιχτά αποκαλεί τον ηγέτη του Ισλαμικού Εμιράτου των Ταλιμπάν αγράμματο υπηρέτη της Αλ Κάιντα και αποκαλεί αυτό το Εμιράτο “ληγμένο φάρμακο”, η αντιδραστική ηγεσία των Ταλιμπάν στέλνει στο ΙΚ μηνύματα “Ισλαμικής Αδελφοσύνης”, ταπεινά και υποτακτικά ζητώντας να μην αποτελεί το λόγο για διχόνοια στις τάξεις της “Ισλαμικής αντίστασης του Αφγανιστάν”. Δεν έχει καταλαβει ότι το ΙΚ δεν αποδέχεται το Αφγανιστάν ως χώρα, αλλά το θεωρεί επαρχία του αραβικού του χαλιφάτου;

Αν δούμε ότι η αντίσταση ενάντια στους σοσιαλιμπεριαλιστές εισβολείς και κατακτητές και στις μαριονέτες τους, οδήγησε στην εισβολή και κατοχή από τους αμερικάνους ιμπεριαλιστές και τους συμμάχους τους, και ότι η αντίσταση ενάντια στους σημερινούς κατακτητές και τις μαριονέτες τους στη μέση του ταξιδιού προετοιμάζει το έδαφος για την εισβολή και κατοχή από ένα αντιδραστικό αραβικό χαλιφάτο, και ότι έτσι θα έχει η μοίρα του Αφγανιστάν, τότε αυτό είναι εξαιρετικά ανησυχητικό.

Με την επέκταση της επιρροής του ΙΚ στο Αφγανιστάν, από τη μια, και το μυστηριώδη θάνατο του πρώην ηγέτη των Ταλιμπάν (Μουλά Μουχάμαντ Ομάρ Αχούντ), από την άλλη, η κατάσταση στη χώρα γίνεται όλο και πιο σύνθετη. Με την επέκταση της επιρροής του ΙΚ στο Αφγανιστάν, όλοι οι ξένοι τζιχαντιστές στην περιοχή είναι τώρα δυνάμει στρατιώτες του ΙΚ και θα πρέπει να θεωρούνται πιθανές ή ενεργές δυνάμεις εισβολής αυτής της ξένης δύναμης και, συνεπώς, να αποτελούν στόχο της επαναστατικής λαϊκής και εθνικής αντίστασης.

Ο Μουλά Μουχάμαντ Ομάρ Αχούντ, ο οποίος ήταν ο ενοποιητικός παράγοντας στο γεμάτο αντιθέσεις κίνημα των Ταλιμπάν (διχασμένο βάσει εθνικών, φυλαρχικών, περιφερειακών και πολιτικών γραμμών) είναι πια νεκρός. Με την απουσία του, η διατήρηση της ενότητας ενός τέτοιου στρατού είναι, αν όχι αδύνατη, εξαιρετικά δύσκολη. Επιπλέον, ο μυστηριώδης θάνατός του στο Πακιστάν (ο οποίος κρατήθηκε μυστικός επί δύο χρόνια σε ένα κύκλο μεμονωμένων ατόμων), και η μέθοδος ανάδειξης του διαδόχου του, είναι ισχυροί παράγοντες για την πρόκληση διχόνοιας στους Ταλιμπάν. Σίγουρα, τεράστιες προσπάθειες έχουν γίνει για την εδραίωση της ηγεσίας του Μουλά Αχτάρ Μανσούρ, από τους υποστηρικτές του εντός των Ταλιμπάν και από ξένους “φίλους”, και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το μεγαλύτερο μέρος του κινήματος των Ταλιμπάν θα παραμείνει υπό τη νέα ηγεσία. Ωστόσο, καποια τμήματα των Ταλιμπάν δεν έχουν αποδεχτεί τη νέα ηγεσία. Αυτές οι δυνάμεις μπορούν δύσκολα να σταθούν μόνες στα πόδια τους: είναι εξαιρετικά πιθανό, υπό την πίεση της νέας ηγεσίας των Ταλιμπάν, τελικά να εξαναγκαστούν να προσανατολιστούν προς το καθεστώς αχυρανθρώπων ή να προσχωρήσουν στο ΙΚ. Επομένως, αυτές οι δυνάμεις θα πρέπει να θεωρούνται δυνάμει είτε συνθηκόλογες προς το καθεστώς είτε μέρος του στρατού εισβολής του ΙΚ.

Επιπροσθέτως, ο θάνατος του Μουλά Μουχάμαντ Ομάρ Αχούντ και το ξέσπασμα διχόνοιας εντός των Ταλιμπάν για τον ορισμό του διαδόχου του έχει οδηγήσει σε στενή συνεργασία μεταξύ της νέας ηγεσίας τους και των Πακιστανών “φίλων” τους. Πράγματι, για την εδραίωση της θέσης του, ο Αχτάρ Μανσούρ έχει προβεί σε δημόσιες συγκεντρώσεις σε όλο το Πακιστάν. Η κατάσταση αυτή έχει πλήρως οδηγήσει στην ταυτοποίηση και δημοσιοποίηση της βάσης τους, και έτσι, σημαντικά θα αυξήσει τον έλεγχο των Πακιστανών “φίλων” τους επί αυτών, ώστε να μη μπορούν πια να ισχυρίζονται ότι “έχουν μόνο μερικώς την υποστήριξη Πακιστανων φίλων”. Μπορεί με βεβαιότητα να ειπωθεί πως το γεγονός ότι οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές και το καθεστώς αχυρανθρώπων τους έχουν αποδεχτεί το Πακιστάν ως τον πάτρωνα της ειρήνης στο Αφγανιστάν έχει σημαντικά αυξήσει τον έλεγχο των Ταλιμπάν από το Πακιστάν.

Όλα αυτά αναδεικνύουν το γεγονός ότι το εύρος της επίθεσης των ξένων κατοχικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν έχει αυξηθεί: σε μια στιγμή κατά την οποία η επίθεση και κατοχή των αμερικάνων ιμπεριαλιστών και των συμμάχων τους δεν έχει τερματιστεί, άλλες αντιδραστικές επιθετικές κατακτητικές δυνάμεις, όπως το ΙΚ, έχουν προκύψει σε διάφορα σημεία της χώρας και διαφεντεύουν τις ζωές των κατοίκων τους. Ταυτόχρονα, οι επεμβάσεις του Πακιστανικού κράτους, οι οποίες μονίμως διεξάγονται με διασυνοριακές στρατιωτικές επιδρομές, καθώς και οι επεμβάσεις του Ιράν, έχουν αυξηθεί. Επομένως, η επαναστατική μας ευθύνη να παλέψουμε ενάντια στον κύριο εχθρό έχει πολλαπλασιαστεί, όμως έχει επίσης αυξηθεί και σε σχέση με τους μη κύριους εχθρούς επίσης, και, συνεπώς, πρέπει να αυξήσουμε τις προσπάθειές μας έναντι όλων αυτών.

Παρά την προφορική δέσμευση Ομπάμα για απόσυρση όλων των αμερικανικών μάχιμων στρατευμάτων (εκτός από τους 1.000 που θα παραμείνουν για την προστασία της αμερικανικής πρεσβείας στην Καμπούλ) μέχρι το τέλος του 2016, η πρακτική της εφαρμογή δεν έχει ακόμα υλοποιηθεί. Οι πρόσφατοι πόλεμοι σε διάφορα μέρη της χώρας δείχνουν ότι το καθεστώς αχυρανθρώπων δεν μπορεί να διατηρήσει την ηγεμονία του χωρίς την παρουσία ξένων κατοχικών δυνάμεων. Ακόμα κι αν οι ισχυρισμοί Ομπάμα υλοποιηθούν βάσει της συμφωνίας περί ασφαλείας που συνάφθηκε μεταξύ αμερικανικού κράτους και καθεστώτος αχυρανθρώπων, παραμένει η νομική πρόβλεψη για επιστροφή του πρώτου στο Αφγανιστάν και, εξαιτίας της συμφωνίας περί ασφαλείας μεταξύ ΝΑΤΟ και καθεστώτος αχυρανθρώπων, η νομική πρόβλεψη την επιστροφή των κατοχικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ.

Στην πραγματικότητα, η συνέχιση της ύπαρξης του διεφθαρμένου και μαστιζόμενου από κρίσεις καθεστώτος αχυρανθρώπων εξαρτάται από την ελπίδα για μελλοντική υποστήριξη από τους κατοχικούς ιμπεριαλιστές αφέντες του και όχι από τη δική του υπόσταση. Ωστόσο, τα αποτελέσματα του πιο μακροχρόνιου πολέμου του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού (του πολέμου στο Αφγανιστάν) ξεκάθαρα δείχνουν ότι οι αμερικάνοι κατακτητές, οι σύμμαχοί τους και οι μαριονέτες τους δεν είναι σε θέση να επιβάλλουν την πλήρη υποταγή του Αφγανιστάν μέσω πολέμου. Επομένως, παρά την χρονική επιμήκυνση της κατοχικής τους παρουσίας – την υποστήριξη του καθεστώτος αχυρανθρώπων με στρατιωτικά και άλλα μέσα – για την εδραίωση της εξουσίας τους, οι ιμπεριαλιστές επίσης σταθερά προσπαθούν να φέρουν τους αντιδραστικούς ισλαμιστές εξεγερμένους στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, υποσχόμενοι σε αυτούς μερίδιο στο καθεστώς.

Έτσι, το αμερικάνικο ιμπεριαλιστικό κράτος, σε συνεργασία με τον ινδικό επεκτατισμό, ασκεί πίεση στο Πακιστάν για να περιορίσει το χώρο στον οποίο οι Ταλιμπάν να μπορούν να ελίσσονται, για να τους εξαναγκάσουν να διαπραγματευτούν με το καθεστώς αχυρανθρώπων. Το κόψιμο της οικονομικής βοήθειας στο Πακιστάν ώστε να ασκηθεί πολιτική πίεση – που μπορεί να ενταθεί στο εγγύς μέλλον- λαμβάνει χώρα από τις ΗΠΑ για αυτό το σκοπό. Οι εντάσεις μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν σχετικά με τον έλεγχο του Κασμίρ, και η παρατεταμένη στρατιωτική εμπλοκή των δύο πλευρών, είναι ένας μερικός πόλεμος που λαμβάνει χώρα για τις διαπραγματεύσεις για ειρήνη στο Αφγανιστάν μεταξύ δύο αντιδραστικών, επεκτατιστικών, περιφερειακών και πυρηνικών δυνάμεων.

Οι ρεβιζιονιστές και επεκτατιστές ηγέτες της Κίνας, με τον τρόπο τους, συμμετέχουν σε αυτό το παιχνίδι. Το σχέδιο της Κίνας για επένδυση 50 δις δολαρίων στο Πακιστάν δεν είναι μόνο ένα σημάδι των πολιτικών και οικονομικών τάσεων επεκτατισμού της, αλλά και μια κατευναστική τακτική για να πειστεί το Πακιστάν να μην επιτρέπει τα εδάφη του να χρησιμοποιούνται ως βάση εκπαίδευσης και οργάνωσης των Ουιγούρων ισλαμιστών μαχητών. Ο στόχος, εν προκειμένω, είναι η παρεμπόδιση ύπαρξης ασφαλούς καταφυγίου για ισλαμιστές ενόπλους που αντιτίθενται στο καθεστώς αχυρανθρώπων και τις κατοχικές δυνάμεις του Αφγανιστάν.

Αν αυτές οι αμερικανικές, ινδικές και κινεζικές πολιτικές καρότου και μαστιγίου έναντι του Πακιστάν συνεχιστούν ή και ενταθούν ώστε να καταστούν αφόρητες για το Πακιστάν, είναι πολύ πιθανό, αργά ή γρήγορα, οι υπό την ηγεσία του Μουλά Αχτάρ Μανσούρ Ταλιμπάν, που τώρα κρατιούνται γερά από το Πακιστάν, να εξαναγκαστούν να αναβιώσουν τις διαπραγματεύσεις με το καθεστώς αχυρανθρώπων, υπό την επίβλεψη του Πακιστάν, των ΗΠΑ και της Κίνας. Σε μια τέτοια περίπτωση, η έντονη και διευρυμένη στρατιωτική σύγκρουση στη σημερινή φάση του πολέμου – που μπορούμε με βεβαιότητα να ισχυριστουμε ότι είναι δυσμενής για όλους τους εμπλεκομένους – θα χρησιμοποιηθεί ως διαπραγματευτικό εργαλείο για την επίτευξη πολιτικών παραχωρήσεων.

Πράγματι, η αντιδραστική αντίσταση των Ταλιμπάν δεν είναι, στην ουσία της, μια πλήρως και ανένδοτα αντιιμπεριαλιστική αντίσταση. Ακόμα και σε περίπτωση στρατιωτικής νίκης – που τώρα έχει αποδειχτεί ότι δεν μπορούν να επιτύχουν – οι Ταλιμπάν δεν μπορούν να αποδεσμεύσουν τη χώρα από την τροχιά του αντιδραστικού παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος.

Επιπλέον, ακόμα κι αν επαναληφθούν και προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις, σε τελική ανάλυση, καθένός το μερίδιο θα καθοριστεί βάσει του πολιτικού και οικονομικού του βάρους, και ο λαός μας έτσι θα συνεχίσει να υποφέρει κάτω από ένα αρχαϊκό σύστημα εκμετάλλευσης και καταπίεσης – η χώρα θα στερείται πραγματικής ανεξαρτησίας. Η διαδικασία προχωρήματος αυτών των διαπραγματεύσεων, επίσης, δεν θα είναι ήπια και εύκολη: θα προκαλέσει στο λαό μας τεράστιες θυσίες και σοβαρές δυσκολίες…

Καλούμε σε εορτασμό της 50ής επετείου του κομμουνιστικού (μαρξιστικού – λενινιστικού – μαοϊκού) και νεοδημοκρατικού κινήματος στο Αφγανιστάν και της 50χρονης παρουσία τους στο στίβο του επαναστατικού πολιτικού αγώνα στο Αφγανιστάν, γιατί αυτή η επέτειος αποτελεί μια αφορμή για να αναστοχαστούμε όλοι τα πενήντα χρόνια άμπωτης και παλίρροιας του επαναστατικού αγώνα και να επαναδιαβεβαιώσουμε τη δέσμευσή μας να εκπληρώσουμε το πατριωτικό, εθνικό, δημοκρατικό και επαναστατικό μας καθήκον.

Το Κομμουνιστικό (Μαοϊκό) Κόμμα Αφγανιστάν έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι το μεγαλύτερο ελάττωμα και αδυναμία του σημερινού κομμουνιστικού και νεοδημοκρατικού κινήματος του Αφγανιστάν είναι η μετά βίας πολιτική του παρουσία και η έλλειψη εκπροσώπησής του στον τομέα του ένοπλου αγώνα ενάντια στους κατακτητές και το καθεστώς αχυρανθρώπων του. Πράγματι, είναι αυτή η έλλειψη που περιορίζει την αποτελεσματικότητα της πολιτικής και ιδεολογικής μας πάλης ενάντια στους κύριους και μη κύριους εχθρούς. Σε συνθήκες όπου η κύρια πτυχή των αγώνων στη χώρα μας είναι οι ένοπλοι αγώνες, οι μόνο πολιτικές και μη βίαιες φωνές σε ένα περιβάλλον γεμάτο από εκρήξεις βομβών, κανόνια και όπλα, μόλις και μετά βίας ακούγονται. Επομένως, σε αυτές τις συνθήκες, ο αγώνας μας μπορεί να έχει καταλυτικό αποτέλεσμα αν διεξάγεται για να προετοιμάσει έναν επαναστατικό λαϊκό και εθνικό πόλεμο αντίστασης ενάντια στους κατακτητές και το καθεστώς αχυρανθρώπων του (ο οποίος αποτελεί τη σύγχρονη μορφή λαϊκού πολέμου στη χώρα).

Για μια σωστή, στη βάση αρχών, έγκαιρη και αποτελεσματική υλοποίηση αυτών των προσπαθειών, το Κομμουνιστικό (Μαοϊκό) Κόμμα του Αφγανιστάν πρέπει σταθερά να κινητοποιεί και να αυξάνει τα μέλη, τους υποστηρικτές και τις υπό την καθοδήγησή του μάζες. Επιπλέον, το Κομμουνιστικό (Μαοϊκό) Κόμμα Αφγανιστάν και άλλες μαοϊκές δυνάμεις και άτομα, στη σημερινή κατάσταση, χρειάζεται να έχουν ισχυρότερη ενότητα μεταξύ τους, από τη μια, και να διεξάγουν πολεμικές και συζητήσεις για την επίλυση θεωρητικών διαφωνιών, από την άλλη, ώστε να διευρύνουν την πρακτική συνεργασία μεταξύ τους, και ιδεολογικά και πρακτικά να κινηθούν προς τη συνεργασία, το συντονισμό και την ενότητα.

Εμπρός στο δρόμο για την έναρξη και διεξαγωγή του επαναστατικού λαϊκού εθνικού πολέμου αντίστασης ενάντια στους ιμπεριαλιστές κατακτητές, στο καθεστώς αχυρανθρώπων και στους αντιδραστικούς κατακτητές του Ισλαμικού Κράτους!

Εμπρός στο δρόμο της πάλης ενάντια σε άλλους αντιδραστικούς, οι οποίοι ευθυγραμμίζονται με ιμπεριαλιστικές και αντιδραστικές δυνάμεις!

Κομμουνιστικό (Μαοϊκό) Κόμμα Αφγανιστάν

4 Οκτώβρη 2015