Για τη στάση της ΕΣΣΔ και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος έναντι του σιωνισμού και της εβραϊκής μετανάστευσης στην Παλαιστίνη (1948-1949)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Ιλία Έρενμπουργκ: Με αφορμή μια επιστολή (Πράβδα, 21/9/1948)

Ι.Α. Γκένιν «Το Παλαιστινιακό Πρόβλημα» (εκδ. Πράβντα, Οκτώβρης 1948)

Πρακτικά συζητήσεων σοβιετικών-σιωνιστών αξιωματούχων (Σεπτέμβρης 1948-Απρίλης 1949)

Προφορική δήλωση του υπουργείου εξωτερικών της ΕΣΣΔ για την σιωνιστική προπαγάνδιση του «επαναπατρισμού» στην Παλαιστίνη σε σοβιετικούς πολίτες (7/2/1949)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: Λ.Δ. Ρουμανίας, σιωνισμός και μετανάστευση

Ένα από τα πολλά ψέματα που διαδίδουν, στις μέρες μας, οι παπαγάλοι του σιωναζισμού, ιδίως κάποιοι με «κόκκινο» φτέρωμα, για να παρασύρουν προοδευτικούς ανθρώπους στην υποστήριξη του ιμπεριαλισμού, είναι και ότι η ΕΣΣΔ, κατά την ανατροπή της θέσης της για ενιαίο παλαιστινιακό κράτος και υπερψήφιση στις 29/11/1947 του μη δεσμευτικού ψηφίσματος της ΓΣ του ΟΗΕ για κρατική διχοτόμηση (ένα αραβικό και ένα εβραϊκό με 49% αραβική μειονότητα δημοκρατικό κράτος) και οικονομική ένωση της Παλαιστίνης και την επιμονή στην πλήρη εφαρμογή του ακόμα και μετά την λήξη των εχθροπραξιών, υιοθέτησε τάχα το βασικό αφήγημα του σιωνισμού περί ανάγκης ύπαρξης ενός «κράτους-καταφυγίου για τους απανταχού Εβραίους». Όπως και η σπέκουλά τους με τον εξοπλισμό από την Τσεχοσλοβακία (η οποία, την ίδια εποχή, πούλησε οπλισμό και στη Συρία, ενώ και το κόστος του αποτελούσε μικρό ποσοστό των πολεμικών δαπανών των σιωνιστών), η προπαγάνδα των απολογητών του σιωναζισμού σε αυτό το εξίσου κορυφαίο ζήτημα για τους σιωνιστές καταρρίπτεται επίσης, και μάλιστα όχι μόνο από ντοκουμέντα, αλλά και από δημοσιευμένα κείμενα «γραμμής», όπως θα δούμε παρακάτω, για τα οποία οι σιωνιστές διαμαρτυρήθηκαν στους Σοβιετικούς. Η μέθοδός τους γνωστή: όχι απλώς απομόνωση και ανάδειξη μόνο του στοιχείου που νομίζουν ότι τους συμφέρει, αλλά και ωμή διαστρέβλωσή του. Όμως, αυτονόητο είναι ότι, για να έχει κανείς μια πραγματική εικόνα ενός γεγονότος, ενός πράγματος κ.ο.κ., θα πρέπει να βλέπει όλες τις  βασικές, έστω, πλευρές του.

Η σταλινική ΕΣΣΔ, πρώτον, απέρριπτε τη θεωρία περί κοινότητας των απανταχού Εβραίων. Δεύτερον, απέρριπτε το επιχείρημα ότι οι απανταχού Εβραίοι θα διασωθούν όχι με την καταπολέμηση του αντισημιτισμού επιτόπου, αλλά με τη δημιουργία ενός «κράτους-καταφυγίου». Τρίτον, απέρριπτε τη λογική των σιωνιστών ότι το κράτος τους πρέπει να στελεχωθεί με ανθρώπινο δυναμικό από την ΕΣΣΔ. Μάλιστα, παρότι κάθε ευρωπαϊκή λαϊκή δημοκρατία είχε τη δική της ανεξάρτητη πολιτική επί του θέματος, υπερασπίστηκε το αυτονόητο δικαίωμά τους να μη θέλουν να διώξουν εργατικό δυναμικό, αν μη τι άλλο γιατί και αυτές είχαν ανάγκη από αυτό και αυτό ήταν φιλικό προς αυτές (ένα πρόβλημα – η σιωνιστική πίεση – που επίσης δεν είχε ληφθεί υπόψη ότι θα εντεινόταν με την υπερψήφιση της δημιουργίας δύο κρατών στην Παλαιστίνη). Τέταρτον, η ΕΣΣΔ ρητά απαγόρευε στους εκπροσώπους του σιωνιστικού κράτους να προπαγανδίζουν στους σοβιετικούς πολίτες τον δήθεν «επαναπατρισμό» (εποικισμό της Παλαιστίνης). Ακόμα και υπόδειξη στους σοβιετικούς πολίτες στην Παλαιστίνη να μην επιστρατεύονται στον σιωνιστικό στρατό έκανε. Πέμπτον, όπως αναγνωρίζουν και οι σιωνιστές, περιόριζε τη δυνατότητα εποικισμού στο «εβραϊκό» (βάσει ψηφίσματος κατ’ όνομα, γιατί ντε φάκτο ήταν εβραιοαραβικό και έπρεπε να είναι και δημοκρατικό) κράτος μόνο στους ακόμα έγκλειστους σε στρατόπεδα επιζώντες. Αυτό, βέβαια, στο βαθμό που μπορούσε να εκφέρει άποψη, καθώς η μετανάστευση είναι ζήτημα ενός κυρίαρχου κράτους, και η ΕΣΣΔ, ακόμα και μετά την ανατροπή της θέσης της για ενιαίο κράτος, υπερψηφίζοντας και στηρίζοντας αργότερα το ψήφισμα της 29/11/1947, επιθυμούσε ανεξάρτητα κράτη.

Σε αυτό ακριβώς το ζήτημα («ανεξαρτησία»), με στόχο, όπως πάντα, να θολώσουν τη διαχωριστική τους γραμμή από τον μαρξισμό-λενινισμό, είναι που, εν προκειμένω, «πάτησαν» οι ρεβιζιονιστές και πέτυχαν την ανατροπή της σοβιετικής πολιτικής και στο Παλαιστινιακό, με την υπερψήφιση της διχοτόμησης, και αυτό είναι δίδαγμα για το σήμερα: Η ανάλυση του κόσμου βάσει των αντιθέσεων των ιμπεριαλιστών, σε βαθμό που να υποτιμά την (ισχυρότερη) αντίθεση «ιμπεριαλισμός-λαοί», υπερτίμησε εν προκειμένω τις αγγλοαμερικανικές αντιθέσεις (και αυτό «πατούσε» στην σοβιετική ανάγκη για ρήγμα στο ανεγειρόμενο εκείνα ακριβώς τα χρόνια ψυχροπολεμικό μπλοκ) και προτεραιοποίησε την υπόθεση της εκδίωξης ενός ιμπεριαλισμού, του αγγλικού (Οι ρεβιζιονιστές «πάτησαν» και στην γενικότερη άγνοια της ΕΣΣΔ για τα της Μ. Ανατολής, καθότι νεοεισελθείσα ως «μεγάλη δύναμη» μεταπολεμικά, κάτι που οδηγούσε σε γενικεύσεις, προερχόμενες από την υποτίμηση των ενδοαραβικών αντιθέσεων, και στο ότι η ΕΣΣΔ καλούταν να πάρει θέση αφότου άλλοι είχαν δημιουργήσει μια ντε φάκτο κατάσταση σε ένα θέμα, εν προκειμένω με τις διακοινοτικές ταραχές). Όμως, αυτό που πέτυχε η διχοτόμηση ήταν παράταση του βίου του αγγλικού ιμπεριαλισμού στην περιοχή, διείσδυση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, δηλαδή, συνολικά ενίσχυση του ιμπεριαλισμού, πόλεμος, όξυνση των ήδη υπαρκτών και δημιουργία νέων ενδοαραβικών αντιθέσεων (για τις οποίες δεν είχε σε βάθος γνώση η ΕΣΣΔ, πολλώ δε μάλλον δυνατότητες παρέμβασης), ενώ ακόμα το κομμουνιστικό κίνημα στην περιοχή πληρώνει την τότε σοβιετική στάση στον ΟΗΕ.

Ακόμα, όμως, και το ρεβιζιονιστικό αυτό κοντόθωρο σκεπτικό που, εν προκειμένω, προσωρινά επικράτησε (και, μετά το 1956, έγινε κανόνας), βασιζόταν, όχι όπως λένε οι φιλοσιωναζί  σε κάποιον σοβιετικό φιλοσιωνισμό, έστω και ξαφνικό, ή ως αποτέλεσμα της νίκης στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ή του Ολοκαυτώματος, το οποίο το θυμήθηκε κάπου στο 1947 και ενώ τα 2,5 πρώτα μεταπολεμικά χρόνια ήταν υπέρ του ενιαίου κράτους, αλλά σε γεωπολιτικές θεωρήσεις (ότι τάχα και με τη διχοτόμηση θα έχανε ο ιμπεριαλισμός). Πώς αλλιώς θα αντιπαρατιθόταν σε μια μαρξιστική-λενινιστική θέση και θα παρουσιαζόταν ως τέτοια;

Συνοψίζοντας, ακόμα και στα πλαίσια του μεταπολεμικού μπρα ντε φερ ρεβιζιονιστών και μαρξιστών-λενινιστών στην ΕΣΣΔ (που δεν περιοριζόταν σε πρόσωπα, αλλά εκφραζόταν και σε πολιτικές), η επίσημη σοβιετική διπλωματική και μόνο στήριξη (η οποία, όπως και σε άλλα θέματα της εποχής, δεν ήταν καθοριστική για την τροπή του ζητήματος, άσχετα τι έλεγαν ενίοτε οι μεν και οι δε για διπλωματικούς σκοπούς, και οι εβραίοι κομμουνιστές και οι κάθε λογής αντικομμουνιστές και αντισημίτες για πολιτικούς σκοπούς), η οποία προήλθε μετά την ανατροπή τον Νοέμβρη του 1947 της σοβιετικής θέσης υπέρ ενιαίου κράτους στην Παλαιστίνη, ήταν όχι στο σχέδιο του σιωνισμού (εκπρόσωποι του οποίου, την ίδια ώρα, όχι μόνο επικρίνονταν ιδεολογικά, αλλά και συλλαμβάνονταν στην ΕΣΣΔ και σε άλλες ΛΔ, λόγω σύνδεσής του με τον ιμπεριαλισμό και όχι απλώς λόγω «εθνικισμού» τους, και ενώ συνεχιζόταν η σοβιετική στήριξη στην Εβραϊκή Αυτόνομη Περιφέρεια στο Μπιρομπιτζάν), αλλά στο σχέδιο της πλειοψηφίας της Επιτροπής του ΟΗΕ για την Παλαιστίνη (UNSCOB) στο οποίο βασίστηκε το ψήφισμα της ΓΣ του ΟΗΕ της 29/11/1947, που, μεταξύ άλλων, προέβλεπε και «εβραϊκό» (καθότι με αρχικά 49% αραβική μειονότητα) δημοκρατικό (όχι σιωνιστικό) κράτος: στήριξη σε όλες τις πρόνοιές του, όχι μόνο αυτή που οι σιωναζί να επικαλούνται (αφού τη διαστρεβλώσουν και αυτή). Από αυτό πήγαζε και η κατηγορηματική απόρριψη από την ΕΣΣΔ του πολέμου που ακολούθησε και έθετε σε κίνδυνο την πλήρη εφαρμογή του ψηφίσματος. Ούτε καν, λοιπόν, το ρεβιζιονιστικό και (εκ του αποτελέσματος) εσφαλμένο σκεπτικό που επικράτησε στο θέμα του ψηφίσματος δεν μπορούν να επικαλούνται οι «προοδευτικοί» απολογητές του σιωναζισμού.

Ο λόγος στα ντοκουμέντα, που ξεκινούν με το άρθρο του γνωστού συγγραφέα Ιλία Έρενμπουργκ τον Σεπτέμβρη του 1948, με βασικό θέμα τον σιωνισμό, και φτάνουν ως την απόλυση Μολότοφ και τη λήξη του πολέμου, καθώς έπειτα αρχίζει ανοιχτά η κατιούσα στις διακρατικές σχέσεις ΕΣΣΔ-σιωνιστών, που φτάνουν ζώντος του Στάλιν στη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων, που συνοδεύτηκε από (καθυστερημένη, αλλά ευθεία) άρνηση της ύπαρξης εθνικής βάσης που να δικαιολογεί δημιουργία ξεχωριστού κράτους των εποίκων της Παλαιστίνης. Αξίζει να σημειωθεί ότι, συν τοις άλλοις, τα ντοκουμέντα αναδεικνύουν και τον εξαρχής διακηρυγμένο και έμπρακτο αντισοβιετικό και αμερικανόφιλο χαρακτήρα του σιωνιστικού καθεστώτος, που ούτε αυτό είχε ληφθεί υπόψη από την ΕΣΣΔ κατά την ανατροπή της θέσης για ενιαίο κράτος.

***

Το άρθρο αυτό, όπως αναφέρει στο από 18/9/48 διαβιβαστικό προς τον Στάλιν σημείωμα ο Μαλένκοφ, γράφτηκε κατόπιν σχετικού αιτήματος του Στάλιν πριν τις θερινές διακοπές του. Ο Έρενμπουργκ συμφώνησε στη συγγραφή τέτοιου άρθρου, αλλά μόνο με υπογραφή δική του και όχι άλλων σοβιετικών εβραίων. Στο περιεχόμενο του άρθρου και την ημερομηνία δημοσίευσής του, ο Στάλιν φέρεται να συμφώνησε, καθώς, επί του σχετικού ντοκουμέντου (АΒП РФ, ф. 3, on. 65, д. 7. л. 167-177.) αναγράφεται ότι «ο σ. Στάλιν είναι σύμφωνος».

Επειδή τα όσα γράφονται στο άρθρο Έρενμπουργκ είναι σαφή, αξίζει να επισημανθεί μόνο ότι από το άρθρο αναδεικνύεται ότι όχι μόνο η ΕΣΣΔ, αλλά και όλο το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα εν μέσω πολέμου του 1948 έκανε αγώνα ενάντια στη σιωνιστική υποκίνηση των απανταχού Εβραίων για εγκατάλειψη των χωρών τους και μετανάστευση στην Παλαιστίνη.

Το άρθρο έχει τη μορφή απάντησης του Έρενμπουργκ σε μια «επιστολή» κάποιου Αλεξάντερ Ρ. η οποία παρατίθεται στην αρχή. Για λόγους συντομίας και περιορισμού στο θέμα μας, παραλείπεται η «δευτερεύουσα πρόταση», το αρχικό τμήμα του άρθρου – στο οποίο ο Έρενμπουργκ στέκεται στο ζήτημα με το οποίο ήδη έχουμε ασχοληθεί, αυτό του εν εξελίξει πολέμου, με τον οποίο, ως γνωστόν, η ΕΣΣΔ ήταν κατηγορηματικά αντίθετη και μιλά με βαρείς χαρακτηρισμούς και γενικεύσεις, αντανακλώντας τη σοβιετική υποτίμηση του βάθους των αντιθέσεων των αραβικών κρατών μεταξύ τους, όπως θα δούμε και παρακάτω, που αποτυπώθηκαν και επί των πεδίων των μαχών, αλλά και με τους Άγγλους – και προχωρούμε στην «κύρια πρόταση», στο βασικό  περιεχόμενο του άρθρου, στο οποίο και στάθηκαν οι σιωνιστές.

Ιλία Έρενμπουργκ: Με αφορμή μια επιστολή (Πράβδα, 21/9/1948)

 (…) Πιστεύω ότι οι προοδευτικοί άντρες και γυναίκες του Ισραήλ, οι εργαζόμενοι, θα βρουν τον σωστό δρόμο εν μέσω των εξαιρετικά δύσκολων συνθηκών. Είμαι βέβαιος ότι ο σοσιαλισμός θα θριαμβεύσει σε όλον τον κόσμο, και θα θριαμβεύσει και στην Παλαιστίνη, επίσης. Όμως, παρότι πιστεύω στο μέλλον του Ισραήλ, πρέπει να απαντήσω αρνητικά στο δεύτερο ερώτημα του επιστολογράφου: συγκεκριμένα, αν η δημιουργία αυτού του κράτους αποτελεί λύση για το λεγόμενο «Εβραϊκό Ζήτημα».

Ανέκαθεν πίστευα, και ακόμα πιστεύω, ότι το «εβραϊκό ζήτημα» μπορεί να επιλυθεί παντού μόνο με τη γενική κοινωνική και, συνεπώς, πνευματική επίσης πρόοδο. Μπορεί να επιλυθεί, όχι από ουτοπιστές, ούτε από διπλωμάτες, αλλά από τους εργάτες όλων των χωρών. Θαυμάζω το θάρρος των ανδρών του Ισραήλ στην απόκρουση των επιθέσεων των βρετανών μισθοφόρων, όμως γνωρίζω ότι η επίλυση του «Εβραϊκού Ζητήματος» δεν εξαρτάται από τις στρατιωτικές επιτυχίες στην Παλαιστίνη, αλλά από τη νίκη του σοσιαλισμού επί του καπιταλισμού, από το θρίαμβο των έμφυτων στην εργατική τάξη ευγενών αρχών του διεθνισμού επί του εθνικισμού, του φασισμού και του ρατσισμού.

Το άρθρο Έρενμπουργκ αναδημοσιεύτηκε από όλο τον διεθνή κομμουνιστικό και μη Τύπο, εντός και εκτός Παλαιστίνης. Στην εικόνα, περίληψη του άρθρου στην Αλ Ιτιχάντ, όργανο του Εθνικοαπελευθερωτικού Συνδέσμου στην Παλαιστίνη, φ.18/10/48.

Οι σκοταδιστές, εδώ και πολύ μακρό χρονικό διάστημα, επινόησαν παραμύθια που αναπαριστούν τους Εβραίους ως κάποια περίεργα πλάσματα διαφορετικά από τους ανθρώπους που είναι γύρω τους. Οι σκοταδιστές ισχυρίζονται ότι οι Εβραίοι διάγουν έναν ξεχωριστό βίο από μόνοι τους, δεν μοιράζονται τις χαρές και τις λύπες των ανθρώπων με τους οποίους ζουν μαζί· οι σκοταδιστές ισχυρίζονται ότι οι Εβραίοι δεν συναισθάνονται τη χώρα που ζουν, ότι είναι αιώνια περιπλανώμενοι· οι σκοταδιστές ισχυρίζονται ότι οι Εβραίοι των διαφόρων χωρών είναι ένα σύνολο που ενώνονται από διάφορους μυστηριώδεις δεσμούς. Όλες αυτές οι επινοήσεις βρήκαν την ακραία τους έκφραση στο αισχρό βιβλίο του Χίτλερ «Ο Αγών μου», και επαναλήφθηκαν από τα SS που έθαψαν γέρους Εβραίους ζωντανούς και έριξαν νήπια Εβραίων σε γκρεμούς και φούρνους.

Ναι, οι Εβραίοι ήταν κλεισμένοι στους ίδιους και ζούσαν μια ξεχωριστή ζωή όταν αναγκάζονταν να το κάνουν. Το γκέτο δεν επινοήθηκε από Εβραίους μυστικιστές, αλλά από καθολικούς φανατικούς. Εκείνους τους καιρούς, όταν τα μάτια των ανθρώπων καλύπτονταν από το πέπλο της θρησκείας, υπήρχαν φανατικοί στις τάξεις των Εβραίων, όπως ακριβώς υπήρξαν φανατικοί στις τάξεις των Καθολικών, των Προτεσταντών, των Ορθόδοξων Χριστιανών και των Μουσουλμάνων. Όμως, όταν οι πόρτες των γκέτο άνοιγαν, όταν το πέπλο της νύχτας του μεσαίωνα άρχιζε να απομακρύνεται, οι Εβραίοι των διαφόρων χωρών απολάμβαναν τη γενική ζωή των χωρών.

Ναι, πολλοί Εβραίοι έφυγαν από τους γενέθλιους τόπους τους και μετανάστευσαν στην Αμερική. Όμως, μετανάστευσαν, όχι επειδή δεν αγαπούσαν τον γενέθλιο τόπο τους, αλλά λόγω της βίας και των προσβολών που τους αποστέρησαν την αγαπημένη αυτή γη τους. Ήταν, άλλωστε, μόνο οι Εβραίοι που ζητούσαν σωτηρία σε άλλες χώρες; Αυτό ήταν που έκαναν και οι Ιταλοί, επίσης, οι Ιρλανδοί, οι Σλάβοι από τις καταπιεζόμενες από τους Τούρκους και τους Γερμανούς χώρες οι Αρμένιοι και οι Ρώσοι μη κομφορμιστές. Οι Εβραίοι εργαζόμενοι, όπως όλοι οι άλλοι, είναι ισχυρά δεμένοι με τη χώρα στην οποία γεννήθηκαν και μεγάλωσαν.

Οι Εβραίοι ζουν σε διαφορετικές χώρες. Πολλοί από αυτούς ζουν σε χώρες όπου ζούσαν οι πρόγονοί τους εδώ και άπειρα χρόνια. Οι πρώτες μαρτυρίες για ύπαρξη Εβραίων στην Τυνησία, τη Γεωργία, την Ιταλία χρονολογούνται από την αρχαία περίοδο. Οι σκοταδιστές λένε ότι υπάρχει κάποιος μυστηριώδης δεσμός ανάμεσα σε όλους τους Εβραίους του κόσμου. Ωστόσο, υπάρχουν πολύ λίγα κοινά ανάμεσα σε έναν Τυνήσιο Εβραίο και έναν Εβραίο που ζει στο Σικάγο, που μιλά και σκέφτεται αμερικάνικα. Αν υπάρχει κάποιος δεσμός μεταξύ τους, αυτός δεν είναι παρά μυστικιστικός. Είναι ένας δεσμός που δημιουργήθηκε από τον αντισημιτισμό. Αν αύριο κάποιος μανιακός εμφανιστεί και ισχυριστεί ότι όλοι οι κοκκινοτρίχηδες ή όσοι έχουν γαλλική μύτη πρέπει να κυνηγηθούν και να εξολοθρευτούν, θα δούμε μια φυσιολογική αλληλεγγύη μεταξύ των κοκκινοτρίχηδων και μεταξύ όσων έχουν γαλλική μύτη. Οι φρικιαστικές θηριωδίες των γερμανών φασιστών, η διακηρυγμένη πολιτική τους για πλήρη εξολόθρευση των Εβραίων, μια πολιτική που εφάρμοσαν σε πολλές χώρες, η ρατσιστική προπαγάνδα, οι προσβολές που ακολουθήθηκαν από τους φούρνους του Μαϊντάνεκ – όλα αυτά έδωσαν πνοή σε ένα αίσθημα βαθιού δεσμού ανάμεσα στους Εβραίους των διαφόρων χωρών. Ήταν η αλληλεγγύη μεταξύ προσβεβλημένων και αγανακτισμένων ανθρώπων.

Ο εξαίρετος πολωνός ποιητής Τζούλιαν Τούβιμ έγραψε ένα άρθρο κατά τη διάρκεια του πολέμου με τίτλο: «Εμείς οι Πολωνοί Εβραίοι». Έγραψε για τον πατριωτισμό του: «Είμαι Πολωνός, γιατί μου το είπαν στα πολωνικά στο πατρικό μου· Πολωνός, γιατί ανατράφηκα στην πολωνική γλώσσα από μικρό παιδί, γιατί η μητέρα μου μου έμαθε πολωνικούς στίχους και τραγούδια, γιατί, όταν ήμουν νέος και συγκλονίστηκα από το πρώτο ρίγος της ποίησης, αυτό εκδηλώθηκε με στίχους στα πολωνικά. Είμαι Πολωνός, γιατί είναι στα πολωνικά που εξομολογήθηκα τις έγνοιες της πρώτης μου αγάπης και στα πολωνικά που μουρμούρισα για την ευτυχία από αυτή. Είμαι Πολωνός επίσης γιατί αγαπώ τη σημύδα και την ιτιά, περισσότερο από το φοίνικα και το κυπαρίσσι και ο Μίτσκιεβιτς και ο Σοπέν μού λένε περισσότερα από όσο ο Σαίξπηρ και ο Μπετόβεν – για λόγους που δεν μπορώ να εξηγήσω. Είμαι Πολωνός, γιατί γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Πολωνία, γιατί χάρηκα και δυσαρεστήθηκα στην Πολωνία, γιατί είναι στην Πολωνία που θέλω να επιστρέψω από την εξορία μου, ακόμα κι αν μου έταζαν παραδεισένια μακαριότητα αλλού. Είμαι Πολωνός γιατί θέλω το πολωνικό έδαφος και κανένα άλλο να με καταπιεί όταν πεθάνω». Ο Τζούλιαν Τούβιμ προχώρησε, έπειτα, για να εξηγήσει τι τον δένει με τους Εβραίους: «Το αίμα υπάρχει σε δύο μορφές: το αίμα που κυλά στις φλέβες και το αίμα που κυλά έξω από αυτές. Η μελέτη του πρώτου ανήκει στον κλάδο της φυσιολογίας. Όσοι, πέρα από τα φυσιολογικά χαρακτηριστικά, αποδίδουν στο αίμα άλλες ιδιότητες, κάποια μυστηριώδη δύναμη, όσοι, όπως τώρα βλέπουμε, μετατρέπουν πόλεις σε στάχτες, σφάζουν κόσμο και, όπως σύντομα θα δούμε, θα οδηγήσουν το ίδιο τους το έθνος σε καταστροφή. Το άλλο αίμα είναι αυτό που ο αρχηγός της σπείρας του διεθνούς φασισμού βγάζει από τις φλέβες της ανθρωπότητας, προκειμένου να αποδείξει το θρίαμβο του αίματός του επί του αίματός μου. Είναι το αίμα των εκατομμυρίων αθώων που σφάχτηκαν, το αίμα των Εβραίων και όχι το «Εβραϊκό αίμα». Γιατί λέω: «Εμείς οι Εβραίοι;» Λόγω του αίματος.»

Φυσικά, υπάρχουν εθνικιστές και μυστικιστές στις τάξεις των Εβραίων. Εκπονούν το πρόγραμμα του Σιωνισμού. Όμως δεν είναι ότι αυτοί που εποίκησαν την Παλαιστίνη με Εβραίους. Οι Εβραίοι πήγαν στην Παλαιστίνη λόγω των ιδεολόγων του μισανθρωπισμού,  των ταγών του ρατσισμού, των αντισημιτών που έδιωξαν ανθρώπους από τα σπίτια τους και τους έκαναν να μεταναστεύσουν σε μέρη μακρινά αναζητώντας όχι τόσο ευτυχία, όσο το δικαίωμα σε ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Εμείς όλοι θυμόμαστε το έπος του «Έξοδος», του πλοίου που μετέφερε στην Παλαιστίνη πρόσφυγες από την δυτική Γερμανία, ανθρώπους που από τύχη είχαν αποδράσει από τους φούρνους του Άουσβιτς και του Μαϊντάνεκ και που έπειτα βρέθηκαν να πυροβολούνται από βρετανούς στρατιώτες. Το κράτος του Ισραήλ είναι κάτι σαν πλοίο, μια κιβωτός, μια σχεδία που κρατά ανθρώπους που παρασύρθηκαν από τον αιματηρό χείμαρρο του ρατσισμού και του φασισμού.

Γιατί ο επιστολογράφος μου ο Αλεξάντερ Ρ. είναι έτοιμος να δει τη σωτηρία του στο Ισραήλ; Γιατί οι άνθρωποι που του στέρησαν τη χώρα του ακόμα κυριαρχούν στη Βαυαρία, γιατί οι γερμανοί ρατσιστές ακόμα χαίρουν της προστασίας των ρατσιστών από το Νιου Τζέρσεϋ και την Αλαμπάμα, γιατί για έναν βαυαρό Εβραίο, ο χιτλερισμός δεν είναι απλώς μια τρομακτική ανάμνηση, αλλά κάτι ακόμα ζωντανό, προστατευόμενο και καλλιεργούμενο. Γιατί δεν απομένει κάτι για τον Αλεξάντερ Ρ. υπό αυτές τις συνθήκες, αλλά να παρακάμψει τις μπάρες που θέτουν διάφοροι «παρατηρητές» και να πάρει το δρόμο του για το Ισραήλ. Όμως, ενώ αυτό θα επιλύσει το προσωπικό δράμα του Αλεξάντερ Ρ., δεν μπορεί να επιλύσει το δράμα των Εβραίων στις διάφορες χώρες  όπου το χρήμα, το ψέμα και η προκατάληψη κυριαρχούν.

Ο Ελί Μινιό, κομμουνιστής βουλευτής στο γαλλικό κοινοβούλιο (σ.parapoda: Για την ακρίβεια, Σύμβουλος στη Γαλλική Ένωση), γράφει απαντώντας στη σιωνιστική εφημερίδα «Γκαζέτ ντε Ιζραέλ»: «Μόνο στο μυαλό αντιδραστικών σιωνιστικών κύκλων μπορεί να υπάρχει η ιδέα ότι το Κράτος του Ισραήλ θα συγκεντρώσει τους Εβραίους όλου του κόσμου. Οι Γάλλοι Εβραίοι είναι γάλλοι πολίτες, είναι συγχωνευμένοι με το γαλλικό έθνος, πολέμησαν μαζί και εργάζονται μαζί. Για αυτούς, όπως για όλους τους Γάλλους, το μέλλον βρίσκεται στη νίκη επί των επιβιώσεων του φασισμού, της προδοσίας, της αδικίας και της εκμετάλλευσης» (σ.parapoda: Στο παρόν άρθρο, δεν θα ασχοληθούμε περισσότερο με τα κομμουνιστικά κόμματα των αποικιακών-δυτικών χωρών. Αυτά είναι γνωστό ότι έπασχαν περισσότερο από όλα τα άλλα ΚΚ από ευρωκεντρισμό και οπορτουνισμό έναντι του αποικιακού χαρακτήρα των χωρών τους, ιδίως το ΚΚΓ, κάτι που απέδειξε και στο αλγερινό, αλλά και στο παλαιστινιακό).

Οι ΗΠΑ έχουν τον μεγαλύτερο εβραϊκό πληθυσμό. Όταν ήμουν εκεί είδα πώς οι υπερατλαντικοί ρατσιστές προκαλούν το αίσθημα της αξιοπρέπειας των Εβραίων, των Μαύρων, των Κινέζων, των Ιταλών. Είναι προφανές ότι ο αυξανόμενος ρατσισμός στις ΗΠΑ συνιστά απειλή για τους αμερικάνους Εβραίους και είναι προφανές επίσης ότι η σωτηρία των Αμερικανών Εβραίων έγκειται όχι στο Κράτος του Ισραήλ, που δεν θα μπορούσε να εντάξει στους κόλπους του ούτε ένα μικρό τμήμα αυτών, αλλά στη νίκη της προοδευτικής Αμερικής επί της Αμερικής των ρατσιστών.

Οι σιωνιστές λένε ότι η τραγωδία που έπληξε τους Ευρωπαίους Εβραίους τα τελευταία χρόνια οφειλόταν στο γεγονός ότι οι Εβραίοι ζούσαν διάσπαρτοι ανάμεσα σε άλλα έθνη. Ας ανατρέξουμε πίσω στο φθινόπωρο του 1942: Οι ορδές του Χίτλερ είχαν τότε μπουκάρει στην Αίγυπτο και δεν βρίσκονταν μακριά από την Παλαιστίνη. Ακόμα κι αν τότε υπήρχε ένα ανεξάρτητο εβραϊκό κράτος, αυτό δεν θα μπορούσε να είχε σταματήσει τις τεθωρακισμένες μεραρχίες του Ρόμμελ. Τι ήταν αυτό που έσωσε τους Εβραίους της Παλαιστίνης εκείνη την εποχή; Το Στάλινγκραντ, η ήττα που καταφέρθηκε εναντίον των φασιστών από τον σοβιετικό λαό: γιατί, αντί να προωθηθεί προς την Ιερουσαλήμ, ο Χίτλερ υποχρεώθηκε να στρέψει την προσοχή του στο πρόβλημα της Άμυνας.

Στη μοιραία διαπάλη, ο σοβιετικός λαός τσάκισε τον εχθρό όλων των λαών – τον αιμοσταγή γερμανικό φασισμό. Ο σοβιετικός λαός έτσι έσωσε την Ευρώπη και επίσης έσωσε τις ζωές εκατομμυρίων Εβραίων. Ήμουν πρόσφατα στο Βρότσλαβ. Οι εβραίοι έποικοι εκεί προσκάλεσαν συμμετέχοντες στο Παγκόσμιο Συνέδριο Διανοουμένων να τους επισκεφτούν. Υπήρχαν μεταξύ μας πολωνοί επιστήμονες, μαύροι συγγραφείς, βραζιλιάνοι, τσέχοι. Ένα μικρό κορίτσι, μέλος των πιονιέρων, απηύθυνε τα εξής λόγια στο σοβιετικό αντιπρόσωπο: «Πείτε στον σοβιετικό λαό ότι εμείς τα εβραιόπουλα του Βρότσλαβ αποθέτουμε λουλούδια στους συμπατριώτες του που αναπαύονται στον κοινό τάφο. Πείτε στον σοβιετικό λαό ότι γνωρίζουμε ποιος μας έσωσε από τον θάνατο».

Ναι, υπάρχει μία μόνο λύση για το «Εβραϊκό ζήτημα»: η νίκη των προοδευτικών δυνάμεων της ανθρωπότητας. Υποθέστε, προς στιγμήν, ότι θα συμβεί το τρομακτικότερο πράγμα: η νίκη της παγκόσμιας αντίδρασης. Σε μια τέτοια περίπτωση, είναι αρκετά πιθανό ότι το Κράτος του Ισραήλ θα γίνει το νέο Άουσβιτς ή Μαϊντάνεκ.

Πριν τον πόλεμο, ο φασισμός βρισκόταν σε άνοδο σε διάφορες χώρες της ανατολικής και νοτιοανατολικής Ευρώπης. Οι Εβραίοι σε αυτές τις χώρες διώκονταν – αρκεί να θυμηθούμε τη «Σιδηρά Φρουρά» ή τα πογκρόμ στην προπολεμική Πολωνία. Έπειτα ήρθαν οι ναζί. Αυτοί ενθάρρυναν τους δήμιους από τα κατακάθια της κοινωνίας και οργάνωσαν τη μαζική δολοφονία των Εβραίων. Όμως, υπό την πίεση των λαών, με τη βοήθεια του σοβιετικού στρατού, έπεσαν οι φασίστες κυβερνώντες. Οι ευγενείς που προσδοκούσαν να αναβιώσουν τις προπολεμικές πρακτικές, οι διάφοροι μισοφιλελεύθεροι και μισοπογκρομιστές πέρασαν στην άλλη πλευρά του ωκεανού. Οι εργαζόμενοι πήραν την εξουσία στα χέρια τους. Και έχω δει με τι ζήλο και πατριωτισμό οι Εβραίοι στις λαϊκές δημοκρατίες ανοικοδομούν τις κατεστραμμένες πόλεις, εργαζόμενοι, σπουδάζοντας, γράφοντας βιβλία, φυτεύοντας δέντρα. Στην Πολωνία, όπου προπολεμικά οι πιλσουδσκιστές παρενοχλούσαν τους Εβραίους, δύσκολα να υπάρχει πόλη χωρίς οδό που τιμητικά να της έχει δοθεί όνομα «Ηρώων Γκέτο»: γιατί η ηρωική πάλη των Εβραίων της Βαρσοβίας έγινε ζήτημα υπερηφάνειας για ολόκληρο τον πολωνικό λαό. Όταν τα φασιστικά σκουπίδια αποπειράθηκαν ένα πογκρόμ στο Κίελτσε πριν από λίγα χρόνια, η λαϊκή κυβέρνηση τα τιμώρησε ως εχθρούς της Πολωνίας. Ο βουλγαρικός λαός πέτυχε να αποτρέψει να σταλεί μεγάλος αριθμός βουλγάρων Εβραίων στα «στρατόπεδα θανάτου». Μετά τις 9 Σεπτέμβρη, τα λαϊκά δικαστήρια καταδίκασαν τους βούλγαρους φασίστες των οποίων τα χέρια ήταν βαμμένα με αίμα Εβραίων. Σήμερα, οι βούλγαροι Εβραίοι, μεταξύ των οποίων υπάρχουν πολλοί πρώην παρτιζάνοι, εργάζονται μαζί με όλο τον βουλγαρικό λαό για να οικοδομήσουν το νέο δημοκρατικό τους κράτος. Το μέλλον τους δεν βρίσκεται στο εξωτερικό, αλλά στα βουλγαρικά μέρη της Σόφιας, του Πλόβντιβ και της Ρούσα.

(σ.parapoda: Στο σημείο αυτό ο Έρενμπουργκ αναφέρεται εκθειαστικά στη στάση του ρωσικού λαού επί τσαρισμού και επί σοσιαλισμού, και σε δηλώσεις και στάσεις του Λένιν και του Στάλιν έναντι των Εβραίων στην Ρωσία/ΕΣΣΔ, οπότε, για λόγους συντομίας, παραλείπεται).

(…)

Ας αναλογιστεί ο επιστολογράφος μου, Αλεξάντερ Ρ. τα γεγονότα της τελευταίας δεκαετίας και θα συνειδητοποιήσει ότι υπάρχει μόνο ένας τρόπος για να επιλυθεί το «Εβραϊκό Ζήτημα». Αυτή είναι η κατάργηση του «Εβραϊκού ζητήματος».

Συμπαθούμε τον αγώνα των εργαζομένων του Ισραήλ, έχουν τη συμπάθεια όχι μόνο των σοβιετικών Εβραίων, αλλά όλου του σοβιετικού λαού – δεν υπάρχουν θαυμαστές του Γκλουμπ Πασά (σ.parapoda: αξιωματικός της Βρετανίας που κατάρτιζε και είχε 30 αξιωματικούς στον στρατό της Υπεριορδανίας). Όμως, κάθε σοβιετικός πολίτης γνωρίζει ότι ένα κράτος δεν κρίνεται μόνο από τον εθνικό του χαρακτήρα, αλλά και από το κοινωνικό του σύστημα. Ένας πολίτης μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας βλέπει τον λαό κάθε αστική χώρας, και αυτό σημαίνει και τον λαό του Κράτους του Ισραήλ, ως περιπλανώμενους σε ένα σκοτεινό δάσος που δεν έχουν βρει ακόμα διέξοδο. Ένας πολίτης μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας δεν μπορεί να ζηλεύει τη μοίρα ανθρώπων που φέρουν τον ζυγό της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.

Το μέλλον των εβραίων εργαζομένων όλων των χωρών είναι δεμένο με το μέλλον της προόδου, με το μέλλον του σοσιαλισμού. Οι σοβιετικοί Εβραίοι, μαζί με όλο τον σοβιετικό λαό εργάζονται να οικοδομήσουν τη σοσιαλιστική πατρίδα τους. Δεν κοιτούν προς την Εγγύς Ανατολή: κοιτούν προς το μέλλον. Και πιστεύω ότι οι εργαζόμενοι του Κράτους του Ισραήλ, οι οποίοι δεν ασπάζονται τον μυστικισμό των σιωνιστών, τώρα κοιτούν προς βορρά, προς τη Σοβιετική Ένωση, που βαδίζει, στην πρωτοπορία της ανθρωπότητας, προς ένα καλύτερο μέλλον.

Περίληψη του άρθρου στην Palestine Post (από το 1950 Jerusalem Post), την επαύριο κιόλας της δημοσίευσής του στην Πράβντα.

***

Τον επόμενο μήνα, σε τιράζ 150.000 αντιτύπων, κυκλοφόρησε από το εκδοτικό της «Πράβντα» το στενογραφημένο κείμενο της διάλεξης του Ι. Α. Γκένιν με τίτλο «Το Παλαιστινιακό Πρόβλημα». Τα κεφάλαια της διάλεξης ήταν τα εξής: 1)Η σημασία της Παλαιστίνης για τα ιμπεριαλιστικά κράτη, 2)Η Παλαιστίνη ως τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, 3)Αγγλοαμερικανικές αντιθέσεις στο Παλαιστινιακό ζήτημα, 4)Το Παλαιστινιακό πρόβλημα στον ΟΗΕ, 5)Η ίδρυση του Κράτους του Ισραήλ, 6)Το Παλαιστινιακό ζήτημα την περίοδο της ειρήνευσης, 7)Η ΕΣΣΔ για το Παλαιστινιακό Πρόβλημα.

Όσον αφορά τον ίδιο τον πόλεμο, αναπαράγονται οι γνωστές αντιπολεμικές θέσεις, οι οποίες αντιμετωπίζοντας τον πόλεμο αποκλειστικά ως αραβοεβραϊκό και όχι και ως ενδοαραβικό, πραγματεύονταν ενιαία τις αραβικές χώρες που ενεπλάκησαν, υποτιμώντας έτσι τις βαθιές (υπαρξιακού χαρακτήρα) ανταγωνιστικές αντιθέσεις των αραβικών κρατών (παρότι κάποιες ορθά αναφέρονται από τον Γκένιν) και τον διαφορετικό βαθμό εξάρτησης κάποιων από τους Άγγλους. Π.χ. η Αίγυπτος δεν είχε ανανεώσει την ανισοβαρή συνθήκη με την Αγγλία και ήταν σε φάση απομάκρυνσης. Όχι τυχαία, προτίμησε να υπάρχει σιωνιστικό καθεστώς στη νότια Παλαιστίνη (Νεγκέβ), παρά Υπεριορδανία και πιθανώς αγγλικές βάσεις (Τελικά, αποδυναμωμένη, επέστρεψε στο «μαντρί», και μάλιστα, τυπικά, από τον Νάσερ). Το ίδιο, αν και λιγότερο, και το Ιράκ. Ακόμα και ο Αμπντάλα, βασιλιάς της πλέον εξαρτημένης από την Αγγλία εμπλεκόμενης αραβικής χώρας, της Υπεριορδανίας, είχε ανεξάρτητες από τους Άγγλους επαφές με τους σιωνιστές. Τέλος, Συρία και Λίβανος δεν καθοδηγούνταν στις κινήσεις τους από τους Άγγλους, αφού αντιτίθονταν ακριβώς στα σχέδιά τους (Αντίθετα, η διχοτόμηση και ο πόλεμος που ακολούθησε προσωρινά ενίσχυσε τα αγγλικά ερείσματα, τόσο που έκαναν το δεύτερο πραξικόπημα εντός του 1949 στη Συρία, για λίγους μήνες).

Θα σταθούμε στις λιγότερο γνωστές θέσεις της ΕΣΣΔ που υπήρχαν και προπολεμικά, αλλά διατηρήθηκαν παρά την αντίθεσή της στον πόλεμο του 1948, και οι οποίες αφορούν τον σιωνισμό, τα σιωνιστικά κόμματα, τη σιωνιστική κυβέρνηση και τη δήθεν «σοσιαλίζουσα» σιωνιστική οικονομία και ιδρύματα στην Παλαιστίνη, θέσεις για τις οποίες, όπως θα δούμε, διαμαρτυρήθηκαν οι σιωνιστές σε συναντήσεις τους  με σοβιετικούς.

Ι.Α. Γκένιν «Το Παλαιστινιακό Πρόβλημα» (εκδ. Πράβντα, Οκτώβρης 1948)

2) Η Παλαιστίνη ως τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο

 (…)Οι εβραίοι καπιταλιστές αποσπούσαν από τις βρετανικές αρχές στην Παλαιστίνη προνομιακές παραχωρήσεις. Για την άντληση ορυκτών αλάτων από τη Νεκρά Θάλασσα, στην μονοπωλιακή αγγλική εταιρία «Ποτάσα Παλαιστίνης» συμμετέχουν εβραίοι καπιταλιστές. Σε αυτούς ανήκει η «Παλαιστινιακή Ηλεκτρική Εταιρία» η οποία απόκτησε άδεια για ανέγερση και εκμετάλλευση υδροηλεκτρικού σταθμού στον Ιορδάνη, παρέχοντας ενέργεια σε όλη την Παλαιστίνη, εκτός της Ιερουσαλήμ. Στους εβραίους καπιταλιστές ανήκει σειρά βιομηχανικών επιχειρήσεων. Οι σιωνιστές είχαν, επίσης, σειρά πολιτικών προνομίων. Κατ’ αυτό τον τρόπο, το εβραϊκό σιωνιστικό κεφάλαιο χρησίμευσε ως κοινωνικό στήριγμα του βρετανικού ιμπεριαλισμού στην Παλαιστίνη.

Τα εβραϊκά εποικιστικά τραστ άρχισαν να αποκτούν στην Παλαιστίνη εκτάσεις αποκτώντας τες από παραχώρηση από βρετανικές αρχές, καθώς και από εξαγορά τους από άραβες φεουδάρχες ιδιοκτήτες, οι οποίοι προηγουμένως έδιναν τη γη με ενοίκιο στους φελάχους (άραβες αγρότες). Οι σιωνιστές, έτσι, συχνά με τη βία έδιωχναν τους φελάχους από την γη που καλλιεργούσαν.

Τα καπιταλιστικά εβραϊκά εποικιστικά τραστ συγκέντρωσαν στα χέρια τους ως το 1945 178.000 εκτάρια γης. Το μεγαλύτερο εποικιστικό τραστ αποτελεί το «Εβραϊκό Εθνικό Ταμείο», το οποίο έχει πάνω από 82 χιλιάδες εκ. γης, δηλαδή, σχεδόν τη μιση εβραϊκή γη στην Παλαιστίνη. Η υπόλοιπη γη βρίσκεται στα χέρια του άλλου εποικιστικού τραστ της «Παλαιστινιακής Εβραϊκής Εποικιστικής Εταιρίας» και μεμονωμένων πλούσιων εποίκων. Οι εκτάσεις των εποικιστικών τραστ, ιδίως του «Εβραϊκού Εθνικού Ταμείου» παραχωρούνται με ενοίκιο σε έποικους και αγροτικούς συνεταιρισμούς.

Οι έποικοι και οι συνεταιρισμοί βρίσκονται υπό πλήρη εξάρτηση από τα καπιταλιστικά μονοπώλια. Στους κόλπους του, εξέχοντα ρόλο παίζουν οι καπιταλιστικές τράπεζες, η εταιρία «Τνούβα», που μονοπώλησε την πώληση της αγροτικής παραγωγής, η οργάνωση «Κέρεν Χα-ιεσόντ», που απασχολείται με την πίστωση των αγροτικών, βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων. Όλος ο εβραϊκός πληθυσμός που κατέχει γη βρέθηκε σε συνθλιπτική εξάρτηση από αυτά τα μονοπώλια. Στα σιωνιστικά αγροκτήματα εργάζονται όχι λίγοι εργάτες γης – εβραίοι και άραβες.

Την εξαγορά γης από τους σιωνιστές οι βρετανικές αρχές στην Παλαιστίνη τη χρησιμοποίησαν για τους δικούς τους πολιτικούς σκοπούς. (…)

5) Η ίδρυση του Κράτους του Ισραήλ

Ενώ στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ συζητιόταν το ζήτημα της κηδεμονίας, έφτασε η ώρα της λήξης της Εντολής που είχε η Αγγλία επί της Παλαιστίνης, η 15η Μάη 1948.

Την παραμονή αυτής της ημερομηνίας, στις 14 Μάη 1948, το «Εβραϊκό Εθνικό Συμβούλιο», βασιζόμενο στο ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών της 29ης Νοέμβρη 1947, ανακήρυξε την ίδρυση εβραϊκού κράτους υπό την ονομασία «Κράτος του Ισραήλ».

Το «Εβραϊκό Εθνικό Συμβούλιο», ταυτόχρονα, ανακήρυξε το εκτελεστικό του όργανο ως την προσωρινή κυβέρνηση του Κράτους του Ισραήλ με προσωρινή πρωτεύουσα την πόλη Τελ Αβίβ. Με αυτόν τον τρόπο, η προσωρινή κυβέρνηση του κράτους του Ισραήλ δεν αποτελεί κυβέρνηση εκλεγμένη από τον εβραϊκό πληθυσμό της Παλαιστίνης βάσει δημοκρατικών αρχών. Η κυβέρνηση αποτελείται από υπουργούς που αντιπροσωπεύουν αποκλειστικά κόμματα που έχουν προσχωρήσει στη σιωνιστική οργάνωση ή πρόσκεινται σε αυτή.

Τι αντιπροσωπεύει η σιωνιστική οργάνωση στο κράτος του Ισραήλ όσον αφορά τα ταξικά συμφέροντα, τις πολιτικές επιδιώξεις και την ιδεολογία; Ο σιωνισμός είναι ένα αστικό, αντιδραστικό ρεύμα. Είναι εχθρικός προς το εργατικό κίνημα, καθώς συγκαλύπτει τις ταξικές αντιθέσεις στον εβραϊκό λαό και προσπαθεί να απομακρύνει τις εβραϊκές εργαζόμενες μάζες από τον ταξικό αγώνα.

Η σιωνιστική οργάνωση δεν είναι ενιαία όσον αφορά την κοινωνική της σύνθεση. Σε αυτή βρίσκονται εκπρόσωποι της μεγάλης και της μικρής αστικής τάξης, τεχνίτες της πόλεις, αγρότες-έποικοι, καθυστερημένα στρώματα εργατών. Έχει διάφορες ομαδοποιήσεις, όμως όλες πρόσκεινται στην αστική-εθνικιστική ιδεολογία.

Δεξιά πτέρυγα της σιωνιστικής οργάνωσης αποτελεί η Γενική Σιωνιστική Οργάνωση – οι λεγόμενοι «Γενικοί Σιωνιστές». Αυτό είναι ένα κόμμα της μεγάλης εβραϊκής αστικής τάξης. Ο ηγέτης του είναι ο προσωρινός πρόεδρος του Κράτους του Ισραήλ Χάιμ Βάισμαν.

Μεγάλο πολιτικό ρόλο στο σιωνιστικό κίνημα παίζει το Εργατικό Κόμμα του Κράτους του Ισραήλ (Μιφλεγκέτ Ποάλεϊ Έρετς Ίζραελ), εν συντομία αποκαλούμενο «Μάπαϊ». Πρόκειται για σοσιαλσοβινιστικό κόμμα τύπου δεξιών σοσιαλιστών. Στις τάξεις του έχει εκπροσώπους της μικροαστικής τάξης και καθυστερημένα στρώματα εργατών, στέκεται σε θέσεις αστικού εθνικισμού και ασκεί πολιτική ταξικής συνεργασίας με την μεγαλοαστική τάξη. Το Εργατικό Κόμμα του Κράτους του Ισραήλ καθοδηγεί τη Γενική Συνομοσπονδία Εργαζομένων «Χίσταντρουτ». Στη «Χίσταντρουτ» περιλαμβάνονται όχι μόνο συνδικάτα, αλλά και μικρές επιχειρήσεις, καθώς και παραγωγικοί αγροτικοί συνεταιρισμοί, πιστωτικές εταιρείες, η εργατική τράπεζα και το Πρακτορείο Εποικισμού.

Στις τάξεις της σιωνιστικής οργάνωσης υπάρχει, ακόμα, το όχι μεγάλο κόμμα «Μιζράχι» ή «Ορθόδοξο Σιωνιστικό Κόμμα» που εκπροσωπεί ακραίους αντιδραστικούς, κληρικαλικούς κύκλους της σιωνιστικής αστικής τάξης.

Στους σιωνιστές πρόσκειται και το κόμμα των «σιωνιστών-ρεβιζιονιστών» ή «Νέα Σιωνιστική Οργάνωση». Αυτό το κόμμα, όπως και το «Μιζράχι» είναι ακροδεξιό αστικό κόμμα. Τα μέλη του κόμματος των «σιωνιστών-ρεβιζιονιστών» είναι υποστηρικτές τρομοκρατικών ενεργειών στρεφόμενων εναντίον των Αράβων.

Τα αναφερόμενα κόμματα, ως πρόσφατα, διάκειντο υπέρ της ίδρυσης εβραϊκού κράτους σε όλα τα εδάφη της Παλαιστίνης. Έπειτα, όλα εκτός από τους «σιωνιστές-ρεβιζιονιστές» συμφώνησαν με την απόφαση του ΟΗΕ για σχηματισμό στην Παλαιστίνη δύο κρατών – εβραϊκού και αραβικού.

Στη σιωνιστική οργάνωση πρόσκειται επίσης το Ενωμένο Εργατικό Κόμμα, αλλιώς αποκαλούμενο «σοσιαλιστικό ενιαίο κόμμα». Δημιουργήθηκε το Γενάρη του 1948 από την ένωση τριών σιωνιστικών κομμάτων: «Χασομέρ Χατσάιρ» (Νέος Φρουρός), «Λεαχντούντ Χααβοντά»(Ενωμένη Εργασία) και «Αριστερή Ποάλεϊ Τσίον».

Το Ενωμένο Εργατικό Κόμμα παλαιότερα διατηρούσε την άποψη ότι στην Παλαιστίνη πρέπει να ιδρυθεί διεθνικό αραβοεβραϊκό κράτος, στο οποίο θα ζούσαν ειρηνικά και θα συνεργάζονταν μεταξύ τους Εβραίοι και Άραβες. Ακολούθως, αυτό το κόμμα προσχώρησε, όπως και η πλειοψηφία των άλλων σιωνιστικών κομμάτων, στην απόφαση του ΟΗΕ και συνεχίζει να δηλώνει υπέρ της προσέγγισης των δύο λαών.

Στο συνέδριο ενοποίησής του, το Ενωμένο Εργατικό Κόμμα διακήρυξε ότι προσβλέπει σε διεύρυνση της συνεργασίας και αμοιβαίας κατανόησης με τις πραγματικά δημοκρατικές χώρες όλου του κόσμου και πρώτα από όλα με τη Σοβιετική Ένωση και τις λαϊκοδημοκρατικές χώρες. Στην πράξη της, η καθοδήγηση του Ενωμένου Εργατικού Κόμματος διάκειται ενάντια στο ενιαίο μέτωπο με το κομ.κόμμα του Κράτους του Ισραήλ. (σ.parapoda: Οι επόμενες τρεις παράγραφοι αναφέρονται – εκθειαστικά –  στο ΚΚΙ., οπότε παραλείπονται) (…)

Καθοδηγητικό ρόλο στην κυβέρνηση του Κράτους του Ισραήλ παίζει το Εργατικό Κόμμα του Κράτους του Ισραήλ «Μάπαϊ». Ο ηγέτης του, Μπεν Γκουριόν,  κατέχει το πόστο του πρωθυπουργού. Στο ίδιο κόμμα ανήκει και ο υπουργός εξωτερικών Σέρτοκ. Στα χέρια του Εργατικού Κόμματος του Κράτους του Ισραήλ βρίσκονται επίσης τα χαρτοφυλάκια του υπουργού οικονομικών και του υπουργού οδικών επικοινωνιών. Τα πόστα του υπουργού εσωτερικών και του υπουργού εμπορίου, βιομηχανίας και τροφοδοσίας κατέχουν εκπρόσωποι των «Γενικών Σιωνιστών». Στην κυβέρνηση βρίσκονται δύο εκπρόσωποι του κληρικαλικού κόμματος «Μιζράχι» και εκπρόσωπος των «σιωνιστών-ρεβιζιονιστών». Το Ενωμένο Εργατικό Κόμμα επίσης εκπροσωπείται στην κυβέρνηση με δύο μέλη του. Το κομμουνιστικό κόμμα δεν βρίσκεται στις τάξεις της προσωρινής κυβέρνησης. (σ.parapoda: Ακολούθως, το κεφάλαιο συνεχίζει με την αναγνώριση του κράτους αυτού από την ΕΣΣΔ, τις ΗΠΑ κλπ. και τα του πολέμου).

***

Παρά, λοιπόν, την ενιαία αντιμετώπιση και άρα συλλήβδην κατακεραύνωση όλων των εμπλεκόμενων αραβικών κρατών στον πόλεμο του 1948, η ΕΣΣΔ, όπως βλέπουμε στη μπροσούρα του Γκένιν, διατηρούσε την προπολεμική θέση της Κομιντέρν για τον σιωνισμό και τη δήθεν «σοσιαλίζουσα» οικονομία του.

Επίσης, η ΕΣΣΔ δεν «χαριζόταν» στους εκπροσώπους του σιωνιστικού (όπως αποδεικνυόταν) κράτους για την μη διπλωματική, σχεδόν εχθρική αντιμετώπιση της σοβιετικής διπλωματικής αντιπροσωπείας. Σε συνάντηση του συμβούλου της σοβιετικής αποστολής Μ. Λ. Μούχιν με τον Γενικό Διευθυντή του σιωνιστικού υπ.εξ. Εϊτάν στις 20/9/1948, δηλαδή και πριν τη δημοσίευση του άρθρου του Έρενμπουργκ, ο Μούχιν καταγγέλλει: 1) την έλλειψη μόνιμης αστυνομικής φύλαξης του ξενοδοχείου που κατέλυσαν οι σοβιετικοί, με αποτέλεσμα κάποιοι να αφαιρέσουν τη σοβιετική σημαία από το διπλωματικό αυτοκίνητο και να του προκαλέσουν ζημιά, 2)την έλλειψη απόδοσης του μικρού εκείνου διαμερίσματος που προοριζόταν για τον επικεφαλής της αποστολής και στο οποίο ακόμα παρέμενε τεχνικός των πρώην ενοίκων, δεν είχαν γίνει οι απαραίτητες επιδιορθώσεις, ούτε καν υπήρχε τηλέφωνο, 3)την έλλειψη έστω και πληροφόρησης για το πού θα κατέλυε το υπόλοιπο προσωπικό της αποστολής, 4)δεν είχε καν λυθεί το ζήτημα της διατροφής της αποστολής, δεν είχαν δοθεί δελτία, ενώ ακόμα και δεύτερο καφέ (!) αρνήθηκαν οι σιωνιστές στον επικεφαλής της αποστολής (Δεν θα γίνει λόγος εδώ για την ρωσική περιουσία στην Παλαιστίνη – που το 1939 αποτιμούταν στις 18 εκ. στερλίνες – που οι σιωνιστές αρνούνταν να αποδώσουν στην ΕΣΣΔ).

Στην ίδια συνάντηση, ο σιωνιστής εκπρόσωπος έθεσε στον σοβιετικό αντιπρόσωπο το ζήτημα της σοβιετικής παρακίνησης των ευρισκόμενων στην Παλαιστίνη υπηκόων της να μην κατατάσσονται στον σιωνιστικό στρατό:

«Στο τέλος της συζήτησης με τον Εϊτάν, ο Φρίντμαν (σ.parapoda: επικεφαλής του τμήματος Ανατολικής Ευρώπης του σιωνιστικού υπ. εξ.), ξεπροβοδίζοντάς μας, μου ζήτησε να πάμε μαζί του στο γραφείο του. Εδώ μου ανακοίνωσε ότι κάποιοι σοβιετικοί πολίτες, αναφερόμενοι σε προφορικές υποδείξεις από εργαζόμενους της προξενικής αποστολής, αρνήθηκαν να καταταγούν στον ισραηλινό στρατό. Προς τούτο, ο Φρίντμαν είπε ότι έχουν, για παράδειγμα, συμφωνία με τον πολωνό πρόξενο, ο οποίος δεν αναμειγνύεται με την επιστράτευση των υπηκόων του, όμως, σε περίπτωση ανάγκης, με επιστολή του, αυτοί άμεσα απελευθερώνουν από κάθε επιστράτευση οποιοδήποτε πρόσωπο. “Για εσάς αυτό, φυσικά, δεν μπορεί να χρησιμεύει ως οποιαδήποτε βάση”, πρόσθεσε, “όμως, θα ήθελα να γνωρίζω την προσωπική σας άποψη” (σ.parapoda: Πιθανώς έψαχνε ως και να «ψαρέψει» σε προσωπικό επίπεδο – κοινώς, να δωροδοκήσει – τον σοβιετικό απεσταλμένο, όπως πιθανώς έκανε με τον πολωνό. Στη διπλωματία, προσωπικές απόψεις δεν ζητούνται, πολλώ δε μάλλον χαμηλόβαθμων στελεχών. Ο σοβιετικός, ωστόσο, απεσταλμένος απάντησε ευθέως στον σιωνιστή, πρακτικά επιβεβαιώνοντας την συγκεκριμένη σοβιετική πρακτική και περνώντας στην αντεπίθεση:)

Εγώ σε αυτό απάντησα, ότι “προσωπικά, ξέρω μόνο τον γενικό διεθνή κανόνα, ότι οι πολίτες ενός κράτους δεν υπόκεινται σε επιστράτευση στον στρατό άλλου κράτους”. Και, περαιτέρω, πρόσθεσα ότι “μου είναι γνωστό το γεγονός ότι οι ισραηλινές αρχές δεν επιστράτευσαν, αλλά προσέλκυσαν σε εργασία στη στρατιωτική διεύθυνση έναν σοβιετικό πολίτη, ειδικό στην επιδιόρθωση αυτοκινήτου, του οποίου παρακρατήθηκε ο μισθός και αυτός, υπό αυτές τις συνθήκες, δεν προέβη σε κάποια διαμαρτυρία”.

Ο Φρίντμαν πέταξε την απάντηση ότι “αυτό, πράγματι, κοστίζει ακριβά, όμως δεν δημιουργεί προηγούμενο και πρέπει να το σκεφτούμε”. (Πηγή: АВП РФ (Αρχείο Εξωτερικής Πολιτικής Ρωσικής Ομοσπονδίας) ф. 089, on. 1, n. 1, д. 4, л. 52-53.)

***

Βολιδοσκόπηση των εκπροσώπων του σιωνιστικού καθεστώτος για το εύρος των δυνατοτήτων τους για να προπαγανδίζουν στους σοβιετικούς πολίτες εβραϊκής καταγωγής την έξοδό τους από την ΕΣΣΔ έγινε την ίδια μέρα δημοσίευσης του άρθρου του Έρενμπουργκ, στις 21/9/48. Ο απεσταλμένος των σιωνιστών στη Μόσχα, Μ. Ναμίρ, συζήτησε με τον αναπληρωτή επικεφαλής του προξενικού τμήματος του σοβιετικού Υπ. Εξ. Ι.Μπ. Κόνζουκοφ. Ο τελευταίος ρωτήθηκε για δύο τυπικά, αλλά ουσιαστικά για την προπαγάνδα μέσα: Πρώτον, τον τρόπο με τον οποίο θα αποκτούσε η αντιπροσωπεία βίζες εξόδου από την ΕΣΣΔ για «συνεργάτες και διπλωματικούς ταχυδρόμους». Δεύτερον, για το πώς γίνεται η αναζήτηση προσώπων στην επικράτεια της ΕΣΣΔ (ώστε να στέλνεται  σχετικό προπαγανδιστικό έντυπο υλικό, όπως θα δούμε αργότερα). Ο Κόνζουκοφ τον παρέπεμψε στο σχετικό γραφείο του σοβιετικού Ερυθρού Σταυρού και της σοβιετικής Ερυθράς Ημισελήνου, ενώ για αναζητήσεις για επίσημους σκοπούς μέσω του σοβιετικού Υπ.Εξ. (Πηγή: АВП РФ. ф. 089, on. 1, n. 1, д. 2, л. 10.)

***

Οι σιωνιστές κατάλαβαν ότι οι Σοβιετικοί τούς ξέκοψαν εξαρχής κάθε «διευκόλυνση» στην προπαγάνδα τους εντός ΕΣΣΔ, οπότε η Μέιερσον (Γκόλντα Μέιρ), τότε πρώτη απεσταλμένη στην ΕΣΣΔ, έστειλε στον υπ.εξ. του σιωνιστικού καθεστώτος Μ. Σέρτοκ στις 24/9/48 επιστολή που έγραφε ότι «παρά τη θετική εκτίμηση των επανειλημμένων δηλώσεων των αρχών για την αδιάκοπη υποστήριξη του Ισραήλ, καθώς και τις ανοιχτές εκδηλώσεις φιλικής στάσης τους προς την κυβέρνησή μας» (τα παρεπόμενα, δηλαδή, ζητήματα, στα οποία στέκονται σήμερα όσοι θέλουν να παρασύρουν προοδευτικούς ανθρώπους στον σιωναζισμό), «η κυβέρνησή μας δεν μπορεί να αγνοήσει τα ακόλουθα:

Α) Στις φιλικές δηλώσεις των Ζόριν και Γκούσεφ, αναπληρωτών του Μολότοφ, καθώς και του Μπακούλιν (σ.parapoda: σε συναντήσεις που έγιναν κατά σειρά στις 15, 17 και 15 του ίδιου μήνα), υπήρξαν επισημάνεις από τις οποίες κανείς μπορεί να συνάγει ότι το πρόβλημα του επαναπατρισμού υπάρχει μόνο σε σχέση με χώρες που δεν ανήκουν στο ανατολικό μπλοκ, και ότι η χώρα μας, λόγω του μικρού της μεγέθους, είναι αδύνατο να αποδεχτεί όλα τα εκατομμύρια Εβραίων που ζουν σε άλλα κράτη. Για αυτό, οι Εβραίοι πρέπει να παλέψουν για τον σοσιαλισμό σε κάθε χώρα.

Β)Ο Τύπος δικαιολογεί την υποστήριξή προς τον πόλεμό μας από το γεγονός ότι αντίπαλοί μας είναι, στην ουσία, ιμπεριαλιστές, όμως ο σκοπός μας είναι πλήρης ανεξαρτησία.

Γ)Το άρθρο του Έρενμπουργκ στην Πράβντα της 21 Σεπτέμβρη είναι, στην ουσία, υπέρ του Ισραήλ και κατά του σιωνισμού: απορρίπτει την ιδέα του επαναπατρισμού από την ΕΣΣΔ, τη Βουλγαρία και τις υπόλοιπες λαϊκές δημοκρατίες, υποστηρίζει ότι εμείς έχουμε καπιταλιστικό καθεστώς, αναπαράγει απόσπασμα τοποθέτησης του Μικούνις στο Κρατικό Συμβούλιο ως απόδειξη του ότι η εξουσία, στα καθ’ ημάς, δεν ανήκει στους εκπροσώπους των εργατών.

Η Εβραϊκή Αντιφασιστική Επιτροπή δεν έχει ακόμα απευθυνθεί προς εμάς, θα πάμε εμείς να έρθουμε σε επαφή μαζί της.

Δ)Κοντινός προς τους κομμουνιστές βρετανός δημοσιογράφος, που μας βλέπει με συμπάθεια, επέστρεψε από κοινό ταξίδι με τον Έρενμπουργκ από την Πολωνία και αναφέρει ότι η κυβέρνηση αυτής της χώρας συζητά το πρόβλημα του επαναπατρισμού και κλίνει να πάρει αρνητική θέση.

Ε) Σε συζήτηση με εκπροσώπους του Υπ.Εξ. και τον πολωνό πρέσβη, έγινε αισθητό ότι είναι πεπεισμένοι για τον αντιβρετανικό προσανατολισμό μας, όχι όμως για την ικανότητά μας να είμαστε ανεξάρτητοι από τις ΗΠΑ. Αξίζει και εδώ να θέσουμε εμείς το ζήτημα της εισόδου της Υπεριορδανίας στον ΟΗΕ;» (Πηγή: ISA. 130.09/2325/4).

Όπως φαίνεται και από το κείμενο της Μέιρ, οι Σοβιετικοί από πολύ νωρίς (αν και μετά την αναγνώρισή του) άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι το σιωνιστικό κράτος περιέπεφτε (αν δεν ήταν εξαρχής) υπό την επιρροή των ΗΠΑ, δηλαδή, ότι όχι μόνο ο ιμπεριαλισμός γενικά στην περιοχή δεν ηττάται, αλλά έρχεται και άλλος ένας ιμπεριαλισμός, ο αμερικανικός. Ακόμα χειρότερα, οι σιωνιστές, με το να δηλώσουν, λίγο αργότερα, ότι δεν τους ενδιαφέρει η τύχη του εναπομείναντος κομματιού της Παλαιστίνης, αν θα ανήκει σε ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος ή θα καταληφθεί από την Υπεριορδανία, ανοιχτά έριχναν γέφυρα φιλίας και στον αγγλικό ιμπεριαλισμό. Το σκεπτικό για την ανατροπή της σοβιετικής θέσης περί ενιαίου κράτους στην Παλαιστίνη και για την υπερψήφιση του ψηφίσματος της ΓΣ του ΟΗΕ είχε κιόλας χρεοκοπήσει.

Αναφορικά με τις ΗΠΑ, θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτές μπορεί να αναγνώρισαν ντε φάκτο 11 λεπτά μετά την ανακήρυξη ίδρυσής του το σιωνιστικό κράτος, όμως ντε γιούρε δεν το έκαναν παρά μετά τις αμερικανικές εκλογές (ώστε, στο μεταξύ, να αυξάνουν τη διείσδυσή τους και σε αραβικές χώρες, όπως η Συρία, στην οποία, μάλιστα, οργάνωσαν τον Μάρτη του 1949 πραξικόπημα, χάρη στο οποίο άρχισαν τον επόμενο μήνα συνομιλίες και υπογράφτηκε τον Ιούλιο του 1949 ανακωχή με τους σιωνιστές, με την οποία αποχώρησαν οι Σύριοι από μεγάλο τμήμα εδαφών που είχαν κερδίσει ως τότε). Έτσι, οι σχέσεις σιωνιστών με τις ΗΠΑ έπρεπε να μην είναι προκλητικά πολύ δημόσιες. Αυτό, ωστόσο, δεν εμπόδιζε να υπάρχουν δημόσιες εκδηλώσεις και από τις δύο πλευρές και σιγά-σιγά κανονικές διακρατικές συμφωνίες, που μαρτυρούσαν τη σχέση. Ο υπουργός εξωτερικών του καθεστώτος, άλλωστε, ήδη στις 15/8/48 είχε δημόσια δηλώσει (και οι σοβιετικοί το είχαν καταγράψει): «Δικαιούμαστε να ελπίζουμε ότι η ΕΣΣΔ θα καταλάβει ότι το κράτος του Ισραήλ, όντας μια χώρα μαζικής μετανάστευσης και ευρύ εποικισμού, δεν θα μπορούσε να ιδρυθεί χωρίς τους αμερικανοεβραίους, χωρίς την αμερικανική κυβέρνηση».

Όμως, ακόμα και το Σεπτέμβρη του ’49, όπως αποδεικνύεται από επιστολή του Σαρέτ στον σιωνιστή πρέσβη στο Λονδίνο, αναφερόταν ότι «μια ανοιχτή έκφραση αλληλεγγύης με τη Δύση για εμάς είναι αδύνατη, λόγω των αρνητικών επιπτώσεων που θα επέφερε στη διαδικασία επαναπατρισμού. Τέτοια αλλαγή στη θέση μας θα απέκλειε κάθε πιθανότητα επανέναρξης του επαναπατρισμού από τη Ρουμανία και την Ουγγαρία. Ταυτόχρονα, θα οδηγούσε σε ακύρωση των υποσχέσεων που δόθηκαν από Πολωνία και Τσεχοσλοβακία (σ.parapoda: Για την πρώτη, βλ. παρακάτω. Για τη δεύτερη, βλ. εδώ.). Επίσης, η ελπίδα μας δεν έχει χαθεί για τον επαναπατρισμό από την ίδια την ΕΣΣΔ, αλλά μια στροφή ας προς τη Δύση πλήρως θα έθαβε αυτή την ελπίδα». Ο Σαρέτ χαρακτήριζε αυτή τη στάση από την οποία οι σιωνιστές δεν μπορούσαν να παρεκκλίνουν, «γενική γραμμή της επίσημης πολιτικής» τους (Πηγή: ISA, 130.02/2408/9).

***

Το άρθρο Έρενμπουργκ προκάλεσε την αντίδραση των σιωνιστών. Το πρακτορείο ειδήσεών τους επιτέθηκε στην ΕΣΣΔ. Έτσι, σε επιστολή του (30/9/48) στον υπ. εξ. των σιωνιστών Σέρτοκ, ο επικεφαλής του τμήματος Ανατολικής Ευρώπης του σιωνιστικού υπ. εξ. Φρίντμαν αναφέρει «ενδιαφέρουσα», όπως χαρακτηρίζει, συζήτησή του την προηγουμένη με τον σοβιετικό Μούχιν, διάρκειας άνω της ώρας, στην οποία ο ίδιος ο Μούχιν άνοιξε συζήτηση για το άρθρο του Έρενμπουγκ και, όπως μεταφέρει ο Φρίντμαν, «δεν είναι κατανοητό γιατί το Τηλεγραφικό Πρακτορείο έπρεπε να υπογραμμίσει ακριβώς τις αρνητικές (σ. parapoda: για τους σιωνιστές) πτυχές. Σίγουρα αυτό έγινε για να επιδεινώσει τις σχέσεις μεταξύ των χωρών μας. Ο Μούχιν τόνισε μία θέση του άρθρου του Έρενμπουργκ και την επανέλαβε αρκετές φορές: Το Κράτος του Ισραήλ δεν θα μπορέσει να επιλύσει το εβραϊκό πρόβλημα, ακόμα κι όταν σε αυτό θα ζουν τρία εκατομμύρια Εβραίοι. “Στην τελική, και τα 10 εκατομμύρια [των απανταχού Εβραίων] εσείς εδώ δεν θα τους φέρετε”.

Αυτό θα είναι ένα αδύναμο κράτος και “σκοτεινές δυνάμεις” θα μπορούν να το καταστρέψουν. Το κύριο είναι η διεξαγωγή ενός ευρύ αγώνα ενάντια σε οποιαδήποτε πιθανότητα ανόδου αυτών των δυνάμεων στην εξουσία.

Εν συντομία του εξήγησα την ουσία του σιωνισμού, επεσήμανα διάφορους παράγοντες εξαιτίας των οποίων ο σιωνισμός κατέστη αναγκαιότητα σήμερα για τις λαϊκές μας μάζες. Ο Μούχιν απάντησε ότι στο κύριο (κινητροδοτικό) στοιχείο στο κίνημά μας βλέπει αρνητική διάσταση – τον αντισημιτισμό. “Στην τελική, ακριβώς περί αυτού διαβάζουμε στον Χερτσλ”. Όμως, είναι εφικτό ο αντισημιτισμός να εξαφανιστεί, δεν υπάρχει πια στην ΕΣΣΔ και είναι καταδικασμένος να εξαφανιστεί στις χώρες όπου στην εξουσία υπάρχει λαϊκή δημοκρατία.

Στο σημείο αυτό, πέρασα στο πρόβλημα του ρωσικού εβραϊσμού, αναφέροντας διάφορες απόπειρες που έγιναν στην ΕΣΣΔ για την επίλυση αυτού του προβλήματος και τα αρκετά ασήμαντα αποτελέσματα. Είπα και ότι αντισημιτισμός και τώρα υπάρχει σε πολλές περιοχές του κόσμου, αλλά και στα εδάφη της ΕΣΣΔ αναγεννήθηκε στα χρόνια της γερμανικής κατοχής. Συμφώνησε μαζί μου στο ότι οι ρώσοι Εβραίοι δεν έχαιραν σε όρους πολιτιστικούς όσα και οι άλλοι λαοί, προσθέτοντας ότι, κρίνοντας από τις πληροφορίες που είχε, το σχέδιο της αυτονομίας στο Μπιρομπιτζάν δεν έχει αποτύχει και ότι οι ρώσοι Εβραίοι από τον κύκλο του σαστισμένα αντιδρούσαν στο ερώτημα γιατί εκεί δεν πάνε. Του είπα ότι το Κράτος του Ισραήλ δεν μπορεί να οικοδομηθεί χωρίς επαναπατρισμό και χωρίς σιωνισμό, ότι οι Εβραίοι στις χώρες της σημερινής τους διαμονής αποτελούν αρκετά αδύναμο παράγοντα, ανίκανο να ασκήσει αποφασιστική επιρροή στον αγώνα με τις αντιδραστικές δυνάμεις σε κάθε μία από αυτές τις χώρες. Ως παράδειγμα αναφέρθηκα στην εμπειρία των Εβραίων της Γερμανίας. Σε σειρά σημείων ο Μούχιν συμφώνησε μαζί μου, αλλά, ταυτόχρονα, εκ νέου υπογράμμισε την κύρια θέση, δανεισμένη από τον Έρενμπουργκ: ότι το εβραϊκό ζήτημα δεν μπορεί να επιλυθεί με τη βοήθεια του σιωνισμού.

Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας τέθηκαν και διάφορα ζητήματα για τη ζωή στο Ισραήλ, στα οποία εδώ δεν θα σταθώ.

Γενικά, η συζήτηση κύλησε με εποικοδομητικό και φιλικό πνεύμα.»

(Πηγή: ISA. 93.03/64/15).

Σύμφωνα, μάλιστα, με τηλεγράφημα της Μέιερσον στον γενικό διευθυντή του σιωνιστικού υπ.εξ. Ου.Εϊτάν (9/11/48), αυτή, επ’ ευκαιρία των εορτασμών για την επέτειο της Οκτωβριανής Επανάστασης, συνάντησε «τον Έρενμπουργκ δύο φορές, όμως απέφυγε τη συζήτηση». (Πηγή: ISA, J30.09/2325/4).

***

Οι κατά παράβαση κάθε διπλωματικής πρακτικής απόπειρες αλίευσης σοβιετικών Εβραίων για εποικισμό της Παλαιστίνης υπέπεσαν στην αντίληψη των σοβιετικών αρχών. Σε επιστολή του στις 6/10/48 προς τον αναπληρωτή πρόεδρο του υπουργικού συμβουλίου και υπ.εξ.της ΕΣΣΔ Μολότοφ, ο πρόεδρος του Συμβουλίου για θρησκευτικές υποθέσεις παρά τω υπουργικώ συμβουλίω Ντ.Ντ.Πολιάνσκι ανέφερε την κίνηση της Γκόλντα Μέιρ, την επομένη της επίδοσης των διαπιστευτηρίων της στη σοβιετική κυβέρνηση, να επισκεφτεί διθυραμβικά στις 11/9/48 συναγωγή της Μόσχας, όπου, στο τέλος της λειτουργίας, γονάτισε μπροστά στον ραβίνο, απηύθυνε χαιρετισμό και, ολοκληρώνοντας τη θεατρική παράστασή της, άρχισε να κλαίει. Ο Πολιάνσκι προσθέτει:

«Στις 27 Σεπτέμβρη, στη συναγωγή εμφανίστηκε ο 2ος γραμματέας της πρεσβείας κ. Λαπίντ και έδωσε στον ραβίνο επιστολή από την εβραϊκή κοινότητα του Τελ Αβίβ, συνοδεύοντας τον κύλινδρο της Τορά που είχε φέρει από την πρεσβεία ως δώρο στη συναγωγή της Μόσχας. Η πρεσβεία επιθυμεί αυτή την Τορά να την παραδώσει σε μια εορταστική ατμόσφαιρα και σε σχέση με αυτό ο κ. Λαπίντ ζήτησε από τον ραβίνο να ορίσει ημερομηνία παράδοσης και να επεξεργαστεί μια τελετή.

Πέραν αυτού, ο κ. Λαπίντ έδωσε στον ραβίνο την επαγγελματική κάρτα της κ. Μέιερσον, τον χαιρετισμό της για το νέο έτος (4 Οκτώβρη) και πακέτο με 1.500 ρούβλια. Ταυτόχρονα, διαβίβασε στον ραβίνο πρόσκληση της κ. Μέιερσον να την επισκεφτεί με 2-3 ενορίτες για προσωπική συζήτηση.

Στις 30 Σεπτέμβρη, στον ραβίνο κάλεσε στο τηλέφωνο ο 1ος γραμματέας της πρεσβείας κ. Λεβάβι, ο οποίος ζήτησε από το ραβίνο να επιτελέσει μια τελετή ελέγχου του φαγητού και των εργαλείων (αναφορικά με το «κοσέρ») στο ρεστοράν όπου τρώνε τα μέλη και οι συνεργάτες της πρεσβείας.

Στις 4 Οκτώβρη, τη μέρα της θρησκευτικής εορτής Ρος Χα-σάνα (νέο έτος), η κ. Μέιερσον, μαζί με άλλα μέλη της πρεσβείας εκ νέου επισκέφτηκαν τη συναγωγή. Όταν μπήκε στην πρεσβεία, πολυάριθμο πλήθος, τόσο εντός κτιρίου όσο και στο δρόμο την καλωσόρισε με χειροκροτήματα, τα οποία ο ραβίνος Σλίφερ προσπάθησε να διακόψει υπό το πρόσχημα ότι τέτοιες μορφές χαιρετισμού δεν μπορούν να λαμβάνουν χώρα στη συναγωγή ένα μέρος προσευχής.

Κάποια πρόσωπα εξέφρασαν δυσαρέσκεια με αυτό, δηλώνοντας: “Δυο χιλιάδες χρόνια περιμέναμε αυτό το γεγονός, πώς μπορείτε να μας απαγορεύετε να εκδηλώνουμε τα αισθήματά μας”. Στη συναγωγή και γύρω από αυτή, το πρωί της 4ης Οκτώβρη ήταν, με πρόχειρους υπολογισμούς, ως και 10 χιλιάδες άτομα.»

Το συμβούλιο για τις υποθέσεις των θρησκευτικών λατρειών έδωσε στο ραβίνο τις ακόλουθες συστάσεις, σε συμφωνία με το υπουργείο εξωτερικών της ΕΣΣΔ:

1.Μη αρνούμενος να επιτελέσει τα καθήκοντά του ως ραβίνος έναντι των μελών και των συνεργατών της πρεσβείας, να περιορίσει την επικοινωνία μαζί τους μόνο για αυτό και να μην υπεισέλθει σε κανέναν τύπο προσωπικής σύνδεσης.

2.Να απαντήσει στον χαιρετισμό της κ. Μέιερσον με αποστολή της κάρτας του, στην οποία να περιλαμβάνει κείμενο ευχαριστίας με απόσπασμα από τον κύλινδρο της Τορά.

3.Να αρνηθεί επίσκεψη επί προσωπικού στην κ. Μέιερσον, υπό το πρόσχημα πρόσφατης σοβαρής ασθένειας του ραβίνου και, ακολούθως, να κάνει με λεπτό τρόπο κατανοητό ότι προσωπική επίσκεψη από τον ραβίνο σε πιστούς, από θρησκευτικής σκοπιάς, είναι δυνατή μόνο σε εξαιρετικές συνθήκες.

Αναφορικά με το αίτημα της πρεσβείας για οργάνωση επίσημης τελετής παράδοσης της Τορά, το Συμβούλιο, δεδομένου ότι μια τέτοια τελετή αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε επίδειξη των στοιχείων του πολιτικού σιωνισμού, πολλώ δε μάλλον αφού στην επιστολή που συνόδευε τον κύλινδρο περιέχονται ευθείες σιωνιστικές αναφορές, θεωρεί απαραίτητο να συστήσει στον ραβίνο να δεχτεί τον κύλινδρο μόνο στα πλαίσια της διεύθυνσης της συναγωγής και να στείλει εξ ονόματός της στο Τελ Αβίβ απαντητική επιστολή που να επιβεβαιώνει την παραλαβή της Τορά.

Ζητώ οδηγίες σας.

Συνημμένο: αντίγραφο επιστολής από το Τελ Αβίβ.»

Στο τέλος του ντοκουμέντου υπάρχει η εξής σημείωση: «7 Οκτώβρη. Ο Πόντσεροφ μετέφερε τηλεφωνικός ότι ο σ. Μολότοφ είναι σύμφωνος με τις υποδεικνυόμενες από το Συμβούλιο πρακτικές προτάσεις» (Πηγή: ГАРФ, ф. 6991, on. 3, д. 54, л. 194-196).

***

Οι σιωνιστές επανήλθαν στο ζήτημα της προπαγάνδας τους εντός ΕΣΣΔ, εισπράττοντας για άλλη μια φορά ευγενική μεν άρνηση δε.

Σε απόρρητο υπόμνημα στις 14 Οκτώβρη του επικεφαλής του τμήματος Τύπου του σοβιετικού υπ.εξ. Β.Σ.Βασιλιένκο για τη συνάντησή του με τον επιτετραμμένο Τύπου της αποστολής των σιωνιστών Λεβάβι, κατόπιν αιτήματος του δεύτερου, αυτός γνωστοποίησε στον πρώτο, ότι η πρεσβεία του «σκέφτεται να εκδώσει, όπως και άλλες πρεσβείες και αποστολές, δελτίο πληροφοριών στη ρωσική. Στο δελτίο θα περιλαμβάνονται πληροφορίες για το Κράτος του Ισραήλ». Περαιτέρω, ο επιτετραμμένος ανέφερε ότι σκέφτονται να στέλνουν το δελτίο σε συντακτικές επιτροπές εφημερίδων, το Σοβιετινφορμπιρό, τον Ερυθρό Σταυρό και άλλους οργανισμούς.

Ο Βασιλιένκο απάντησε ότι, για αυτό το ζήτημα, η αποστολή θα πρέπει να απευθυνθεί γραπτώς στο υπουργείο εξωτερικών.

«Ο Λεβάβι επίσης ανακοίνωσε ότι, κατόπιν υπόδειξης του υπ.εξ.του κράτους του Ισραήλ, η αποστολή σκέφτεται να διανείμει περιοδικό στην ΕΣΣΔ στη ρωσική, το οποίο θα εκδίδεται στο κράτος του Ισραήλ». Ακολούθως, «ρώτησε ποια οργάνωση ασχολείται με τη διανομή περιοδικού τύπου. Απάντησα ότι για τη διανομή περιοδικού τύπου ασχολείται το Σογιουζπετσάτς.

Επιδιώκοντας να κατοχυρώσει για τους σιωνιστές το ίδιο προνομιακό καθεστώς του οποίου έχαιραν οι ΗΠΑ και η Αγγλία για αυτονόητους διπλωματικούς λόγους (αποτροπής διάσπασης της αντιφασιστικής συμμαχίας με σοβιετική πρωτοβουλία), «ο Λεβάβι ρώτησε: γίνεται το Σογιουζπετσάτς να αναλάβει να διανέμει το περιοδικό μας με τον ίδιο τρόπο που στα κιόσκια του διανέμει τα περιοδικά “Αμερική” και “Βρετανός Σύμμαχος”;

Απάντησα ότι το Σογιουζπετσάτς αποτελεί ανεξάρτητο οικονομικό οργανισμό και μου είναι δύσκολο να απαντήσω αν είναι σε θέση να αναλάβει τέτοια αποστολή» (АВП РФ, ф. 089, on. 1, и. I, д. 2, л. 20-21.).

***

Παράλληλα, οι σιωνιστές, με διάφορα προσχήματα, ξεκίνησαν να βολιδοσκοπούν τους σοβιετικούς για την μετανάστευση ανθρώπων που θεωρούσαν «δικούς τους», αρχίζοντας να ζητούν βοήθεια για «επαναπατρισμό» (δηλ. εποικισμό της Παλαιστίνης) για ασαφείς περιπτώσεις.

Στις 21 Οκτώβρη, ο επικεφαλής της διεύθυνσης προξενείων του σοβιετικού υπ.εξ.Α.Π.Βλασόφ έγραφε στην έκθεσή του για τη συνάντηση με τον σύμβουλο της σιωνιστικής αποστολής στην ΕΣΣΔ Μ. Ναμίρ, ότι, αφότου ο δεύτερος του έκανε γνωστή την καταγωγή του από την ΕΣΣΔ (για να φανεί «οικείος»), του γνωστοποίησε ότι στην περιοχή της Μπουκοβίνας και της Βεσσαραβίας (δηλαδή, εδαφών περιήλθαν στην ΕΣΣΔ το 1940 σε μια κίνηση που θεωρούταν από τους δυτικούς δυνάμει αμφιβόλου νομιμότητας, όπως περίπου και οι βαλτικές χώρες), βρίσκεται ένας αριθμός «υποκειμένων/υπηκόων του κράτους του Ισραήλ, που είχαν φτάσει για να επισκεφτούν τους συγγενείς τους. Λόγω των εχθροπραξιών δεν μπόρεσαν να πάνε στην πατρίδα τους και τώρα απευθύνονται για συνεργασία στην αποστολή του κράτους του Ισραήλ για βοήθεια για επιστροφή τους. Ο Ναμίρ είπε ότι, από την πλευρά της κυβέρνησης του κράτους του Ισραήλ, δεν υπάρχει αντίθεση για την επιστροφή τους. Ο Ναμίρ ζήτησε να συνεργήσουμε ώστε να φύγουν αυτοί οι πολίτες και υποσχέθηκε ότι επίσημο αίτημα για αυτό το ζήτημα θα στείλει αργότερα.

Απάντησα στον Ναμίρ ότι μόλις λάβω το αίτημα θα το διαβιβάσω στην ηγεσία του υπ. Εξ. της ΕΣΣΔ.

2.Ο Ναμίρ έφερε μια εφημερίδα που εκδίδεται στο Τελ Αβίβ στην οποία δημοσιεύεται στο Τελ Αβίβ στο οποίο δημοσιεύεται ανακοίνωση της αποστολής της ΕΣΣΔ στο Ισραήλ για καταγραφή των σοβιετικών πολιτών. Σε σχέση με το ότι στη Σοβιετική Ένωση, προφανώς υπάρχει ένας αριθμός υπηκόων του κράτους του Ισραήλ, ο Ναμίρ ζήτησε συμβουλή πώς θα μπορούσε να υπάρξει σύνδεση με αυτούς.

Είπα στον Ναμίρ ότι όλες οι σοβιετικές εφημερίδες και ραδιοφωνικοί σταθμοί ανακοίνωσαν την εγκαθίδρυση διπλωματικών σχέσεων ανάμεσα στην ΕΣΣΔ και το κράτος του Ισραήλ και την άφιξη της αποστολής στη Σοβιετική Ένωση, ώστε όλοι οι υπήκοοι του κράτους του Ισραήλ να μάθουν για αυτό και, κατά την άποψή μου, δεν υπάρχει ανάγκη δημοσίευσης ειδικής ανακοίνωσης.

3.Ο Ναμίρ ανέφερε ότι, μέσω του σ.Σιμπόριν έλαβε κατάλογο υπηκόων Ισραήλ-προσφύγων από τη Γερμανία και την Πολωνία, περίπου 73 ανθρώπων που βρίσκονται στο Χαρμπίν (σ.parapoda: της Κίνας), τα οποία ζητούν να τους επιτραπεί η είσοδος στο Ισραήλ. Η κυβέρνηση του κράτους του Ισραήλ είναι σύμφωνη για την είσοδο αυτών των ανθρώπων. Σε σχέση με αυτό ο Ναμίρ ζήτησε βοήθεια με την έκδοση τράνζιτ βίζα μέσω της ΕΣΣΔ καθώς, ο θαλάσσιος δρόμος από το Χαρμπίν είναι αδύνατος, λόγω του ότι το κανάλι του Σουέζ είναι κλειστό από τους Αιγύπτιους, ενώ το πέρασμα από το Γιβραλτάρ δεν επιτρέπεται από τους Άγγλους. Από τη Σοβιετική Ένωση οι πρόσφυγες μπορούν να πάνε στο Ισραήλ μέσω της Οδησσού ή μέσω της Τσεχοσλοβακίας, με την οποία το κράτος του Ισραήλ έχει τακτική αεροπορική σύνδεση. Επίσημο αίτημα για αυτό το ζήτημα θα σταλεί αργότερα.

Υποσχέθηκα να διαβιβάσω αυτό το αίτημα στην ηγεσία του υπ.εξ. της ΕΣΣΔ.

4.Ο Ναμίρ είπε ότι στην αποστολή υπάρχουν διάφορα μηνύματα από το Τελ Αβίβ για το ότι υπήκοοι του Ισραήλ έχουν στη Σοβιετική Ένωση μονάχους στενούς συγγενείς (γηραιούς πατέρες ή μητέρες κ.ά.), τους οποίους θα ήθελαν να τους φέρουν (σ.parapoda: στην Παλαιστίνη). Η κυβέρνηση του κράτους του Ισραήλ είναι σύμφωνη με την είσοδο αυτών των συγγενών. Ο Ναμίρ ρώτησε αν η αποστολή μπορεί να υπολογίζει στη συνέργεια του υπ.εξ. της ΕΣΣΔ για τη μετάβαση αυτών των ανθρώπων στο Ισραήλ. Τα έξοδα που σχετίζονται με τη μετακίνησή τους από την ΕΣΣΔ στο Ισραήλ, θα αναληφθούν από τους συγγενείς τους που βρίσκονται στο Ισραήλ και σε μεμονωμένες περιπτώσεις η βοήθεια μπορεί να δοθεί από πλευράς κυβέρνησης.

Απάντησα στον Ναμίρ ότι το αίτημα για έξοδο από την ΕΣΣΔ σοβιετικών πολιτών προς τους συγγενείς τους που βρίσκονται στο Ισραήλ εξαρτάται από τη συμφωνία και επιθυμία τους. Σε περίπτωση συμφωνίας τους, αυτοί πρέπει να θέσουν το ζήτημα της εξόδου για το Ισραήλ στα κατά τόπους όργανα της μιλίτσιας.» (Πηγή: АВП РФ, ф. 089, on. n. д. 2, л. 17-19.)

***

Οι σοβιετικοί δεν σταματούσαν να εγείρουν ζητήματα στους σιωνιστές για την αντισοβιετική τους στάση. Σε αυστηρά απόρρητη επιστολή (21/11/1948) του στον υπουργό του επί των εξωτερικών, Σέρτοκ, και στη Μέιερσον, στο Παρίσι για το πρώτο μέρος (21/9-12/12/48) της 3ης τακτικής συνέλευσης της ΓΣ του ΟΗΕ (στον οποίο οι σιωνιστές δεν είχαν ακόμα εισέλθει), ο επικεφαλής του τμήματος Ανατολικής Ευρώπης του υπ. εξ. των σιωνιστών Σ. Φρίντμαν αναφέρει ότι, στη συζήτηση στις 10/11 που είχε με τον σοβιετικό πληρεξούσιο υπουργό Γιερσόφ, ο τελευταίος, αφού συζήτησε μαζί του τις εξελίξεις στο πολεμικό μέτωπο στην Παλαιστίνη και ρώτησε τον σιωνιστή εκπρόσωπο, όπως λέει ο ίδιος, «γιατί, κατά την άποψή μας, ο Αμπντάλα δεν προσέτρεξε σε βοήθεια των Αιγυπτίων», ένδειξη κι αυτό ότι η ΕΣΣΔ δεν είχε πλήρη γνώση των αντιθέσεων των επικεφαλής των αραβικών κρατών και τον διαφορετικό βαθμό εξάρτησης Αιγύπτου-Ιορδανίας από την Αγγλία, και αφού έλαβε την απάντηση ότι «κατά τις εκτιμήσεις μας ξεκάθαρα επιδιώκει να έρθει σε συμφωνία μαζί μας [με τους σιωνιστές] μελλοντικά», «στο τέλος της συζήτησης και χωρίς καμία σχέση με το περιεχόμενό της, ο πρόξενος μας είπε ότι είδε αντισοβιετική βιβλιογραφία και αρθρογραφία σε σημεία πώλησης εντύπων (για αυτό έγραψα στην Γκόλντα). Εμείς δώσαμε μια ευγενική απάντηση, αλλά περιοριστήκαμε στις συνήθεις εξηγήσεις για τέτοιες περιπτώσεις» (Πηγή: ISA, I30AI/25I4/I).

***

Οι σιωνιστές δεν πτοήθηκαν από την ευγενική άρνηση του ραβίνου για ανάπτυξη προσωπικών σχέσεων μαζί του (ουσιαστικά, για στρατολόγησή του για διακίνηση εβραίων μεταναστών) και επανήλθαν στις πιέσεις σε αυτόν. Αυτές υπέπεσαν ξανά στην αντίληψη των σοβιετικών αρχών, όπως φαίνεται και από την παρακάτω απόρρητη επιστολή του προέδρου του συμβουλίου για θέματα θρησκευτικών λατρειών παρά τω υπουργικώ συμβουλίω της ΕΣΣΔ Ντ.Ντ. Πολιάνσκι στον αναπληρωτή υπουργό εξωτερικών της ΕΣΣΔ Β.Α.Ζόριν (30/11/1948):

«Το συμβούλιο για θέματα θρησκευτικών λατρειών παρά τω υπουργικώ συμβουλίω της ΕΣΣΔ, επιπρόσθετα στα προηγουμένως κοινοποιηθέντα στο Υπουργείο Εξωτερικών υποθέσεων της ΕΣΣΔ δεδομένα για τις δράσεις της πρεσβείας του κράτους του Ισραήλ στην ΕΣΣΔ, που σχετίζονται με τη συναγωγή στη Μόσχα, διαπιστώνει ότι κάποιοι συνεργάτες της αποστολής και ιδίως ο πρώτος σύμβουλός της, κ. Ναμίρ, ως φαίνεται προσπαθούν να καθιερώσουν στενότερες από όσο απαιτούν τελετουργικοί-θρησκευτικοί λόγοι σχέσεις με τον ραβίνο της συναγωγής της Μόσχας. Μη υπεισερχόμενο στη συζήτηση κρυφών αποπειρών, το Συμβούλιο πιστεύει ότι και μόνο το γεγονός των προσωπικών επισκέψεων στον ραβίνο από εκπροσώπους της διπλωματικής αποστολής του κράτους του Ισραήλ αναμφίβολα συμβάλλει στην καλλιέργεια ανεπιθύμητων συναισθημάτων στις τάξεις ενός συγκεκριμένου μέρους εβραίων πολιτών της ΕΣΣΔ, οι οποίοι επισκέπτονται τη συναγωγή.

Στη βάση αυτού, το Συμβούλιο συνέστησε στο ραβίνο της συναγωγής, κ. Σλίφερ Σ.Μ. να αρνηθεί, με ένα εύσχημο πρόσχημα, την προγραμματισμένη σε αυτόν επίσκεψη του κυρίου Ναμίρ, ο οποίος προτίθετο να την πραγματοποιήσει στις 30 Νοέμβρη, κάτι που τέθηκε σε γνώση του κ. Σλίφερ τηλεφωνικά από τον 2ο γραμματέα της πρεσβείας κ. Λαπίντ.

Δεδομένου, ωστόσο, ότι μια τέτοια άρνηση, αν είναι μόνο από έναν ραβίνο, θα φέρει προσωρινό και, ως εκ τούτου, ανεπαρκώς πειστικό χαρακτήρα και ότι οι απόπειρες προσωπικών επισκέψεων, προφανώς θα συνεχίσουν να υπάρχουν, το Συμβούλιο βρίσκεται σε δυσκολία, μη γνωρίζοντας πώς τέτοιες απόπειρες θα αποτραπούν μελλοντικά.

Η δυσκολία της κατάστασης επιδεινώνεται και από το γεγονός ότι ο ραβίνος, με σύσταση του Συμβουλίου ήδη το μήνα Σεπτέμβρη τ.έ., ευθέως δήλωσε στους εκπροσώπους της πρεσβείας που τον είχαν επισκεφτεί ότι οι σχέσεις του μαζί τους δεν μπορούν να εξέλθουν του πλαισίου που καθορίζεται από τους λατρευτικούς σκοπούς, δηλαδή, να γίνονται μόνο στη συναγωγή για θρησκευτικές τελετές. Όμως, αυτή η προειδοποίηση του ραβίνου στους συνεργάτες της πρεσβείας, όπως φαίνεται από τα ως άνω εκτεθέντα γεγονότα, αγνοείται.

Ζητώ να δώσετε τη γνώμη σας για το εκτεθέν σε αυτή την επιστολή ζήτημα.».

Στο ντοκουμέντο γράφεται: «Απάντηση δόθηκε και επιβεβαιώθηκε από εμένα τηλεφωνικά (στον Καρπόφ). Ι. Μπακούλιν.» (Πηγή: АВП РФ, ф. 089, on. 1, п. 2, д. 12, л. 32-33).

***

Όσο για τον Έρενμπουργκ, τελικά, καταδέχτηκε να συζητήσει με τους σιωνιστές. Σε τηλεγράφημα του προσωρινού επιτετραμμένου των σιωνιστών στην ΕΣΣΔ Μ.Ναμίρ στον γενικό διευθυντή του σιωνιστικού υπ.εξ.Ου. Εϊτάν (2/12/1948) γράφεται:

«Στη δεξίωση των Αλβανών για πάνω από μια ώρα συζητούσα με τον Έρενμπουργκ. Γνωρίζει όλα τα δημοσιεύματα εναντίον του στις εφημερίδες μας, ισχυρίζεται ότι σε αυτές περιέχονται επιθέσεις προσωπικού χαρακτήρα. Γενικά, συνεχίζει να τηρεί τη θέση ότι το Ισραήλ πρέπει να δεχτεί μόνο θύματα διώξεων. Στη Ρωσία δεν υπάρχει εβραϊκό ζήτημα και φιλικά συστήνει να εγκαταλείψουμε κάθε απόπειρα να τους παρασύρουμε στον σιωνισμό και τον επαναπατρισμό – διαφορετικά, θα θυμώσουν μαζί μας και οι αρχές και οι εκπρόσωποι της τοπικής εβραϊκής κοινότητας. Ταυτόχρονα, έμμεσα υπονόησε ότι είχε αναθεωρήσει τις απόψεις του για τον επαναπατρισμό από τις λαϊκές δημοκρατίες. Κατά την άποψή του, η γεωπολιτική μας θέση ενέχει τον αντικειμενικό κίνδυνο υποδούλωσής μας στην Αμερική – σε περίπτωση τρίτου παγκόσμιου πολέμου, οι ισραηλινοί και οι ρώσοι εβραίοι θα βρεθούν σε δύο εχθρικά μεταξύ τους στρατόπεδα. Για αυτή την πιθανότητα μίλησε ευθέως με τρόμο. Ο Έρενμπουργκ είναι σύμφωνος να επισκεφτεί το Ισραήλ, όμως όχι τώρα, γιατί τώρα θα εκτιμούταν ως πολιτική κίνηση. Δεν εξήγησε τι σημαίνει “πολιτική κίνηση”. Η συζήτηση, που διεξήχθη σε συγκρατημένο τόνο, έδειξε τον βαθιά ριζωμένο αντισιωνισμό του και την αβοήθητη ταλάντευσή του ανάμεσα στο καθήκον του να υποστηρίξει το Ισραήλ και στο φόβο ότι οι σιωνιστικές ιδέες θα διεισδύσουν στους κύκλους της ρωσικής εβραϊκής κοινότητας. Πιθανώς, αυτή η θέση του αντανακλά διαθέσεις υπάρχουσες και στους κόλπους των δομών της εξουσίας. Ο Έρενμπουργκ ζήτησε να του στείλουμε τη νουβέλα του, “Θύελλα”, στα εβραϊκά. Παρακαλώ, άμεσα αποστείλατε αρκετά αντίτυπα.» (Πηγή: ISA. 130.09/2325/4)

***

Σε κάθε περίπτωση, τα μέσα των εκπροσώπων του σιωνιστικού καθεστώτος για να προωθήσουν την προπαγάνδα τους λιγόστευαν. Οι σιωνιστές που παρείσφρησαν στην Εβραϊκή Αντιφασιστική Επιτροπή, διώχτηκαν από το σοβιετικό κράτος. Όπως διαπιστώνει τηλεγράφημα του Ναμίρ προς τον Φρίντμαν στις 10 Δεκέμβρη «Η επιγραφή της Εβραϊκής Αντιφασιστικής Επιτροπής έχει αφαιρεθεί. Υποθέτουμε ότι η οργάνωση έκλεισε.» (Πηγή: ISA. 130.09/2325/4).

***

Οι σιωνιστές επέμειναν. Έτσι, στις 12 Δεκέμβρη του 1948, ο Σέρτοκ είχε συνομιλία με τον πρώτο αναπληρωτή υπουργού εξωτερικών της ΕΣΣΔ. Α.Γ. Βισίνσκι, στο Παρίσι. Στο υπόμνημα που έστειλε ο Σέρτοκ στους προϊσταμένους του ανέφερε ότι έθεσε το ζήτημα της μετανάστευσης στην Παλαιστίνη. Αφού κολάκευσε τους σοβιετικούς, λέγοντας ότι παίρνουν αποφάσεις κατόπιν ωρίμου σκέψεως, ανέδειξε την κατ’ αυτόν ανάγκη για μαζικό «επαναπατρισμό»-εποικισμό της Παλαιστίνης, αφού – για να βρει κοινό τόπο με τους σοβιετικούς που ήθελαν ειρήνη – «ονειρευόμαστε να πετύχουμε ειρήνη με τον αραβικό περίγυρο. Αυτό το πρόβλημα δεν μπορεί να επιλυθεί γρήγορα, όμως αν είναι να επιλυθεί, αυτό θα προέλθει χάρη στην πραγματική μας δύναμη. Και δύναμη σημαίνει όχι μόνο στρατιωτική ισχύ, παρότι και αυτός ο παράγοντας είναι πολύ σημαντικός, αλλά και σημαντικές μάζες ανθρώπων που ζουν μαζί στη γη τους, την καλλιεργούν και επιτυγχάνουν πρόοδο του κράτους τους. Για αυτό είναι απαραίτητος ο μαζικός επαναπατρισμός, αλλιώς δεν θα αντέξουμε. Αν εσείς αποφασίσετε να πάρετε θέση υπέρ του Κράτους του Ισραήλ και θεωρείτε ότι η υπόθεσή μας είναι δίκαιη, συνεπάγεται ότι πρέπει από αυτό το συμπέρασμα να καταλάβετε ότι, στις σημερινές του διαστάσεις, το κράτος μας δεν θα αντέξει. Και εσείς πρέπει να ενδιαφερθείτε ώστε το κράτος να αναπτυχθεί, πρώτα από όλα όσον αφορά τον αριθμό του πληθυσμού.» Και αφού ανέφερε το παράδειγμα της Νεγκέβ (νότιας Παλαιστίνης), που δήθεν δεν μπορούσε να κρατηθεί χωρίς εποικισμό (τελικά, ακόμα κατέχεται χωρίς, μέχρι πρόσφατα, εποικισμό της τάξης που δήλωναν ότι χρειάζεται η περιοχή), στη συνέχεια μίλησε υποτιμητικά για τους Εβραίους της βόρειας Αφρικής, λέγοντας ότι ο εποικισμός δεν είναι «δεν είναι τόσο ζήτημα ποσότητας, όσο ζήτημα ποιότητας ανθρωπίνων πόρων», ότι «δεν μπορούμε να βασιζόμαστε μόνο σε Εβραίους από το Μαρόκο όσον αφορά ίδρυση κράτους» και πέρασε «στο ψητό» μιλώντας για τους Εβραίους της Ανατολικής Ευρώπης. Αναφέρθηκε ανά χώρα: για τη Γιουγκοσλαβία, όπου έκανε λόγο για συμφωνία για επαναπατρισμό των μισών, για την Βουλγαρία, όπου έκανε λόγο για παρόμοια συμφωνία, για την Πολωνία όπου υπάρχει περιορισμός στους σημαντικούς για το κράτος Εβραίους, για την Ουγγαρία με τους 200.000 Εβραίους, όπου είναι συγκεχυμένη η κατάσταση (σε αποχαρακτηρισμένο έγγραφο της CIA, με ημερομηνία 26/4/1949 – CIARDP82-00457R02700140009-2 – αναφέρεται η απαγόρευση συγκεκριμένα από τον Ράκοσι «να συνεργαστεί» και ότι ο κομμουνιστής ηγέτης «αρνείται να επιτρέψει σε νέους Ούγγρους Εβραίους να μεταναστεύσουν στη βάση ότι είναι ένα “εγγράμματο στοιχείο” και τους χρειάζεται το κράτος», ενώ, λίγους μήνες μετά, άρχισε και στην Ουγγαρία η δικαστική δίωξη Ράικ και άλλων φιλοσιωνιστών.) και, τέλος, τόνισε το ιδιαίτερο πρόβλημα που έχει με τους κομμουνιστές στη Ρουμανία (βλ. παράρτημα), όπου, όπως είπε, υπάρχει «η σημαντικότερη εργατική εφεδρεία», και ιδίως με τους εβραίους κομμουνιστές που κατηγορούν τους σιωνιστές ότι «εμείς παρασέρνουμε τους Εβραίους σε κάποια ερημιά και έτσι στερεύουμε μια πηγή εβραϊκής δύναμης που προοριζόταν για άλλος σκοπούς – την επίλυση των καθηκόντων του ταξικού και επαναστατικού αγώνα στις χώρες όπου ζουν Εβραίοι.»

Ο Βισίνσκι, απάντησε πάλι ευγενικά, αλλά αρνητικά. Μάλιστα, υπεράσπισε τις λαϊκές δημοκρατίες έναντι των πιέσεων των σιωνιστών: «“Κατάλαβα τη θέση σας. Νομίζω ότι από την σκοπιά σας, αυτή είναι ορθή. Εντελώς σωστά αποφασίσατε να με συναντήσετε και να μου θέσετε το ζήτημα. Στη βάση του, εδώ γίνεται λόγος για διακρατικές σχέσεις, για ανάγκες που το Ισραήλ προβάλλει σε άλλες χώρες (έτσι το γύρισε). Σε αυτό το έδαφος, ενδέχεται να προκύψουν συγκρούσεις συμφερόντων.

Λέτε ότι οι άνθρωποι αυτοί σας είναι απαραίτητοι. Όμως και η Ρουμανία μπορεί να πει το ίδιο: ότι και σε αυτή αυτοί οι άνθρωποι της χρειάζονται. Σε μια τέτοια περίπτωση, είναι απαραίτητο να βρείτε διέξοδο.”

Εγώ του είπα: “καταρχάς, θα ήθελα από εσάς κατανόηση. Αν μπορείτε να παρέχετε βοήθεια, τόσο το καλύτερο.”

Τότε αυτός είπε: “φυσικά, ποιος να αρνηθεί βοήθεια;”

Ο Βισίνσκι επέμεινε ότι οι χώρες για τις οποίες μίλησα είναι επίσης νεαρές, όπως το Ισραήλ, και για αυτό είναι τόσο ευαίσθητες σε ό,τι μπορεί να γίνει αισθητό ως ανάμειξη στις εσωτερικές τους υποθέσεις. Είπε: “Τυγχάνει η Ρουμανία να μου είναι πολύ οικεία. Πήγα εκεί για να τους επηρεάσω σε σειρά ζητημάτων. Και πρέπει να πω ότι συχνά αυτό δεν ήταν καθόλου απλό. Για ένα μεγάλο κράτος η υποχώρηση σε κάτι δεν αποτελεί πρόβλημα, όμως οι μικρές χώρες έχουν την τάση να μεγεθύνουν τις δυσκολίες και αυτό είναι φυσιολογικό.

Υπήρχαν συνοριακές διαφορές ανάμεσα στην Πολωνία και την Τσεχοσλοβακία, ανάμεσα στη Ρουμανία και την Τσεχοσλοβακία υπάρχουν και άλλα σύνθετα προβλήματα που απαιτούν προσεκτική αντιμετώπιση: για παράδειγμα, το ζήτημα των ανθρώπων που θα φύγουν από τη Ρουμανία και, πιθανώς, μπορεί να της καταφέρει αυτό πλήγμα.”» και ανέφερε άτομα του καθεστώτος Μανίου, προπολεμικού πρωθυπουργού και ηγέτη της αστοτσιφλικάδικης κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης που, έχοντας ηττηθεί στις ανταγωνιστικές πολυκομματικές εκλογές του 1946, ίδρυσε ένοπλο μηχανισμό και αποπειράθηκε να ιδρύσει κυβέρνηση στο εξωτερικό. Με επιχειρήματα σχετικά με την ποσοστιαία συμβολή 100.000 ρουμάνων εβραίων που είναι μεγαλύτερη στο σιωνιστικό καθεστώς, από όσο αυτή του πλήγματος στη Ρουμανία των 18 εκατομμυρίων από την απώλειά του, προσπάθησε να πείσει τον Βισίνσκι, ο οποίος περιορίστηκε στο να πει μόνο ότι θα διαβιβάσει τα λεγόμενά του «στην κυβέρνηση, τον Μολότοφ, ίσως και ανώτερα», ενώ πρόσθεσε ότι ο ίδιος δύναται να τα ξανασυζητήσει αυτά με τη Μέιερσον. Αφού σχολίασαν πρόσφατες αποφάσεις του ΟΗΕ, ο Βισίνσκι τού είπε ευθέως: «Η σχέση σας με τις ΗΠΑ είναι γεμάτη κινδύνους». Ο Σέρτοκ όχι μόνο δεν την αρνήθηκε ή δεν την υποβάθμισε, αλλά το ‘ριξε στη φιλοσοφία, απαντώντας ότι «όλη η ζωή είναι γεμάτη κινδύνους. Τι συμπέρασμα να βγάλουμε από αυτό; Να σταματήσουμε να ζούμε;» Ο Σέρτοκ έκλεισε την εισήγησή του, παρά τον σε πολλά σημεία ζεστό τόνο του Βισίνσκι, ότι «Πιστεύω ότι δεν αξίζει να βασιζόμαστε ιδιαίτερα στα λόγια του ότι “ίσως αυτές οι σκέψεις διαβιβαστούν ανώτερα”» (Πηγή: ISA. 130.II/2502/8).

Αναφορικά με την Πολωνία, αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή είχε – όχι μόνο Πολωνούς – 42.000 Εβραίους που γλίτωσαν εντός Πολωνίας και 200.000 που ως το καλοκαίρι του 1946 επέστρεψαν από την ΕΣΣΔ. Τον Ιούλη του 1946, οπότε και οι Εβραίοι στην Πολωνία είχαν φτάσει τους 230.000, σημειώθηκε αντισημιτικό πογκρόμ στο Κίελτσε, με 40 επιζώντες του Ολοκαυτώματος νεκρούς, κάτι που απέδειξε την ύπαρξη ισχυρού αντισημιτισμού σε κοινωνικό και – αντιπολιτευτικό – πολιτικό επίπεδο και οδήγησε, με δεδομένη την αδύναμη ακόμα λαϊκή κυβέρνηση, σε μαζική αποχώρηση Εβραίων από την Πολωνία και άλλες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες: ενώ το προηγούμενο του πογκρόμ 12μηνο είχαν φύγει παράνομα από την Πολωνία 50.000, τον ίδιο μήνα φύγαν 20.000, τον επόμενο 30.000, τον μεθεπόμενο 12.000, ενώ, υπό την πίεση των γεγονότων, η κυβέρνηση υπέγραψε προσωρινά και δικαίωμα αποχώρησης χωρίς απόκτηση βίζας. Έτσι, συν τοις άλλοις, αποκτούσε και πρόσβαση στα περιουσιακά στοιχεία των αποχωρούντων – υπήρχε ήδη νόμος για κήρυξη «εγκαταλελειμμένης» κάθε περιουσίας που δεν διεκδικούταν ως τις 31/12/1948 – και επιτύγχανε χαλάρωση της κόντρας με τους – μη εβραίους – καταπατητές και άλλους καπιταλιστές. Συνολικά, μεταξύ 1945-1948 έφυγαν 150.000, όχι μόνο για την Παλαιστίνη, όχι μόνο Πολωνοί – για αυτούς δεν πολυέπεφτε στην πολωνική κυβέρνηση λόγος – και, όπως προαναφέρθηκε, όχι μόνο νόμιμα. Στην προαναφερθείσα συζήτησή του με τον Βισίνσκι, ο Σέρτοκ ανέφερε ότι του είπε: «Πολωνία – υπάρχουν από 70 ως 80.000 Εβραίοι. Εκεί υπάρχει η αρχή που μας βολεύει πλήρως: κάθε Εβραίος είναι ελεύθερος να φύγει από την Πολωνία, κι αν δεν θέλει, παραμένει στη χώρα. Ωστόσο, αυτή η αρχή συνοδεύεται από δύο περιορισμούς: θα πρέπει να διακοπεί η αποχώρηση των Εβραίων εκείνων που είναι απαραίτητοι για το κράτος στο ένα ή το άλλο πόστο και όσων υπάρχει κίνδυνος ότι, φεύγοντας από την Πολωνία, θα της καταφέρουν πλήγμα. Είπα στον Βισίνσκι ότι εμείς πρώτα θέλουμε να δούμε πώς αυτοί οι περιορισμοί θα δράσουν στην πραγματικότητα. Δεν αποκλείεται να προκαλέσουν κάποια παράπονα. Σε κάθε περίπτωση, αυτή είναι η κατάσταση σήμερα, για αυτό, ζήτημα για την Πολωνία στη συζήτηση με εσάς δεν θέτω.». Το 1951 ήταν 70.000 οι Εβραίοι στην Πολωνία, ένδειξη και αυτό ότι από το 1948 η στρόφιγγα είχε πρακτικά κλείσει.

***

Ο σοβιετικός Τύπος δεν σταματούσε να καταγράφει τις αντισοβιετικές επιθέσεις στον σιωνιστικό τύπο στην Παλαιστίνη. Όπως επισημαίνεται σε τηλεγράφημα του Ναμίρ στον Φρίντμαν (16/12/48), το περιοδικό «Νόβαε Βρέμια» (τ.51)  κατέγραφε «την ανοιχτά μη φιλική θέση έναντι της ΕΣΣΔ», κατονομάζοντας τρία σιωνιστικά έντυπα που «διέδιδαν αντισοβιετικές συκοφαντίες». Περιλαμβάνονταν αποσπάσματα από ένα από αυτά που αναφερόταν στους Εβραίους της ΕΣΣΔ, στο οποίο «ο συγγραφέας του αποπειράται να συκοφαντήσει την πολιτική της ΕΣΣΔ για το εθνικό ζήτημα, ισχυριζόμενος ότι οι σοβιετικοί Εβραίοι είναι σε δύσκολη οικονομική κατάσταση, έχουν ελλιπή ιατρική περίθαλψη και δεν έχουν ελευθερία λόγου και οργάνωσης», ενώ άλλο άρθρο στα τέλη του Νοέμβρη κατέγραφε «δύσκολες συνθήκες στις οποίες βρίσκεται η αποστολή στην ΕΣΣΔ», φέρνοντας ως «απόδειξη» ότι σε υπάλληλο της πρεσβείας δεν δόθηκε η δυνατότητα να επισκεφτεί τη μητέρα του που ζει στη Μόσχα. Το «Νόβαε Βρέμια» κατέληγε στο ότι «Αυτός ο Τύπος εκτελεί εντολές των αμερικανικών μονοπωλίων». (Πηγή:ISA. 130.09/2325/4).

***

Για ακόμα μια φορά οι σιωνιστές πίεζαν για εποικισμό της Παλαιστίνης με σοβιετικούς Εβραίους και οι σοβιετικοί αντιστέκονταν. Σε καταγραφή της συζήτησης κατόπιν δείπνου που παρέθεσε ο Γιερσόφ στον Μπεν Γκουριόν (27/12/48), ο τελευταίος ανέφερε ότι έθεσε στον σοβιετικό απεσταλμένο το ζήτημα του «επαναπατρισμού», λέγοντάς του ότι οι σιωνιστές θα προβούν σε «ταχύτατο εποικισμό της Νεγκέβ και επαναπατρισμό στο εγγύς μέλλον περίπου ενός εκατομμύριο Εβραίων».  Πρόσθεσε ότι «Αυτό το εκατομμύριο Εβραίων που είναι απαραίτητοι για τον εποικισμό της Νεγκέβ πρέπει να βρεθούν κυρίως στην Ευρώπη, ιδίως την ανατολική Ευρώπη». Ο Γιερσόφ, τότε, ρώτησε τον Μπεν Γκουριόν: «Γιατί όχι από τις ΗΠΑ;». Ο Γιερσόφ ρώτησε επίσης αν εννοούν και σοβιετικούς Εβραίους. Ο Μπεν Γκουριόν ανέφερε: «κατά νού έχουμε πρώτα από όλα τους Ρουμάνους, τους ούγγρους, τους τσέχους, τους βουλγάρους, τους πολωνούς και τους γιουγκοσλάβους εβραίους, ιδίως όμως τους ρουμάνους» και ότι, πέραν της Γιουγκοσλαβίας (για την οποία ρώτησε ειδικά ο Γιερσόφ) και της Βουλγαρίας «στις υπόλοιπες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες για κάποιο λόγο καταβάλλουν προσπάθειες να σταματήσουν τον επαναπατρισμό, κάτι που προκαλεί τεράστιο πλήγμα στη Νεγκέβ και το μέλλον μας γενικά». Ο Μπεν Γκουριόν κατέγραψε ότι «ο Γιερσόφ δεν άρχισε να εκφράζει άποψη σε αυτό το ζήτημα, παρότι επανερχόμουν σε αυτό επανειλημμένα».

Εν ολίγοις, όσον αφορά τον εποικισμό, οι Σοβιετικοί δέχονταν ευγενικά να ακούσουν, «κατέγραφαν», έκαναν «αντεπιθέσεις», αλλά μέχρι εκεί.

Επί τη ευκαιρία, πάντως, για να δει κανείς πόσο εσφαλμένες αντιλήψεις για την παγκόσμια κατάσταση υπήρχαν στην ΕΣΣΔ, εκείνη την περίοδο, σε τμήμα του υπουργείου εξωτερικών, αξίζει να σημειωθεί ότι ο Μπεν Γκουριόν κατέγραψε «με έκπληξη» την «πεποίθηση [του Γιερσόφ] ότι σύντομα οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ θα έρθουν σε συμφωνία, ότι όλα τα τρέχοντα ζητήματα δεν είναι σοβαρά και δεν αξίζει να τους δίνει κανείς σημασία». Μάλιστα, ο Μπεν Γκουριόν λέει ότι «στην πραγματικότητα, ήταν το μόνο ζήτημα για το οποίο ο Γιερσόφ εξέφρασε μια άποψη και μάλιστα τόσο αποφασιστικά». Πέραν της άγνοιας για την κατάσταση και τις αντιθέσεις των αραβικών κρατών που είδαμε παραπάνω, ακόμα και ο Μπεν Γκουριόν κατέγραψε ότι την Αγγλία, «κατά την άποψή μου την αντιμετωπίζει με ξεκάθαρη περιφρόνηση, υπερβάλλοντας το εύρος της οικονομικής της εξάρτησης από τις ΗΠΑ». (Πηγή: ISA, J30.09/2410/20). Και όχι ότι δεν μπορεί κάποιος να πει με πρόθεση κάτι «άκυρο». Όμως, εν προκειμένω, δεν υπήρχε κάποιο όφελος για την ΕΣΣΔ να το πει ο Γιερσόφ σκόπιμα ενώ δεν το πίστευε.

***

Οι σιωνιστές διαμαρτυρήθηκαν, ωστόσο, και για τη μπροσούρα του Γκένιν από το εκδοτικό της Πράβντα για το Παλαιστινιακό. Στις 19/1/49, η Μέιερσον, αφότου επέστρεψε από την Παλαιστίνη, συνάντησε τον Μπακούλιν και εξίσωσε τα συκοφαντικού χαρακτήρα αντισοβιετικά δημοσιεύματα στον σιωνιστικό Τύπο στην Παλαιστίνη τα οποία, κατά τα λοιπά «προκαλούν μόνο βλάβη», με την μπροσούρα του Γκένιν από το εκδοτικό της Πράβντα για το Παλαιστινιακό Ζήτημα, που εκδόθηκε τον Οκτώβρη του 1948. Ο Μπακούλιν, στην έκθεσή του, γράφει ότι η Μέιερσον «εξέφρασε αμφιβολίες για την ορθότητα του χαρακτηρισμού της φύσης του οργανισμού “Εβραϊκό Ταμείο Γης” στο Ισραήλ» που υπήρξε στη μπροσούρα. «Προσπάθησε να εξηγήσει ότι αυτός ο οργανισμός δεν είναι καπιταλιστικής φύσης, όπως γράφει ο συγγραφέας, καθώς τα χρήματα που έρχονται σε αυτή την οργάνωση για την απόκτηση γης, έρχονται από δωρεές Εβραίων από όλο τον κόσμο». «Ωστόσο», κατέγραφε ο Μπακούλιν για την επιδίωξη της Μέιερσον να βαφτίσει το κρέας ψάρι, μπας και βρεθεί «σύμπτωση σοσιαλισμών», «η Μέιερσον δεν αρνήθηκε ότι η γη που είναι στη διάθεση αυτού του οργανισμού δίνεται με ενοίκιο και τα άτομα που επενδύουν χρηματικά ποσά για την αγορά γης, λαμβάνουν επιτόκιο επί του κεφαλαίου». (Πηγή: АВП РФ, ф. 089, on. 2, п. 3, д. 5, л. 1-2.)

***

Στις 20/1/1949, ο Βισίνσκι δέχτηκε τη Μέιερσον για πρώτη φορά. Αυτή «χόντρυνε» το ζήτημα του εποικισμού της Παλαιστίνης, βάζοντας στη συζήτηση τους σοβιετικούς Εβραίους, καθώς του «έθεσε το ερώτημα για τη δυνατότητα εξόδου από την ΕΣΣΔ στο κράτος του Ισραήλ γέρων ή παιδιών, των οποίων οι οικογένειες και οι συγγενείς βρίσκονται στην Παλαιστίνη». Ο Βισίνσκι τής ξεκαθάρισε, σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε με τη μια ή την άλλη ΛΔ, ότι «τέτοια ζητήματα χρειάζονται συγκεκριμένη επίβλεψη για κάθε ξεχωριστή περίπτωση και δεν μπορούν να επιλυθούν βάσει γενικών προνοιών. Η Μέιερσον τότε ρώτησε αν πρέπει η αποστολή να παρουσιάσει κατάλογο προσώπων». Ο Βισίνσκι τής απάντησε: «δεν μπορώ να συστήσω τέτοια μέθοδο, προσθέτοντας ότι τέτοιες υποθέσεις που αφορούν σοβιετικούς πολίτες σχετίζονται με το ζήτημα της αποποίησης της σοβιετικής υπηκοότητας, κάτι που παρουσιάζει γνωστές δυσκολίες» (Πηγή: АВП РФ, ф. 089, on 2, п. 3, . 4, л. 2.). Από την πλευρά της, η Μέιερσον, σε τηλεγράφημά της στον Σέρτοκ (22/1/49), επιπροσθέτως, ανέφερε ότι ο Βισίνσκι τής είπε ότι «η εξέταση [κάθε μεμονωμένης περίπτωσης] θα πάρει πολύ χρόνο» και ότι η αποποίηση της σοβιετικής υπηκοότητας «απαιτεί κάθε φορά απόφαση του Προεδρείου του Ανώτατου Σοβιέτ» (Πηγή: ΙSA, 130.09/2325/4).

***

Οι σοβιετικοί μάθαιναν από τις εφημερίδες τις επίσημες συμφωνίες των σιωνιστών με τις ΗΠΑ. Ενημερώνοντας την Μέιερσον για την επίσκεψη του Γιερσόφ στον Σέρτοκ στις 21/1, ο Φρίντμαν ανέφερε ότι «ο απεσταλμένος ενδιαφέρθηκε να μάθει αν το αμερικανικό δάνειο συνοδεύεται και από πολιτικούς όρους. Στο σημείο αυτό ανέφερε την έκφραση μιας εφημερίδας περί “πολιτικών μερισμάτων”. Ρώτησε, επίσης, αν το δάνειο θα έχει χρηματική ή εμπορευματική μορφή πίστωσης. Στο πρώτο ερώτημα, ο απεσταλμένος έλαβε αρνητική απάντηση, ενώ στο δεύτερο, ότι η πίστωση θα λάβει εμπορευματική μορφή».

***

Οι σιωνιστές εξέφρασαν τη διαμαρτυρία τους και για την μπροσούρα του Γκένιν από το εκδοτικό της Πράβντα για το Παλαιστινιακό Ζήτημα πιο επισταμένα το Φλεβάρη του 1949. Στο σημείωμα του Φρίντμαν για τη συζήτησή του με τον Γιερσόφ (1/2/1949), ο πρώτος ανέφερε ότι «κύριο θέμα της συζήτησης ήταν τα πρόσφατα δημοσιεύματα στην ΕΣΣΔ – η μπροσούρα του Γκένιν «Το Παλαιστινιακό πρόβλημα» και η ανακοίνωση του ραδιοφωνικού σταθμού της Μόσχας και της εφημερίδας «Τρουντ» για τις εκλογές. Ανέφερα ότι αυτά τα δημοσιεύματα είναι μη φιλικά, ότι μας εξέπληξαν ακραία και μας πίκραναν.  Θα μπορούσαμε να σκεφτούμε ότι στέκεται διαφορετικά η ΕΣΣΔ προς το κράτος μας, όμως, καθώς η Μόσχα δείχνει θετική στάση έναντί μας και μας υποστηρίζει, δεν καταλαβαίνουμε το σκεπτικό αυτών των δημοσιευμάτων.» Ανέφερε επίσης ότι «δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα οι περιεχόμενοι σε αυτά ισχυρισμοί για δήθεν προσέγγισή μας με τη Δύση ως αποτέλεσμα των κοινοβουλευτικών εκλογών. Σχετικά ήδη μίλησε για αυτό ο υπουργός εξωτερικών μας σε συνέντευξη στη Daily Express». Επίσης δήλωσε ότι «είναι εσφαλμένος ο χαρακτηρισμός του κόμματος Μαπάι από την εφημερίδα “Τρουντ” ως αστικού» και ανέφερε, μπας και συγκινήσει τον σοβιετικό συνομιλητή του, ότι «Μπορεί να υπάρχουν διάφορες εκτιμήσεις για τις δράσεις του, όμως, δεν μπορούμε να αγνοούμε ότι αυτό το κόμμα είναι κόμμα εργατών». Κατηγόρησε δε τους συγγραφείς των δημοσιευμάτων αυτών ότι «αντλούν πληροφορίες από μη πληροφορημένες πηγές, καθώς μια βασική τους πηγή φαίνεται πως είναι το κομμουνιστικό κόμμα Ισραήλ. Απόδειξη – η παραπομπή στα λόγια του Μικούνις όχι μόνο στο σημείωμα που δημοσιεύτηκε στην “Τρουντ” και στη μπροσούρα του  Γκένιν (μάλιστα, στου Γκένιν, πολλές φορές), αλλά και στον γνωστό συγγραφέα, όπως είναι ο Έρενμπουργκ, ο οποίος, στο περίφημο άρθρο του, όπως και ιδιωτικά, βασίζεται σε αυτή την πηγή».

Ο Γιερσόφ πήρε, σε εκείνο το σημείο, αφενός, μια επιθετική στάση («ζήτησε αν θέλω να μεταφέρει τα λόγια μου στην κυβέρνησή του», γράφει ο Φρίντμαν, ο οποίος απάντησε καταφατικά «αν ο ίδιος [ο Γιερσόφ] επίσης θεωρεί εσφαλμένα αυτά τα δημοσιεύματα»), αφετέρου, πούλησε επιδεικτικά τρέλα στον συνομιλητή του. Αρχικά δήλωσε ότι «ακόμα και το όνομά του [του Γκένιν] δεν του λέει τίποτα» και δεν γνωρίζει την μπροσούρα. «Γενικά, δεν αξίζει να δίνετε σημασία στην έκδοση στην ΕΣΣΔ κάθε μπροσούρας και να θεωρείτε ότι εμμέσως αυτές αντανακλούν την επίσημη θέση. Αυτή η μπροσούρα βασίζεται σε κείμενο διάλεξης του συγγραφέα» πρόσθεσε, επιβεβαιώνοντας ότι τελικά γνωρίζει το περιεχόμενό της, «μπορεί να υποθέσετε ότι εμφανίζονται και άλλες μπροσούρες, βασισμένες σε άλλες διαλέξεις». Στην παρατήρηση ότι η μπροσούρα κυκλοφόρησε από το εκδοτικό της «Πράβντα», δήλωσε «Ε, κάποιος έπρεπε να την εκδώσει». Μετά, περνώντας στην αντεπίθεση, γύρισε τη συζήτηση στα δημοσιεύματα στον σιωνιστικό Τύπο και «εξέφρασε την άποψη ότι, σε εμάς, όχι σπάνια, εκδίδονται μη φιλικά έναντι της ΕΣΣΔ πράγματα».

Ο Φρίντμαν είπε ότι «ένα πράγμα είναι ο Τύπος μας και άλλο πράγμα ο σοβιετικός Τύπος. Σε εμάς υπάρχουν εφημερίδες διαφόρων κομμάτων, υπάρχουν και ιδιωτικές εκδόσεις που αντανακλούν την άποψη του ιδιοκτήτη τους. Για αυτόν τον Τύπο, το κράτος ευθύνη δεν φέρει.» «Ο Γιερσόφ απάντησε ότι και στον σοβιετικό Τύπο διεξάγονται συζητήσεις για διάφορα θέματα και αντανακλούν διάφορες γνώμες». Ο Φρίντμαν είπε ότι είναι «ένα πράγμα τα διάφορα σχόλια στα άρθρα για τα τρέχοντα ζητήματα και άλλο η γενική κατεύθυνση που γίνεται αισθητή τον τελευταίο καιρό». Μάλιστα, του είπε ότι για αυτό το λόγο απέφευγε να τον συναντήσει, γιατί δύσκολα μπορούσε να συμφιλιωθεί με αυτή. Ξανά του είπε να μην παίρνει πληροφορίες από το τοπικό κομμουνιστικό κόμμα, γιατί «το πραγματικό του βάρος στην κοινωνία περίτρανα απέδειξαν οι εκλογές» (3,48%). Ο Γιερσόφ ρώτησε σε τι οφείλεται η αδυναμία αυτού του κόμματος και ο Φρίντμαν ανέφερε την «εξαρχής αρνητική και απαράλλακτη στάση του ΚΚΙ σε σχέση με κάθε κίνηση αναφορικά με την οικοδόμηση κράτους, τα προβλήματα επαναπατρισμού, την ασφάλεια, την οικονομική ανάπτυξη κ.ο.κ.» Του σύστησε να μην συγκρίνει το ΚΚΙ με το υπόλοιπο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, όπως και δεν πρέπει να συγκρίνει το σιωνιστικό «εργατικό κίνημα με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα».

Αφότου συζήτησαν για τις εκλογές, ο Γιερσόφ επέστρεψε στο πρώτο θέμα, αναφέροντας ότι «είδε στα μαγαζιά με τύπο και βιβλία» έντυπα με «αντισοβιετικό περιεχόμενο», πρόσθεσε ότι οι σιωνιστικές κυβερνητικές δομές δεν δίνουν χρήματα για αγορά βιβλίων, εντύπων και ταινιών από την Σοβιετική Ένωση και αυτό μειώνει τον όγκο της παρουσίας τους εκεί. (Πηγή: ΙSA, 93.07/506/12).

***

Η επιθετικότητα των σιωνιστών στο ζήτημα της μετανάστευσης έναντι της Σοβιετικής Ένωσης ξεπέρασε κάθε προηγούμενο.

Η παρεμβατικότητά τους είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο που η Μέιερσον είχε αποσπάσματα από πρακτικά του σοβιετικού υπουργικού συμβουλίου. Της τα έδινε η γυναίκα του Μολότοφ, η οποία, στις 29/1/49 συνελήφθη για τις σχέσεις της με τους σιωνιστές. H Μέιερσον έφυγε μετά από λίγο καιρό, τυπικά με σιωνιστική πρωτοβουλία.

Μια επίσημη και σαφής απάντηση σε αυτές τις παράνομες δραστηριότητες με διπλωματικά μέσα, χωρίς να βλάψουν με σοβιετική πρωτοβουλία τυπικά τις σχέσεις, αλλά που θα άφηναν υπονοούμενα και για ύπαρξη ακόμα πιο δυναμικών διπλωματικών μέσων, χρειάστηκε να δοθεί.

Σημείωμα για τη συζήτηση του αναπληρωτή Υπ. Εξ. της ΕΣΣΔ Β. Ζόριν με την πρέσβειρα του Ισραήλ Γκ. Μέιερσον (Μέιρ)

7 Φλεβάρη 1949

Στις 7 μ.μ. κάλεσα να έρθει η Μέιερσον, στην οποία έκανα προφορική δήλωση σχετικά με την παράνομη δραστηριότητα της αποστολής του Κράτους του Ισραήλ, που παρακινεί σοβιετικούς πολίτες στην αποκήρυξη της σοβιετικής υπηκοότητας και σχετικά με την αποστολή πληροφοριακού δελτίου της αποστολής σε κοινωνικές οργανώσεις και μεμονωμένους σοβιετικούς πολίτες (επισυνάπτεται το κείμενο της δήλωσης).

Η Μέιερσον ήταν ξεκάθαρα σαστισμένη και ντροπιασμένη από όσα της ειπώθηκαν. Μου ζήτησε να επαναλάβω το πρώτο μέρος της δήλωσης, μετά από το οποίο έσπευσε να απαντήσει ότι, από την πλευρά της αποστολής δεν υπήρχε και δεν μπορούσε να υπάρχει πρόθεση διάπραξης οποιασδήποτε κίνησης που να αντιβαίνει τους νόμους της ΕΣΣΔ. Πιθανώς – συνέχισε ακολούθως –, από την πλευρά της αποστολής έγιναν εσφαλμένα βήματα, τα οποία μπορούν μόνο να εξηγηθούν από την απειρία της αποστολής στις διπλωματικές πρακτικές.

Η Μέιερσον διαβεβαίωσε ότι δεν υπήρχε και δεν μπορούσε να υπάρχει περίπτωση παρακίνησης πολιτών της ΕΣΣΔ να φύγουν από τη Σοβιετική Ένωση για να πάνε στο Κράτος του Ισραήλ. Υπήρξαν κάποιες περιπτώσεις απεύθυνσης στην αποστολή από πλευράς μεμονωμένων σοβιετικών πολιτών με το αίτημα να τους δοθεί βίζα εισόδου στο Κράτος του Ισραήλ, όμως σε αυτές τις περιπτώσεις η αποστολή πάντοτε αποσαφήνιζε ότι η βίζα μπορεί να εκδοθεί μόνο με την παρουσίαση σοβιετικού διαβατηρίου για το εξωτερικό ή άδεια των σοβιετικών αρχών για έξοδο από την ΕΣΣΔ.

Πέραν αυτού, υπήρξαν περιπτώσεις, όπου στην αποστολή απευθύνθηκαν συγγενείς σοβιετικών πολιτών που διαμένουν στο Ισραήλ, με αιτήσεις για έκδοση βίζας σε αυτούς τους σοβιετικούς πολίτες, αλλά και σε αυτές τις περιπτώσεις η αποστολή έστειλε σε αυτούς τους σοβιετικούς πολίτες επιστολή από τους συγγενείς τους με την υπόδειξη ότι η αποστολή μπορεί να εκδώσει βίζα μόνο μετά την απόσπαση άδειας από τις σοβιετικές αρχές για έξοδο.

Εγώ σημείωσα ότι, στην τελευταία περίπτωση, η αποστολή δεν έπραξε ορθά, καθώς δεν μπορεί να αποστέλλει επιστολές άμεσα στους σοβιετικούς πολίτες, προσπερνώντας το υπουργείο εξωτερικών.

Η Μέιερσον απάντησε ότι αυτό προήλθε εξαιτίας της ανεπαρκούς γνώσης των διπλωματικών πρακτικών και διαβεβαίωσε ότι τέτοιες περιπτώσεις δεν θα επαναληφθούν. Η Μέιερσον, επίσης, ανακοίνωσε ότι το υπουργείο εξωτερικών του Ισραήλ και η αποστολή λαμβάνουν μεγάλο αριθμό αιτημάτων για παροχή συνδρομής για την αποκατάσταση επαφής με τους συγγενείς που ζουν στην ΕΣΣΔ και ότι αυτή, η Μέιερσον, την περίοδο του τελευταίου ταξιδιού της στο Τελ Αβίβ, επίσης έλαβε τέτοια αιτήματα, στα οποία έδωσε αρνητική απάντηση. Η Μέιερσον, έπειτα, δήλωσε ότι την αναζήτηση συγγενών η αποστολή την διεκπεραιώνει μέσω της Διεύθυνσης Προξενείων του Υπουργείου Εξωτερικών.

Σχετικά με το δελτίο, η Μέιερσον είπε ότι χρειάζεται να ελέγξει τις περιστάσεις στις οποίες αποστάλθηκαν τα δελτία, όμως, αυτό που θα ήθελε γενικά να πει είναι ότι, πιθανώς, η γραμματεία της αποστολής μηχανικά χρησιμοποίησε τον κατάλογο βάσει του οποίου το Εβραϊκό Τηλεγραφικό Πρακτορείο έστελνε κάποτε τα υλικά του.

Σε σχέση με αυτό, η Μέιερσον ενδιαφέρθηκε να μάθει σε ποιον επιτρέπεται να αποστέλλει το δελτίο.

Απάντησα ότι τα δελτία των αποστολών αποστέλλονται συνήθως στο διπλωματικό σώμα.

Η Μέιερσον ρώτησε τότε αν είναι εφικτό να αποστέλλει τα δελτία σε βιβλιοθήκες και συντακτικές επιτροπές εφημερίδων.

Απάντησα ότι στις βιβλιοθήκες και τις συντακτικές επιτροπές δελτία αποστολών δεν αποστέλλονται.

Η συζήτηση διήρκεσε 15 λεπτά. Παρών ήταν ο σ. Παστόεφ.

Τη Μέιερσον συνόδευε ο σύμβουλος της αποστολής Ναμίρ.

Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών της ΕΣΣΔ

Β. Ζόριν

(Πηγή: АВП РФ, ф. 021, on. 3, n. I, д. 1, л. 75-76.)

Προφορική δήλωση του υπουργείου εξωτερικών της ΕΣΣΔ

7 Φλεβάρη 1949

1.Το υπουργείο εξωτερικών υποθέσεων της ΕΣΣΔ έχει αποδείξεις ότι η αποστολή του Κράτους του Ισραήλ στη Μόσχα προβαίνει στην πρακτική της αποστολής επιστολών σε σοβιετικούς πολίτες εβραϊκής εθνότητας στις οποίες οι πολίτες ενθαρρύνονται να μεταναστεύσουν από την ΕΣΣΔ στο Ισραήλ και τους ειδοποιεί ότι η αποστολή είναι έτοιμη να τους αποστείλει βίζα εισόδου στο Ισραήλ. Το υπουργείο θεωρεί αυτή τη δράση της αποστολής ως παράνομη στρατολόγηση πολιτών της ΕΣΣΔ και ενθάρρυνσή τους να αποποιηθούν τη σοβιετική υπηκοότητα. Δεδομένων αυτών, προτείνεται η αποστολή και η εκπρόσωποί της να διακόψουν την ως άνω δραστηριότητα που αντιτίθεται σε σχέσεις καλής πίστης προς την Σοβιετική Ένωση.

2.Στο υπουργείο εξωτερικών υποθέσεων της ΕΣΣΔ κατέστη επίσης γνωστό ότι η αποστολή του Κράτους του Ισραήλ στη Μόσχα άρχισε να εκδίδει δελτίο πληροφοριών και να το αποστέλλει σε σοβιετικές κοινωνικές οργανώσεις, θρησκευτικές εβραϊκές κοινότητες, εβραϊκά κολχόζ και μεμονωμένους σοβιετικούς πολίτες σε διάφορες περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης.

Το υπουργείο επιμένει η αποστολή να διακόψει την πρακτική της διανομής του ως άνω δελτίου, καθώς αυτή αντιτίθεται στις γενικά παραδεδεγμένες πρόνοιες για τη δράση μιας διπλωματικής αντιπροσωπείας.

(Πηγή: АВП РФ, ф. 021. on. 3. n. 1, д. 1, л. 77.)

Τηλεγράφημα της πρέσβειρας του Ισραήλ στην ΕΣΣΔ Γκόλντα Μέιερσον (Μέιρ) στον υπουργό εξωτερικών του Ισραήλ Μ. Σέρτοκ

9 Φλεβάρη 1949

Χτες το απόγευμα επισκέφτηκα τον Ζόριν με πρόσκλησή του. Με συνόδευσε ο Ναμίρ. Ο Ζόριν διάβασε διά βοής δήλωση του υπουργείου εξωτερικών στο οποίο περιλαμβάνονταν δύο διαμαρτυρίες έναντι της αποστολής μας.

Α.Βάσει των στοιχείων τους, η αποστολή μας απευθύνει επιστολές σε σοβιετικούς Εβραίους, επιμένοντας να αποποιηθούν τη σοβιετική τους υπηκοότητα και να μεταναστεύσουν στο Ισραήλ. Αυτές οι δράσεις είναι αντίθετες προς το νόμο και πρέπει να τις διακόψουμε.

Β.Η αποστολή μας εκδίδει δελτίο και το αποστέλλει σε οργανώσεις, εβραϊκές κοινότητες, εβραϊκά κολχόζ και επίσης το αποστέλλει σε μεμονωμένα πρόσωπα. Αυτό υπερβαίνει τα πλαίσια δράσης μιας διπλωματικής αποστολής και πρέπει να διακοπεί.

Απάντησα ότι δεν πρέπει να πιστεύουμε ότι αυτό που κάναμε ή κάνουμε ήταν επουδενί παράνομο ή αντιβαίνουν τις παραδεδεγμένες πρακτικές.

Όσον αφορά τις κατηγορίες:

Α)Οι πληροφορίες δεν είναι ακριβείς. Εμείς δεν αποπειραθήκαμε να υποχρεώσουμε τους Εβραίους να μεταναστεύσουν στο Ισραήλ, ούτε με γραπτή ούτε με προφορική μορφή. Υπήρχαν κάποιες περιπτώσεις όπου, όταν σοβιετικοί Εβραίοι απευθύνθηκαν σε εμάς και ζήτησαν να τους εκδώσουμε βίζες μετανάστευσης, εμείς τους απαντήσαμε σε γραπτή μορφή με το ακόλουθο πλαίσιο, ότι εμείς είμαστε έτοιμοι να εκδώσουμε βίζα με την προϋπόθεση της απόκτησης από αυτούς άδειας για έξοδο από την κυβέρνησή τους. Υπήρχαν επίσης κάποιες περιπτώσεις, όπου Εβραίοι από το Ισραήλ ζήτησαν να οργανωθεί έξοδος των συγγενών τους από εκεί. Εμείς πληροφορήσαμε αυτούς τους συγγενείς ότι μέλη της οικογένειάς τους τους προσκαλούν στο Ισραήλ, ότι εμείς είμαστε έτοιμοι να εκδώσουμε βίζα εισόδου υπό τις ως άνω προϋποθέσεις.

Σε αυτό ο Ζόριν απάντησε ότι αυτό ακριβώς είναι που απαγορεύεται να κάνουμε. Τέτοιες επαφές πρέπει να πραγματοποιούνται μόνο μέσω του Υπουργείου Εξωτερικών.

Β) Αναφορικά με το δελτίο, εμείς απαντήσαμε ότι αξιοποιούμε διάφορες διευθύνσεις στις οποίες το Εβραϊκό Πρακτορείο αποστέλλει υλικά εδώ και κάποια χρόνια. Ο Ζόριν είπε ότι το δελτίο μπορούμε να το στέλνουμε μόνο στα μέλη του διπλωματικού σώματος και στο υπουργείο εξωτερικών. Αυτή η αποσαφήνιση σημαντικά περιορίζει τις δυνατότητές μας και αντιτίθεται στο περιεχόμενο των προηγούμενων συζητήσεων τον Οκτώβρη (σ.parapoda: Όταν, δηλαδή, πρωτοέφτασε η αποστολή στην ΕΣΣΔ) με τον διευθυντή του Τμήματος Τύπου του Υπ.Εξ. και της νότας μας προς το Υπ.Εξ. στην οποία αυτό αναφερόταν εν συντομία.

Ο τόνος της συζήτησης ήταν ευγενικός και ψυχρός, το περιεχόμενο του τυπωμένου ντοκουμέντου – εξαιρετικά οξύ. Εμείς, πρακτικά, χάσαμε τις τελευταίες δυνατότητες. Αυτό σημαίνει ότι απαγορεύεται πλήρως να δίνουμε απαντήσεις σε επιστολές ντόπιων Εβραίων.

Ζητήσαμε να μας δώσει το κείμενο της νότας, όμως ο Ζόριν απάντησε ότι αυτό δεν είναι νότα, αλλά προφορική δήλωση, επομένως, το κείμενο δεν θα διαβιβαστεί.

Γκόλντα.

(Πηγή:ISA, 130.09/2325/4.)

***

Σε τηλεγράφημα του Ναμίρ προς τον προϊστάμενό του, τον Σέρτοκ (17/2/49), αναφέρεται ότι «το δελτίο πληροφοριών της αποστολής δεν στάλθηκε σε μεμονωμένα πρόσωπα, αλλά μόνο σε οργανώσεις, δηλαδή, κυβερνητικές υπηρεσίες, συντακτικές επιτροπές εφημερίδων, βιβλιοθήκες και επιστημονικά ιδρύματα, καθώς και 30 εβραϊκές κοινότητες και 3 κολχόζ. Συνολικά, σε 140 διευθύνσεις. Οι επιστολές με τις οποίες συμφωνούσαν σε έκδοση βίζας εισόδου με την παρουσίαση διαβατηρίου εξωτερικού στάλθηκαν σε 80 διευθύνσεις στη βάση των αιτημάτων των συγγενών. Όλες με πρωτοβουλία του Ισραήλ ή ντόπιων. Ακριβώς οι μισές περιπτώσεις ήρθαν το Γενάρη, σε αντιστοιχία με τον κατάλογο του υπουργείου επαναπατρισμού. Ο Ναμίρ εξέφρασε την άποψη ότι «τώρα πρέπει να δράσουμε σε αυτόν τομέα πολύ προσεκτικά, να μην πιέζουμε, ακόμα κι αν θεωρήσετε επιθυμητό να μιλήσουμε με τον Γιερσόφ: οτιδήποτε θα μπορούσε να εκτιμηθεί ως (εκ)δήλωση πρέπει να αποκλειστεί, γιατί μπορεί να εκληφθεί ως επιθυμία μας να διαταράξουμε τη δημόσια τάξη».(Πηγή: ΙSA. 130.09/2325/2а.).

***

Οι μέρες του Μολότοφ στη θέση του υπουργού εξωτερικών, μετά και τη σύλληψη της γυναίκας του, ήταν μετρημένες. Λίγες εβδομάδες μετά, στις 4/3/49, και ενώ οι σιωνιστές προήλαυναν στο Ουμ Α’ Ράσρας (Εϊλάτ), προκειμένου να καταλάβουν και την έξοδο στην Ερυθρά στη νότια Παλαιστίνη και να τελειώσουν τον πόλεμο που ανάδειξε γενικό νικητή τον ιμπεριαλισμό και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ και την διασωθείσα Αγγλία (που αφήνοντας στους σιωνιστές τη βόρεια Παλαιστίνη, τμήμα της Δ. Όχθης και την έξοδο στην Ερυθρά, για την οποία ως διαπραγματευτικό χαρτί διατύπωνε έμμεσα αντιρρήσεις, τα ξαναβρήκε μαζί τους), ο Μολότοφ απολύθηκε. Και με τον Βισίνσκι, ωστόσο, στη θέση του, η σοβιετική θέση δεν άλλαξε.

Σε συνάντηση στις 14/3/49 του Σέρτοκ με τον Γιερσόφ, ο πρώτος έγραψε στον Ναμίρ ότι ο σοβιετικός απεσταλμένος αρνήθηκε να μεταφέρει την ανησυχία της σιωνιστικής κυβέρνησης σε σχέση με τη στάση της Ρουμανίας και την επιστολή του Σέρτοκ στην ρουμάνα ομόλογή του, Άνα Πάουκερ. Έπειτα, αφού ανέφερε στον Γιερσόφ ότι ο σιωνιστής απεσταλμένος στην Ουγγαρία Αβριέλι σχημάτισε την εντύπωση ότι ο ούγγρος ηγέτης Ράκοσι έδειξε σε συνάντησή μαζί του «βαθιά κατανόηση» και «εξέφρασε την ετοιμότητά του να δει μια θετική λύση» του ζητήματος, ταυτόχρονα, όμως, δεν συμφώνησε να συζητήσει το θέμα με τη Ρουμανία και να φανεί ότι οι δύο χώρες (που ως πρόσφατα διαγκωνίζονταν για την Τρανσυλβανία) εκπονούν άλλη μια κοινή πολιτική (πράγμα που έδειχνε και απώλεια κυριαρχίας, αφού – εξυπακούεται – αυτό, συν τοις άλλοις, θα έδειχνε ότι γίνεται «καθ’ υπόδειξη της ΕΣΣΔ», με κακό αντίκτυπο στην προσπάθεια για ανακήρυξη της Ουγγαρίας σε ΛΔ). «Ο Γιερσόφ, σε αυτό, μίλησε στο πνεύμα του ότι κάθε κράτος έχει δικαίωμα να απαγορεύει την αναχώρηση των πολιτών του». Ο Σέρτοκ προσπάθησε να καλοπιάσει τον Γιερσόφ, λέγοντάς του ότι αν όλοι δρούσαν όπως η Ρουμανία, τότε, δεν θα υπήρχε το κράτος του και οι Άγγλοι θα ήταν ακόμα εδώ, αλλά ο σοβιετικός ανταπάντησε με μια «πολεμική», όπως τη χαρακτήρισε ο Σέρτοκ, ερώτηση: «πώς θα αντιδρούσαμε εμείς, αν ρουμάνοι απεσταλμένοι έφταναν στο Ισραήλ και άρχιζαν να υποκινούν τους πολίτες μας να φύγουν από τη χώρα». Μετά την νέα απάντηση του Σέρτοκ, ο Γιερσόφ ξαναχαμήλωσε τους τόνους για το θέμα, αλλά επεσήμανε τις αντισοβιετικές επιθέσεις στον σιωνιστικό Τύπο. Ο Σέρτοκ απάντησε ότι επίσης δημοσιεύονται επιθέσεις στον σοβιετικό Τύπο και κριτική του ότι το κράτος του είναι «ξεπουλημένο στο δολάριο». Στο τέλος της συνάντησης, αφού ο σιωνιστής υπουργός εξωτερικών είπε ότι αξίζει [ο ίδιος] να επισκεφτεί τη Μόσχα για συζητήσεις σε βάθος, ο Γιερσόφ δεν αντέδρασε καν. (Πηγή: ISA. 130.09/2325/3.)

Υπάρχουν άλλα δύο ζητήματα που ένα τηλεγράφημα του Φρίντμαν (1/4/1949) στην αποστολή του σιωνιστικού καθεστώτος στη Μόσχα αποκαλύπτει: «Ο Γιερσόφ είπε στον τσέχο σύμβουλο Νέτσες ότι δεν πιστεύει τις υποσχέσεις των κομμουνιστών μας για δυνατότητα φιλοανατολικού προσανατολισμού του Ισραήλ, ότι σύντομα οι χώρες του ανατολικού μπλοκ θα εκδώσουν οδηγίες για το πρόβλημα του επαναπατρισμού και ότι “για σημαντικούς λόγους” σε έναν αριθμό Εβραίων θα επιτραπεί να φύγουν από τη Ρωσία, όμως μαζική έξοδος δεν θα υπάρχει, γιατί οι επιθυμούντες να ζήσουν σε εβραϊκή χώρα έχουν τέτοια δυνατότητα εντός ορίων Ρωσίας». (Πηγή: ISA. 130.09/2325/3.). Αυτό σημαίνει ότι και το ΚΚΙ είχε επιστρατευτεί από τους σιωνιστές να δελεάζει τους Σοβιετικούς, στα πλαίσια ενός σιωνιστικού καταμερισμού εργασίας, αλλά και ότι οι τελευταίοι επέμεναν στην αξία του Μπιρομπιτζάν.

***

Αλλά και σε νεότερη διατύπωση του αιτήματος στις 14/4/49 από τη Μέιερσον για σοβιετική παρέμβαση στους ρουμάνους και τους ούγγρους κυβερνώντες να επιτρέψουν τη μετανάστευση εβραίων υπηκόων τους στην Παλαιστίνη, ο διάδοχος του Μολότοφ Βισίνσκι, όπως ο ίδιος γράφει σε έκθεσή του την ίδια μέρα, παρέπεμψε σε απάντηση που είχε δώσει στον Σαρέτ στο Παρίσι, κατά την 1η περίοδο της Συνόδου της ΓΣ του ΟΗΕ. «Υπενθύμισα ότι τότε είχα απαντήσει στον Σαρέτ ότι αυτό το ζήτημα είναι δύσκολο και ότι μας είναι δύσκολο να παρέμβουμε σε αυτό το ζήτημα. Πρόσθεσα ότι και τώρα στέκομαι σε αυτή τη θέση», γράφει (Πηγή: ΑΒΠ РФ, ф. 089, on. 2, п. 3, д. 4, л. 8-11), αντικρούοντας το σιωνιστικό «δέλεαρ» της δήλωσης Μέιερσον για υπόσχεση «τήρησης ουδέτερης εξωτερικής πολιτικής και άρνησης ξένων βάσεων» και τα ψέματα ότι «στο υπουργικό συμβούλιο υπάρχει πλειοψηφία εκπροσώπων της εργατικής τάξης και εμείς προτιθέμεθα να οικοδομήσουμε το Ισραήλ ως σοσιαλιστικό κράτος», όπως γράφει για την ίδια συνάντηση ο παρών σε αυτή Ναμίρ (κατά την οποία ο Βισίνσκι αρνήθηκε επίσης παροχή σοβιετικού εξοπλισμού, βλ. εδώ). Σύμφωνα δε με το σχετικό σημείωμα από τη σιωνιστική πλευρά, ο Βισίνσκι φέρεται να είπε: «Καταλάβετε ότι η Ουγγαρία και η Ρουμανία είναι επίσης νέες χώρες, βιώνουν τώρα μια περίοδο αναγέννησης. Εκεί επίσης κάθε δέκα εργατικά χέρια αξίζουν όσο μια ουγκιά χρυσός. Φυσικά, σε σύγκριση με το Ισραήλ είναι μεγάλες και πολυπληθείς χώρες. Όμως, γνωρίζετε το ρητό: ο πλούσιος τρέμει για ένα μπάλωμα περισσότερο από όσο ο ζητιάνος για ένα ρούβλι; Με άλλα λόγια, δεν είναι ζήτημα αριθμητικής, είναι σημαντικό πολιτικό πρόβλημα. Η Ρουμανία και η Ουγγαρία παλεύουν ενάντια τώρα σε πολύ ισχυρή εσωτερική αντίδραση. Σε σύγκριση με όλους τους άλλους, οι Εβραίοι είναι οι πιο αφοσιωμένοι στο νέο καθεστώς: υπέφεραν πολλά από τους Χόρτι, Αντονέσκου, Μπρατιάνου κλπ και τώρα περισσότερο από άλλους ενδιαφέρονται για την εγκαθίδρυση των νέων δημοκρατικών καθεστώτων. Μισό εκατομμύριο αφοσιωμένοι πολίτες δεν είναι κάτι μικρό. Δεν λέω ότι γενικά συνεπάγεται ότι πρέπει να απαγορευτεί η έξοδος από εκεί Εβραίων, πολλώ δε μάλλον, δεν το λέω εξ ονόματος των κυβερνήσεών τους. Όμως θεώρησα απαραίτητο να επαναλάβω τα επιχειρήματα που ανέφερα στον κ. Σαρέτ και τα οποία μου φαίνονται βάσιμα και τώρα. Όπως και να ‘χει, αυτό είναι ένα πρόβλημα που μου φαίνεται πολύ δύσκολο. Εμείς με εσάς τώρα μιλάμε ανοιχτά, χωρίς αχρείαστη διπλωματία – απλώς θέλω να αποσαφηνίσω σε τι έγκειται η δυσκολία.» (Πηγή: ISA, 130.02/2457/14).

***

H Μέιερσον έφυγε τον ίδιο μήνα από την ΕΣΣΔ. Σε προφανή ένδειξη δυσφορίας της ΕΣΣΔ για τα πεπραγμένα των σιωνιστών, ο ανώτερος εκπρόσωπος της ΕΣΣΔ στο σιωνιστικό κράτος Γιερσόφ έφυγε επίσης τον Απρίλη και επέστρεψε μετά από 6 μήνες, μόλις τον Οκτώβρη του 1949. Επίσης, σε άλλα μέτρα σχετικά ήσσονος σημασίας, που έδειχναν όμως διπλωματικά μια δυσφορία, προσωρινά, η ΕΣΣΔ συντάχτηκε με τις χώρες που δεν ήθελαν το σιωνιστικό καθεστώς να ενταχθεί στη Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού με το σύμβολό του (εκεί οι ψήφοι της, σε αντίθεση με τον ΟΗΕ, είχαν σημασία), στις 29/6/49 ο Βισίνσκι αρνήθηκε επίσκεψη «φιλίας» σοβιετικών αξιωματούχων και του ίδιου στο σιωνιστικό καθεστώς και εμπορικές σχέσεις με πίστωση, σε συνάντησή του με τον Ναμίρ, που του τα πρότεινε, όπου πάλι του μίλησε για ανάγκες «επαναπατρισμού», χωρίς να ζητήσει κάτι αυτή τη φορά (Πηγή: АВП РФ, ф. 089, оп. 2, п. 3, д. 4, л. 12-13) κ.ο.κ. Τα αιτήματα ξανατέθηκαν επανειλημμένα, αλλά ως και τον Σεπτέμβρη η απάντηση ήταν είτε σιωπή είτε αρνητική, ιδίως αφού εκτιμούταν ότι δεν υπήρχε πρακτική ανάγκη των σιωνιστών, αλλά πολιτική για απόδειξη της δήθεν ουδετερότητάς τους.

Στις 15/10/1949, ο Σαρέτ τηλεγραφεί στον Ναμίρ, λέγοντάς του ότι προτίθεται να ξαναθέσει στον Βισίνσκι απλώς την ύπαρξη του ζητήματος των σοβιετικών Εβραίων και του αναφέρει ότι πρέπει να εξαπολύσουν «καμπάνια στο διεθνή εβραϊκό Τύπο, ιδίως στις ΗΠΑ, καθώς και στον μη εβραϊκό Τύπο, για το ζήτημα του σοβιετικού Εβραϊσμού, επιτρέποντας όλες τις αξιόπιστες διαθέσιμες πληροφορίες να διαρρεύσουν στον Τύπο, καθώς και φήμες» (Πηγή: ISA, 130.09/2325/3.). Μια νέα αντισοβιετική συκοφαντική εκστρατεία των σιωνιστών άρχιζε. Την 1η Δεκέμβρη 1949, ο Σαρέτ, από τη Ν. Υόρκη, τηλεγραφεί στον Εϊτάν ότι, παρά τις υποσχέσεις, δεν έχει οριστεί συνάντησή του με τον Βισίνσκι, ενώ με τον Τσαράπκιν που συναντήθηκε,  σε φιλικό, αλλά οξύ τόνο αυτός, για πρώτη φορά, τον κατηγόρησε ότι  οι σιωνιστές παρεξέκλιναν από την υποστήριξη των αρχών του ψηφίσματος της ΓΣ του ΟΗΕ της 29/11/47. Στις 14/12/1949, η νομική διεύθυνση του σοβιετικού υπ.εξ. έστελνε στον Αν. υπ. Εξ. Γκρομίκο επιστολή, δηλώνοντάς του ότι στον πολιτικό χάρτη της Ασίας πρέπει να παραμείνει η αναφορά σε «Παλαιστίνη» και τα σύνορά της να είναι χαραγμένα βάσει του ψηφίσματος της ΓΣ του ΟΗΕ της 29/11/47 (АВП РФ, ф. 089, on. 2,      4, д. 29, л, 224-225).

***

Τις σιωνιστικές διαβεβαιώσεις περί «ξένων βάσεων» και μη προσχώρησης των σιωνιστών σε δυτικόφιλα αμυντικά μπλοκ ή συμφωνίες τα «έχαψε» ο Μολότοφ όταν επαναποκατέστησε τις σχέσεις με το σιωνιστικό καθεστώς που διακόπηκαν επί Στάλιν τον Φλεβάρη του 1953: Όπως και κατά την ανατροπή της σοβιετικής θέσης περί ενιαίου κράτους στην Παλαιστίνη τάχα γιατί θα έχανε ο ιμπεριαλισμός, για άλλη μια φορά αποδείχτηκε η κοντόθωρη ματιά του Μολότοφ: οι ιμπεριαλιστές δεν χρειάζονταν ξένες βάσεις ή συμμετοχή του σιωνιστικού καθεστώτος σε κάποιο αμυντικό μπλοκ. Ήταν το ίδιο από μόνο του μια ξένη βάση, από ιδρύσεώς του, από το Μάη του ’48, ξεπουλημένο στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό, όπως έλεγε σε σχετικό άρθρο ο εκδότης του εντύπου της Κομινφόρμ το Φλεβάρη του 1953.

Επίλογος

Τα παραπάνω ντοκουμέντα είναι αρκετά ώστε κανείς να εκτιμήσει ότι σε όλο το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, παρά την αναγνώριση του «Ισραήλ» εντός του προαναφερθέντος πλαισίου του ψηφίσματος της ΓΣ του ΟΗΕ, ταυτόχρονα,  η αντισιωνιστική προπαγάνδα και δράση, συνέχιζε απτόητη ή και ενισχύθηκε, καθώς και ότι κάθε ευρωπαϊκή λαϊκοδημοκρατική χώρα στο θέμα της μετανάστευσης σε αυτό κινούταν διαφορετικά, καθώς εξαρτιόταν από το σημείο εκκίνησης (αλλαγές συνόρων που άλλαζαν το μέγεθος του ζητήματος, αριθμός επιζήσαντων, αριθμός υπηκόων ή μη), τη δύναμη της λαϊκής κυβέρνησης έναντι των ντόπιων – σιωνιστών και μη – καπιταλιστών, τον συσχετισμό εντός της κάθε κυβέρνησης, τον τοπικό αντισημιτισμό, ζητήματα εθνικοποιήσεων και την κοινωνική προέλευση των δυνάμει αναχωρούντων κ.ά. Για αυτό και πάρα πολλοί Εβραίοι από εκεί έφυγαν παράνομα (τα δημοσιευμένα σιωνιστικά στοιχεία τσουβαλιάζουν όσους έφυγαν νόμιμα, παράνομα ή δεν κατάγονταν καν από αυτές τις χώρες). Επίσης, αποδεικνύεται ότι η ΕΣΣΔ δεν πίεζε, δεν έδινε άδεια στις ΛΔ και άλλα τέτοια αντικομμουνιστικά για το ζήτημα που ισχυρίζονται διάφοροι «προοδευτικοί» φιλοσιωνιστές. Αντίθετα, χωρίς φυσικά να μιλούσε εξ ονόματός τους, δήλωνε ακόμα και στους σιωνιστές ευθέως ότι κάθε χώρα έχει τα δικά της προβλήματα με την απώλεια ανθρώπινου δυναμικού και την εσωτερική αντίδραση (η οποία συνδεόταν με τον – διωκόμενο στις χώρες αυτές την ίδια εποχή – διεθνή σιωνισμό, σε αντίθεση με τους εβραίους εργαζόμενους των χωρών αυτών, που ήταν φιλοπροοδευτικοί). Όσο για την ίδια την ΕΣΣΔ, κάθε επιπλέον σχόλιο, μετά από αυτά τα ντοκουμέντα, περιττεύει. Ακόμα και τα δημοσιευμένα σιωνιστικά στοιχεία δεν αναφέρουν παρά μόλις 5.035 μετανάστες από το 1948 μέχρι και το 1953, έτος θανάτου του Στάλιν: 1.175, 3.255, 290, 196, 74, 45, δηλ. 0-1% του συνολικού εποικισμού της Παλαιστίνης (κι αυτοί παράνομα και βάσει σιωνιστικών στοιχείων, γιατί, βάσει σοβιετικών, μεταξύ 1945-1955 μόλις 500 είναι συνολικά οι μεταναστεύσαντες).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Λ.Δ. Ρουμανίας, σιωνισμός και μετανάστευση

Η Λ.Δ. Ρουμανίας, με τη μεγαλύτερη εβραϊκή κοινότητα (400.000 επέζησαν του Ολοκαυτώματος), βρισκόταν ιδιαίτερα στο στόχαστρο των σιωνιστών. Το πρόβλημα των τελευταίων ήταν ότι η μεταπολεμική Ρουμανία είχε θεσπίσει νομικό πλαίσιο που καθιστούσε φυσιολογική πια τη ζωή των Εβραίων εκεί και δεν κινητροδοτούσε την έξοδό τους από τη χώρα (για να απαλλαγεί, συν τοις άλλοις, από την επαναπόδοση της περιουσίας τους). Θα πρέπει να σημειωθεί η σύνθετη πολιτική κατάσταση της χώρας. Το ΚΚ Ρουμανίας ήταν αρχικά πολύ μικρό: η απελευθέρωση το 1944 το είχε βρει με μόλις 922 μέλη. Μεταπολεμικά, είχε τη μεγαλύτερη οργανωτική ανάπτυξη φτάνοντας τα 70.000 μέλη το 1947, όμως, στις εκλογές του Νοέμβρη του 1946, ακόμα και εντός του Μετώπου Δημοκρατικών Κομμάτων (που πήρε 69% των ψήφων), το κόμμα ήταν μόλις 4ο. Χαρακτηριστικό της κατάστασης αυτής είναι ότι, ως τις 31/12/1947, η χώρα είχε βασιλιά (με τη μετανάστευση Εβραίων να προχωρά ως τότε πρακτικά ανεμπόδιστη, π.χ. μόνο το 1947 έφυγαν με ή χωρίς βίζα 40.000). Μόλις το Φλεβάρη του 1948 έγινε το ΚΚΡ το μεγαλύτερο κόμμα, αφού συγχωνεύτηκε με το ακόμα μεγαλύτερό του σοσιαλδημοκρατικό συγκροτώντας το Εργατικό Κόμμα (ΕΚΡ), αν και πάλι, στις ανταγωνιστικές πολυκομματικές εκλογές του 1948 δεν ήλεγχε την πλειοψηφία των εδρών ούτε του Λαϊκού Δημοκρατικού Μετώπου. Μόνο σταδιακά αύξησε τον έλεγχό του επί της κυβέρνησης του πρωθυπουργού (1945-1952) Πέτρου Γκρόζα, που ήταν από άλλο κόμμα. Μπορεί στις 11/6/48 να αναγνώρισε το σιωνιστικό καθεστώς στην Παλαιστίνη η πολυκομματική κυβέρνηση της χώρας, όμως, τις ίδιες ακριβώς μέρες, στις 10-11/6/1948, η ΚΕ του ΕΚΡ πήρε απόφαση ότι «το κόμμα πρέπει να πάρει θέση σε κάθε ζήτημα που αφορά τους Εβραίους της Ρουμανίας και να πολεμήσει αποφασιστικά τα αντιδραστικά εθνικιστικά εβραϊκά ρεύματα», δηλ. τον σιωνισμό, ενώ τον Νοέμβρη η αστυνομία έκλεισε το τοπικό γραφείο του σιωνιστικού «Εβραϊκού Εθνικού Ταμείου». Αντίστοιχα, η Εβραϊκή Δημοκρατική Επιτροπή (ΕΔΕ), συνιστώσα του κυβερνώντος Δημοκρατικού Μετώπου με 5 βουλευτές στη ρουμανική βουλή μετά τις εκλογές του Μάρτη του 1948 (από 1 το 1946), που ήδη από τον Αύγουστο του 1946 προπαγάνδιζε ότι το ταξίδι στην Παλαιστίνη «δεν αξίζει το ρίσκο», άρχισε σφοδρή αντισιωνιστική κριτική. Τον Οκτώβρη διακίνησε το άρθρο του Έρενμπουργκ, ενώ το Δεκέμβρη χαρακτήρισε τον σιωνισμό μία εκδοχή του φασισμού και του αντιδραστικού εθνικισμού. Η εφημερίδα της στο Κλουτζ έγραφε ότι «όποιος επιδιώκει να μεταναστεύσει είναι σα να αυτοκτονεί» και ότι ο σιωνισμός είναι «το δίδυμο αδερφάκι του αντισημιτισμού», ενώ και ο Τύπος της συχνά είχε ανταποκρίσεις ρουμάνων εβραίων μεταναστών στην Παλαιστίνη, όπου περιγράφονταν οι οικτρές συνθήκες διαβίωσής τους. Οι σιωνιστές οργάνωσαν ανοιχτές συγκρούσεις στους δρόμους της Ρουμανίας εναντίον των εβραίων φιλοκομμουνιστών της ΕΔΕ, αποχώρησαν από αυτή και έφτιαξαν παραρτήματα σιωνιστικών κομμάτων της Παλαιστίνης στη Ρουμανία (που, στα μέσα του 1949, πέρασαν μόνα τους στην παρανομία).

Παρά το ότι η ΕΔΕ, που επέβλεπε τη μετανάστευση, άφησε 1.300 να φύγουν από τη Ρουμανία το Γενάρη του 1949, οι συκοφαντίες έδιναν και έπαιρναν στα έντυπά των σιωνιστών διεθνώς. Σε αυτές απαντούσαν ως και φιλοκομμουνιστικά εβραϊκά έντυπα εκτός Παλαιστίνης, όπως το Jewish Life στις ΗΠΑ (ενδεικτικά, α) άρθρο στο τ.12/47 όπου αναφέρεται αφενός ελευθερία μετανάστευσης αφετέρου λήψη όλων των μέτρων – υπηκοότητα, πολιτιστική ανάπτυξη κ.ά. – για ανθρώπινη διαβίωση των Εβραίων εκεί, β)επιστολή-απάντηση στο τ.12/48 στους συκοφάντες περί «αντισημιτικής Ρουμανικής ΛΔ». Αξίζει να σημειωθεί ότι το Jewish Life φιλοξενούσε συνεχώς άρθρα και από άλλες ΛΔ για τη συμβολή Εβραίων στην ανοικοδόμησή τους.) Ακόμα και στις 29/10/1949, ο Μπεν Γκουριόν, σε συγκέντρωση στο Τελ Αβίβ, σφόδρα επέκρινε την Άνα Πάουκερ, εβραία ρουμάνα υπουργό εξωτερικών, ότι παρεμβάλλει εμπόδια στην αναχώρηση των ρουμάνων Εβραίων (Η ίδια επανειλημμένα σνόμπαρε ως και τον σιωνιστή πρέσβη, που μάλιστα ήταν από τη Ρουμανία). Σε συζήτηση του Σέρτοκ με τον εκπρόσωπο της Ρουμανίας στο Τελ Αβίβ, ο πρώτος εξέφρασε την ανησυχία του γιατί η Ρουμανία είχε πρακτικά σταματήσει τη (νόμιμη) μετανάστευση, εκδίδοντας βίζα σε 100-200 άτομα μόνο (το Φλεβάρη του 1949 εκδόθηκαν 160 βίζες σε Εβραίους και κυρίως όχι σε ρουμάνους, αλλά είτε από πρόσφατα προσαρτηθείσες περιοχές είτε από ευρισκόμενους στη χώρα λόγω του πολέμου).

Το Νοέμβρη του 1949 η ρουμανική κυβέρνηση ξαναχαλάρωσε τα μέτρα ενάντια στην μετανάστευση, έχοντας στο μεταξύ περάσει απόφαση από την ΚΕ του ΕΚΡ, με πρωτοβουλία του Τεοχάρι Γκεοργκέσκου, μέλους της ηγετικής κομματικής τετράδας και υπουργού εσωτερικών, να μην κρατούνται άλλο στη χώρα «εχθρικά» προς την ΛΔ στοιχεία, και με αντικειμενικό γεγονός ότι κάποιες εθνικοποιήσεις είχαν πλήξει και εβραίους αστούς. Για τους σιωνιστές, ωστόσο, τίποτα δεν άλλαζε, καθώς εργατικά ήταν τα χέρια που ήθελαν (και δη κορόιδα για να εποικίσουν την έρημο στη νότια Παλαιστίνη). Αντιμέτωπα τα μέλη της ρουμανικής αποστολής με την ίδια ταπεινωτική μεταχείριση που οι σιωνιστές επιφύλασσαν στους σοβιετικούς διπλωμάτες, και με συνεχείς συκοφαντικές επιθέσεις για τη χώρα τους από τον σιωνιστικό Τύπο, στις 23/2/1950, έζησαν ως και τη διάρρηξη της πρεσβείας τους και τη λεηλασία της περιουσίας τους. Η ΕΔΕ, που σε συνδιάσκεψή της το Μάρτη, κήρυξε το 1950 «έτος καταπολέμησης του σιωνισμού», έβγαλε στις 25 του ίδιου μήνα ανακοίνωση καταγγέλλοντας τα «πολύ χαλαρά κριτήρια» για αδειοδότηση εξόδου, που, τελικά περιλάμβαναν και εργάτες που έφευγαν για μια «καπιταλιστική χώρα, με ανεργία και εξαθλίωση» (100.000 μετανάστες στην Παλαιστίνη παρέμεναν σε στρατόπεδα άεργοι) και άρχισε να χαρακτηρίζει «διακινητές» τους οργανωτές της μετανάστευσης. Επίσημος σιωνιστής διπλωμάτης δημοσίευσε σε σιωνιστική εφημερίδα (Maariv) άρθρο όπου χαρακτήριζε τα μέλη της ΕΔΕ «προδότες». Οι σιωνιστές, παρότι νεοεισερχόμενοι στον ΟΗΕ, ανοιχτά υιοθετώντας φιλοδυτική στάση, δεν καταψήφιζαν εκεί εκθέσεις κατά της Ρουμανίας, όπως και της Ουγγαρίας, αλλά και της Βουλγαρίας για θέματα «ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών» (τελικά, οι χώρες αυτές έγιναν μέλη του μόλις το 1955). Παρά τις πιέσεις των σιωνιστών, ως το 1952 παρέμεναν στη Ρουμανία 300.000 Εβραίοι.

Τελικά, η Πάουκερ και ο Γκεοργκέσκου καθαιρέθηκαν το 1952 και συνελήφθησαν στις 18 Φλεβάρη 1953, ενώ η ΕΔΕ διαλύθηκε στις 16 Μάρτη 1953, λίγες μέρες μετά το θάνατο του Στάλιν, στα πλαίσια της αντιμετωπικής πολιτικής που υιοθετήθηκε από τον γνωστό στα καθ’ ημάς ρεβιζιονιστή Ντεζ. Μετά από λίγα χρόνια, άνοιξε εντελώς η στρόφιγγα. Η Ρουμανία, έστω και στα πλαίσια επιδίωξης ανεξαρτησίας του Τσαουσέσκου έναντι του Μπρέζνιεφ, τήρησε φιλοσιωνιστική στάση ακόμα και εντός του διεθνούς ρεβιζιονιστικού κινήματος (γνωστές είναι οι ομηρικές διαμάχες των ρουμάνων εκπροσώπων με τον ηγέτη του ΚΚ Συρίας Χάλεντ Μπακντάς στα πλαίσια των συναντήσεων του διεθνούς ρεβιζιονιστικού κινήματος) και στην κυριολεξία πούλησε «με το κεφάλι» τους Εβραίους της χώρας στους σιωνιστές. Ως το 1987, στη Ρουμανία, είχαν μείνει μόλις 23.000 Εβραίοι, με τους μισούς να είναι συνταξιούχοι, ενώ οι Ρουμάνοι Εβραίοι ήταν η 2η μεγαλύτερη εθνική κοινότητα στις τάξεις των εποίκων στην Παλαιστίνη.

Tα άρθρα και τα ντοκουμέντα μεταφράστηκαν από τα ρωσικά από το parapoda.

Tagged: , , , ,

Σχολιάστε