Για το βιβλίο του Μ. Πασιάκου για τον πρώην κλαρίτη και αργότερα στέλεχος του ΕΛΑΣ, του ΔΣΕ και του αντιρεβιζιονιστικού αγώνα Ν. Κιάμο

Έστω και με καθυστέρηση άνω του έτους από την κυκλοφορία του, βρέθηκε το βιβλίο του Μιχάλη Πασιάκου από την ακριτική Σαγιάδα Θεσπρωτίας για τον Νικόλα Κιάμο, και για πολλούς λόγους αξίζει μια αναφορά, τόσο λόγω περιεχομένου όσο και των συνθηκών στις οποίες γράφτηκε. Παράλληλα, με αφορμή το έργο του συγγραφέα, γράφονται και κάποιες γενικότερες σκέψεις.

Το εξώφυλλο του βιβλίου για τον Νικόλα Κιάμο, με φωτογραφία από την εποχή του ΕΛΑΣ

Ο Νικόλας Κιάμος από το Τσαγγάρι Σουλίου (1900-1973), για τους γνώστες της ιστορίας της σύγχρονης Ηπείρου δεν χρειάζεται πολλά λόγια, τουλάχιστον για την αρχική ιδιότητά του: από ένας τυπικός ληστής της ύστερης οθωμανικής περιόδου (ή, για την ακρίβεια, της μεταβατικής δεκαετίας μετά την απελευθέρωση της Θεσπρωτίας το Φλεβάρη του 1913), έχοντας γνωρίσει στη φυλακή τον Νίκο Ζαχαριάδη και ασπαζόμενος, στα 40 του, τις κομμουνιστικές ιδέες, αναδείχτηκε στέλεχος του 24ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, αργότερα βρέθηκε στο Μπούλκες, μετέπειτα ξεχώρισε ως στέλεχος της 8ης μεραρχίας του ΔΣΕ (στη θρυλική 159 ταξιαρχία στο Σούλι), ενώ στην Τασκένδη κυριολεκτικά «τερμάτισε» την, αν μη τι άλλο, πληθώρα εμπειριών που ένας άνθρωπος θα μπορούσε να ζήσει, φτάνοντας, μέσα από τη συμμετοχή του στις οργανώσεις του ΚΚΕ που αναγνώριζαν ως νόμιμο ηγέτη του τον Νίκο Ζαχαριάδη, να συγκρουστεί ανοιχτά από το 1955-‘56 με τον ρωσικό μεγαλοκρατισμό και αργότερα ιμπεριαλισμό, και να καταλήξει στη Σιβηρία, ως διακεκριμένος αγωνιστής των οργανώσεων με επικεφαλής τους Ράφτη (Νεμέρτσικα)-Κυργιάννη (Λακαρέα)-Πάνο Λαμπράκη (Λαδιά), οι οποίοι εξορίστηκαν στη Σιβηρία (ο δε Κυργιάννης, μετά την καταγγελία της εισβολής Μπρέζνιεφ στην Κίνα το 1969, και σε ψυχιατρεία, μέχρι το 1975, υφιστάμενος – δεμένος χειροπόδαρα – βίαιη σίτιση και χορήγηση ψυχοφαρμάκων, καθώς και ξυλοδαρμούς από τρόφιμους) και Γιάννη Γκόγκο. Με δυο λόγια, σε μόλις 73 χρόνια (πέθανε το 1973, μη έχοντας καταφέρει να επαναπατριστεί), ο Κιάμος έζησε πλήρως δύο αιώνες.

Οι συνθήκες για τη συγγραφή βιβλίου με τέτοιο περιεχόμενο, όπως είναι ευνόητο, δεν θα μπορούσε να είναι εύκολες. Όχι λόγω της έδρας του συγγραφέα: αντίθετα, αυτή, ίσως, συνέβαλε στο άνοιγμα περισσότερων στομάτων και στην εύρεση περισσότερων τοπικών πηγών. Ωστόσο, το βιβλίο αναπόφευκτα είναι ανισοβαρές (κι αυτό δεν γράφεται ως κριτική, άλλωστε, δεν έχει νόημα αυτή πια), καθώς τα αρχεία των ύστερων διωκτών του Κιάμου (ρώσων ρεβιζιονιστών-ιμπεριαλιστών και ελλήνων ακολούθων τους), πέραν όσων έχουν διαρρεύσει, παραμένουν κλειστά. Έτσι, ο Μ. Πασιάκος αναγκάστηκε να ενώσει τα διάσπαρτα κομμάτια του παζλ της ζωής του Κιάμου, όπως αυτά υπήρχαν είτε σε ελληνικά κρατικά αρχεία και δημοσιεύματα του προπολεμικού Τύπου, είτε σε γραπτά συμμαχητών ή αντιπάλων του, είτε προφορικές και γραπτές μαρτυρίες πρωτογενείς ή δευτερογενείς, είτε το οικογενειακό ή πολιτικό του αρχείο, όσο διασώθηκε και αυτό.

Παρά την διαφορετικότητα, ως προς την ποιότητα και την έκταση, των πηγών του, και την αναπόφευκτη ανομοιογένεια τους που καθιστά την ένωσή τους σχεδόν συρραφή και, ως ένα σημείο, δεν επιτρέπουν στον μη εξοικειωμένο αναγνώστη να συνάγει μια θετική ή αρνητική αποτίμηση της ζωής του Κιάμου (άσχετα αν αυτό ήταν ή όχι πρόθεση του συγγραφέα), κάτι το έτσι κι αλλιώς δύσκολο λόγω των δύο διαμετρικά αντίθετων ζωών που αυτός κατά σειρά είχε, εντούτοις, στο βιβλίο επιτυγχάνεται να αποτυπωθεί η ζωή και η δράση του Κιάμου, ιδίως την προπολεμική περίοδο, σε μια εποχή που η περιοχή της Θεσπρωτίας/Σουλίου άλλαζε (το τελευταίο συνάγεται από το βιβλίο και το καθιστά ακόμα πιο ενδιαφέρον). Περιγράφεται (σε διαφορετική, όπως προαναφέρθηκε, έκταση) η ζωή του ως βοσκού, που αναγκάστηκε να σκοτώσει, η φυγή του στο βουνό ως κρυμμένου, η παράδοσή του, η ανταλλαγή της ποινής του με το κυνηγητό άλλων ληστών, ιδίως μουσουλμάνων Τσάμηδων, και κατά κάποιους η διά της βίας προπαγάνδιση της φυγής των μουσουλμάνων της Θεσπρωτίας ως Τούρκων, η ταπείνωση αστυνομικών από πλευράς του παρά τη συνεργασία, ο εξαναγκασμός του σε εκ  νέου φυγή, η κήρυξη της Ηπείρου σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για την καταστολή του φαινομένου της ληστείας, η κατά κάποιους συμμετοχή του σε απαγωγή πλούσιου αλβανού μουσουλμάνου μειονοτικού, που αναπόφευκτα έλαβε διεθνείς διαστάσεις, η νέα ζωή του ως εμπόρου αλλά και η παγίδευσή του από ανταγωνιστές του εμπόρους, η φυλάκισή του σε ισόβια, η γνωριμία του με τους κομμουνιστές, η απόδραση, η άρνηση των λιρών του Ζέρβα, που προσπαθούσε να τον πάρει στον ΕΔΕΣ από τον ΕΛΑΣ, με τη συγκλονιστική δήλωση: «Να του πεις [του Ζέρβα] να το βάλει καλά στο μυαλό του: Ο Κιάμος τώρα δεν πουλιέται ούτε για εξακόσιες λίρες, ούτε για έξι χιλιάδες, ούτε και για όλο το θησαυρό του κόσμου» (αφού, όπως έγραφε στο αυτοβιογραφικό του σημείωμα, «εγώ είχα ανάγκη από δικαιοσύνη, όλα τα άλλα ταχα χορτάσει από μικρός»), η δράση του στο καταταλαιπωρημένο από τις 3 διαλύσεις από τον ΕΔΕΣ 24ο σύνταγμα του ΕΛΑΣ, το Μπούλκες, ο νέος ένοπλος αγώνας, για το ρίζωμα του οποίου στην Ήπειρο ως και ο Κιάμος αναφέρει το μεγάλο μέγεθος των ταλαιπωριών που (και ο ίδιος) υπέστη, λόγω και του λεγκαλισμού που χαρακτήριζε πολλά στελέχη του κινήματος, καθώς και η ηρωική δράση του στο Σούλι. Όπως προειπώθηκε, η ζωή του στην Τασκένδη αναπόφευκτα δεν ήταν δυνατό να αναλυθεί ιδιαίτερα. Ωστόσο, και μόνο η αναφορά στις λέξεις «Σοβιετική Ένωση», της όλο και πιο αυτοματοποιημένης παραγωγής και του όλο και πιο υψηλού τα πρώτα χρόνια παραμονής του Κιάμου πολιτισμού, καθιστά αυτομάτως χτυπητή τη διαφορά της με την πρωτόγονη ζωή και εργασία στο Σούλι. Εξάλλου, το έλλειμμα αυτό αντισταθμίζεται από τέσσερα σημαντικά αρχεία: την κριτική του Κιάμου σε διάφορα στελέχη, το αυτοβιογραφικό του σημείωμα, το κάλεσμά του στους αντιρεβιζιονιστές για ενότητα και το κάλεσμά του στους ρεβιζιονιστές ιθύνοντες του Συλλόγου των προσφύγων εκεί μετά το πραξικόπημα του ’67, με την χαρακτηριστική εισαγωγή: «τι κάνετε, τι κάθεστε;», με την παράκληση για οργάνωση έμπρακτης βοήθειας στον δοκιμαζόμενο ελληνικό λαό, αφού αυτοί είχαν και το μαχαίρι και το πεπόνι (ήταν αυτοί που δεν άφηναν την «ομάδα Ράφτη-Λακαρέα» να αποχωρήσει για την Κίνα με τελικό προορισμό την Αλβανία και την Ελλάδα για πολιτικό αγώνα). Είναι πολύ κρίμα που δεν υπάρχει ντοκουμέντο από την καταδίκη του σε εξορία ή αναφορά στη ζωή κατά τη διάρκειά της. Παράλληλα, πάντως, οι πολλές φωτογραφίες με φίλους και την οικογένειά του μας μεταφέρουν στην περίοδο εκείνη της ζωής του.

Ο Κιάμος με στολή αξιωματικού του ΔΣΕ

Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να υπάρξουν δυο λόγια και για τον συγγραφέα του βιβλίου, Μιχάλη Πασιάκο, ο οποίος στο διάστημα που μεσολάβησε από την έκδοση του βιβλίου στις αρχές του 2023, πέθανε, μόλις στα 60 του. Πρόλαβε, ωστόσο, να αφήσει ένα μεγάλο έργο λαογραφίας και ένα εξίσου μεγάλο ανολοκλήρωτο, δυστυχώς, έργο ιστοριογραφίας της Θεσπρωτίας. Ενδεικτικά, αναφέρονται, πρώτον, ένα ογκώδες υλικό για τον ΔΣΕ στη Μουργκάνα. Δεύτερον, μια βιογραφία του Τσίλη Μάστορα, θείου και «συναδέλφου» (αρχικά) αλλά και κομματικού συντρόφου (αργότερα) του Κιάμου, εξίσου, αν όχι περισσότερο, θρυλικού. Και μόνο με αυτά τα χαρακτηριστικά έργα, καταλαβαίνει κανείς πόσο πλήττεται με το θάνατο του Πασιάκου η υπόθεση του να αναδειχτεί ο συνολικότερος χαρακτήρας της Θεσπρωτίας, που φυσικά και δεν είναι η Θεσπρωτία «της Ελένης Γκατζογιάννη» και της λίρας του Ζέρβα, όσο κι αν αυτά έχουν «καθιερωθεί». Τρίτο, όμως, ενδεικτικό έργο που έμεινε στη μέση, αλλά αξίζει να αναφερθεί είναι η βιογραφία του Μουσά Ντέμη, επιφανούς μουσουλμάνου Τσάμη, προοδευτικού, που είχε δώσει και παιδιά του στο 4ο τάγμα του 15ου συντάγματος του ΕΛΑΣ, στο οποίο συμμετείχαν και μουσουλμάνοι. Όπως καταλαβαίνει κανείς, με αυτό το έργο εγκαινιαζόταν μια προσπάθεια να αναδειχτεί και μάλιστα χωρίς υπερβολές η (άγνωστη στους επιζώντες σήμερα Θεσπρωτούς) μιας τρίτης, προοδευτικής συνιστώσας της μουσουλμανικής αλβανικής μειονότητας της Θεσπρωτίας, της οποίας η αποκρυστάλλωση, με τη σειρά της, έμεινε κι αυτή στη μέση κατά την αποκρυστάλλωση της εν λόγω μειονότητας σε εθνική μειονότητα, μακριά από την οθωμανική επιρροή (που παρέμενε ένα είδος συνιστώσας, συρρικνούμενο, φυσικά), αφενός, καθώς και την αντιδραστική αλβανική επιρροή, αφετέρου. Αυτή η τρίτη συνιστώσα, όχι ότι δεν κοιτούσε προς τα Τίρανα ως σημείο αναφοράς του αλβανικού έθνους, όχι ότι δεν είχε θεμιτή επαφή με αυτά, ιδίως για θέματα διεθνούς προστασίας της μειονότητας, η οποία βρέθηκε στο έλεος «ελληνόψυχων πατριωτών» του ΕΔΕΣ με «αγνά», δηλαδή αποκλειστικά οικονομικά κίνητρα, αλλά επουδενί δεν ήταν αυτό που λέμε «έπαιρνε γραμμή» από τα Τίρανα, απλούστατα, γιατί έβλεπε στη φιλία με τον ελληνικό λαό την εγγύηση για την επιβίωση της μειονότητας. Από αυτή την άποψη, το έργο του Πασιάκου υπερέβαινε τα όρια της προσφοράς στη Θεσπρωτία και έφτανε το πανεθνικό επίπεδο, καθώς έθετε τις ελληνοαλβανικές σχέσεις σε μια υγιή βάση. Να δούμε πώς και ποιος θα ολοκληρώσει αυτό το έργο που έμεινε στη μέση, αλλά και πώς θα διαδοθεί το έργο του.

Ο Μιχάλης Πασιάκος

Με αφορμή, ωστόσο, το θάνατο του Πασιάκου, αξίζει να αναφερθεί και κάτι γενικότερο: σε όλη την Ελλάδα υπάρχουν άνθρωποι που καταγράφουν τη μικροϊστορία και τη λαογραφία του τόπου τους αφιλοκερδώς. Αναπόφευκτα, εμφορούνται από διάφορες πεποιθήσεις, που σπάνιο είναι να μην έχουν επηρεαστεί είτε από την καθεστωτική προπαγάνδα είτε από τη ρεβιζιονιστική, είτε από οικογενειακές εμπειρίες είτε από παγιωμένα τοπικά («γκατζογιαννικά») στερεότυπα. Επίσης, σπάνιο είναι να μην έχουν μολυνθεί και από το μικρόβιο του ατομικισμού που πάντοτε διασπείρει ένα αστικό, πολλώ δε μάλλον το δικό μας το εξαρτημένο, καθεστώς (Ευτυχώς, ο Πασιάκος είχε υπόψη τους κινδύνους αυτούς). Εντούτοις, ποιος από όλους μας δεν έχει τέτοιες ιδιότητες, στον έναν ή τον άλλον βαθμό; Τον άνθρωπο δεν το διαμορφώνει το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων (Μαρξ); Στοίχημα, λοιπόν, για την όποια κομμουνιστική οργάνωση υπάρξει μελλοντικά στην Ελλάδα, είναι να αναπτύξει επαφές με τέτοιους ανθρώπους, να τους κερδίσει στην υπόθεσή της, παρά τα όποια κατάλοιπα. Έχουν ένα μεράκι αυτοί οι άνθρωποι, που στο μεγαλύτερο μέρος εκτρέπεται και μαγαρίζεται. Στόχος μας, από την άλλη, είναι η ανάπτυξη στο έπακρο των δυνατοτήτων των ανθρώπων και η αξιοποίησή τους υπέρ των άλλων ανθρώπων στο σύντομο πέρασμά τους από αυτό τον πλανήτη. Στην τελική, μπορούν κι αυτοί να μας βοηθήσουν στην ανάδειξη των πραγματικών διαστάσεων του λαϊκού ξεσηκωμού για Ανεξαρτησία και Δημοκρατία τη δεκαετία του ’40 ανά χωριό, ένα έργο που δεν αποτελεί απλώς χρέος στην αλήθεια και την ιστορία κάθε τόπου, αλλά και συμβολή στην εξοικείωση των νεότερων γενιών με τον αγώνα για ένα καλύτερο αύριο και τις δυσκολίες που αυτός ενέχει. Σε κάθε περίπτωση, αφού έχουν πεθάνει οι περισσότεροι μαχητές ή αυτόπτες μάρτυρες εκείνης της πιο ηρωικής, αλλά και καθοριστικής για πολλά περιόδου, οι άνθρωποι αυτοί μπορούν να μας βοηθήσουν στην εύρεση πιθανών ντοκουμέντων και γραπτών μαρτυριών, στη σύνταξη ανά χωριό ονομαστικών καταλόγων και μικρών έστω βιογραφικών κειμένων για αγωνιστές και σε άλλα τέτοια καθήκοντα, που δεν πρέπει να αφήνουμε για «την επόμενη φορά» που θα επισκεφτούμε το χωριό.

Παρατίθεται το ντοκουμέντο που σε πρωτότυπη μορφή υπάρχει και στο βιβλίο (παρμένο από την εφημερίδα «Ανασύνταξη», φ. 161, 1-15/7/2003), στο οποίο ο Κιάμος καλεί σε ενότητα αντιρεβιζιονιστών (που είχε κλονιστεί το 1959, όσον αφορά την τακτική να κατονομαστεί ή όχι η σοβιετική επέμβαση, όπως είχε, πράγματι, κατονομαστεί στην 5η Ολομέλεια του 1955) στη σωστή, όμως, βάση (για τις δυσκολίες της αντιρεβιζιονιστικής ενότητας, βλ. επίσης εισαγωγή εδώ):

Γράμμα του Νίκου Κιάμου προς την καθοδήγηση των ζαχαριαδικών (13/3/1959)

Σύντροφοι,

Πλατιά-φαρδιά γίνεται συζήτηση από δυο πλευρές, μια από μέρος των εννέα (σ.parapoda: των γραμματέων των ΚΟ των πολιτειών που στάθηκαν στο πλευρό του Ν. Ζαχαριάδη και της επανάστασης) και μια άλλη, από μέρος μας, ορισμένων στελεχών της δικιάς μας πλευράς (σ.parapoda: εννοεί τους «Ραφτικούς», που επιθυμούσαν να κατονομάζεται η σοβιετική επέμβαση).Οι τελευταίοι καταφέρονται εναντίον των πρώτων ότι δεν ενεργούν καλά, ότι γίνανε ορισμένα επιβλαβή λάθη, ότι οι ενέργειες αποβλέπουν σε ατομικά ανεβάσματα και ένα σωρό άλλα πράγματα που γίνεται κανείς έξω φρενών, όταν τα πάρει υπόψη του.

Από την πρώτη μερίδα, δηλαδή τους εννέα, γίνεται άλλη συζήτηση, ότι οι δεύτεροι δημιουργούν φράξια, ότι θέλουν να ρίξουν τους εννέα και να αναλάβουν αυτοί αυτά τα μεγαλεία των εννέα και πολλά άλλα φαντασιώδικα και χαμένα πράματα.

Νομίζω ότι όλα αυτά από την μια και από την άλλη πλευρά θα πρέπει να τα αφήσετε στην πάντα και σαν καλοί σύντροφοι να καθίσετε κάτω να συζητήσετε και να λύσετε τις διαφορές που σας απασχολούν μήπως οι μεν πάρουν την εξουσία ή μήπως οι άλλοι γίνουν αρχηγοί. Το χωριό μας καίγεται, λέει η παροιμία, και μεις στολιζόμαστε και καμαρώνουμε. Ο νους μας όλο στο κεχρί τρέχει και όχι στην υπόθεση που μας βασανίζει. Αν υπάρχουν ορισμένες διαφορετικές αντιλήψεις για τη δουλειά που γίνετε, να καθίσετε να συζητήσετε, να βρείτε ποιο είναι το σωστό και να αφήσετε κατά μέρος τους εγωισμούς και τις φαντασίες.

Μια που η βάση σάς εμπιστεύτηκε αυτή την υπόθεση, σαν πιο ικανούς και έμπιστους, μην παίζετε σε βάρος αυτών των κομμουνιστών που είναι πιστοί σε αυτό που ξεκίνησαν.

Ο Νικόλας Κιάμος σε μεγαλύτερη ηλικία

Δεν είναι ντροπή ούτε υποτιμητικό να συμβουλεύεστε και άλλον κόσμο, στελέχη που έχουν πείρα, μόρφωση και αρκετές ικανότητες, για να μπορέσετε να βοηθηθείτε να κάνετε καλύτερες και σωστότερες ενέργειες. Δεν είναι σωστό οι φράσεις «το θέλεις ή δεν το θέλεις, έτσι θα γίνει». Εδώ πρέπει να βρούμε το σωστό, να πείσουμε εκείνον που επιμένει σε κάτι που δεν είναι σωστό, χωρίς να το ρίχνουμε στο «εμείς είμαστε και ό,τι πούμε εμείς θα γίνει» ή «το θέλετε ή δεν το θέλετε». Αυτά δεν στέκουν και δεν ταιριάζουν στον σημερινό μας αγώνα.

Δεν είναι ντροπή ούτε υποτιμητικό το να γράφουμε στα γράμματά μας και σε όλες τις ενέργειες που κάνουμε το όνομα του αρχηγού μας Νίκου Ζαχαριάδη. Με το να γράφουμε ότι είμαστε με την Πέμπτη Ολομέλεια και ότι θέλουμε την παλιά μας ΚΕ, αυτό δεν θα πει τίποτε. Την ΚΕ μάς την έστειλαν όλη εδώ και τους είδαμε (σ.parapoda: Εννοεί ότι πολλά στελέχη της παλιάς ΚΕ, ακόμα και κάποιους που ήταν στην ανώτερη ηγεσία και θεωρούνταν ζαχαριαδικοί, πήγαν στην Τασκένδη να κάνουν κήρυγμα υπέρ της «6ης Ολομέλειας»). Εκείνος που δεν ήρθε ήταν ο αρχηγός μας Ζαχαριάδης. Αν και αυτός συμφωνούσε με τους άλλους, νομίζω ότι ούτε οι εννέα, ούτε οι εκατόν εννέα ούτε από τις οχτώ χιλιάδες κομμουνιστές που ήταν στην Τασκέντη θα μπορούσε κανένας να ανοίξει στόμα για ό,τι έγινε. Όποιος λέει ότι θα ‘κανε και θα ‘δινε και θα ‘παιρνε, είναι όλα παραμύθια και φαντασίες. Δεν είχαμε αρχηγό που να κοίταζε και να φοβόταν μη χάσει το αρχηγιλίκι, αλλά αρχηγό που αγωνίζονταν με όλη την δύναμή του για την λευτεριά και προκοπή του ελληνικού λαού. Αν ήθελε το 1946 γινόταν νόμιμος αρχηγός του ΚΚΕ, με πέντε-δέκα βουλευτές, και καθόταν στην Αθήνα και έκανε ό,τι κάνουν και τα άλλα κόμματα σε άλλες χώρες και εκείνο που θέλει και που ήθελε να κάνει ο Παρτσαλίδης-ΚΕ.

Όποιος δεν θέλει να προφέρει το όνομα του Νίκου Ζαχαριάδη, αυτός αποβλέπει κάπου αλλού, σκέπτεται πονηρά. Δηλαδή, εμείς μπορούμε να ζητάμε εκείνον τον δρόμο που μας έδειξε ο Ζαχαριάδης χωρίς να θέλουμε να πιστέψομε ότι αυτός τον άνοιξε. Να παρουσιαστούμε κάτι παραπάνω και ότι εμείς κρατήσαμε αυτή την κατάσταση και εσύ Ζαχαριάδη αν ήσουν έξυπνος θα έλεγες το πιστεύω σ’ έναν Θεόν πατέρα και θα ήσουν αρχηγός. Αφού εσύ δεν θέλησες να κάνεις αυτό, εμείς τώρα δε σε χαμπερίζομε. Ο Ζαχαριάδης πέθανε, όπως εκφράζονταν μερικά τρανά στελέχη. Νόμισαν ότι ήρθε ο καιρός τους να γίνουν αρχηγοί.

Αν σκεπτόμαστε έτσι, καταλαβαίνετε τι χωριό μπορούμε να φτιάσουμε.

Έτσι, εγώ ο αγράμματος, που πιστεύω δεν θα με παραξηγήσετε γι’ αυτό, κάνω αυτή την πρόταση για να συναντηθείτε το συντομότερο για να λύσετε τις διαφορές που έχετε, να ξεκαθαρίσετε τους λογαριασμούς που σας απασχολούν και να μιλήσετε και στον κόσμο, για να σταματήσει το κουτσομπολιό και οι σκέψεις που βασανίζουν κάθε κομμουνιστή. Άρχισαν κιόλας να λεν, θα τους μουτζώξουμε και αυτούς. Θα κάνουμε ατομικά γράμματα και θα διαψεύσομε κάθε ενέργειά τους, ότι έγιναν όλα εν αγνοία μας, ότι εμείς δεν υποταζόμαστε σε κανέναν. Εγώ θα γράψω, λέει ο άλλος, ότι περιμένω τον αρχηγό μου Νίκο Ζαχαριάδη να μου δείξει το δρόμο που θα πάω, και ένα σωρό άλλα, όπως του κατεβάζει του κάθε ενός.

Αν αρχίσουμε έτσι, καταλαβαίνετε τι μπορεί να γίνει και υπεύθυνοι για όλα αυτά θα είστε εσείς και από την μια μεριά και από την άλλη.

Με σ.χαιρετισμούς

Ν. Κιάμος

Τασκέντη 13.3.1959

Tagged: , , , , , , , , ,

Σχολιάστε