Ανρί Βαλόν – Διαλεκτικός Υλισμός & Ψυχολογία


Ο διαλεχτικός υλισμός είναι μια γενική αντίληψη του κόσμου. Τις αρχές του, που τις καθόρισαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς, και που, με το όνομα ιστορικός υλισμός, τις εφάρμοσαν οι ίδιοι στη μελέτη των ανθρωπίνων κοινωνιών στη διαδοχική τους εξέλιξη, πρέπει παρόμοια να τις εφαρμόζουμε σε κάθε αντικείμενο της γνώσης μας, επειδή εκφράζουν και ερμηνεύουν ό,τι είναι ουσιαστικό σε κάθε πραγματικότητα: το αδιάκοπό της γίγνεσθαι και τους νόμους της αλλαγής της. Ο διαλεχτικός αυτός υλισμός θέλει να υποκαταστήσει τις άλλες θεωρίες της γνώσης, γιατί οι άλλες θεωρίες, στην προσπάθειά τους να καθορίσουν και να κατανοήσουν τα πράγματα, τα ακινητοποίησαν, επειδή υποκατάστησαν το κινούμενο ον με τα δικά τους τα άκαμπτα πλαίσια, και επειδή πολύ συχνά πίστεψαν πως αυτές είναι το ίδιο το ον του οποίου την ύπαρξη ανάγουν στα συστήματα που έχτισαν για να το γνωρίσουν.

Ο διαλεχτικός λοιπόν υλισμός δεν είναι μια απλή θεωρία της γνώσης. Είναι δίχως αμφιβολία αυτός μονάχα ικανός να ερμηνέψει την κίνηση των ιδεών, την εξέλιξη της ανθρώπινης γνώσης και των επιστημών, μα αυτό το πετυχαίνει, επειδή ταυτόχρονα αντιστοιχεί πέρα για πέρα με την ίδια την πραγματικότητα, που η ύπαρξή της δεν είναι τίποτε άλλο, παρά γίγνεσθαι και κίνηση.

henri-wallon

O Henri Wallon

Είναι υλισμός, σε αντίθεση με τον ιδεαλισμό, γιατί παραδέχεται πως η γνώση, αντί να επιβάλλει τους νόμους της στην πραγματικότητα, αντίθετα, παίρνει αυτή από την πραγματικότητα τους δικούς της τους νόμους, επειδή η ύπαρξη και η γένεση του αντικειμενικού προηγούνται και εξουσιάζουν τους νόμους της παράστασής του. Είναι λοιπόν υλισμός, γιατί το αντικείμενο, αντί να εξαφανίζεται μέσα στην ίδια του την εικόνα, υπάρχει πραγματικά πριν και έξω από την εικόνα του, επειδή η πραγματικότητα του αντικειμένου δεν ταυτίζεται με την αντανάκλασή του, που γίνεται στο πνεύμα, παρά υπάρχει ανεξάρτητα αυτό καθαυτό, απ’ όπου πρέπει να ξεπηδάει η γνώση σαν απ’ την πηγή της που υπάρχει πραγματικά.

Και είναι διαλεχτικός ο υλισμός αυτός, γιατί η ύλη δεν είναι καμωμένη από στοιχεία αιώνια όμοια με τον εαυτό τους, έτσι που οι σταθερές ιδιότητές τους, θα μπορούσαν να εξηγήσουν άμεσα ολόκληρη την πραγματικότητα. Αυτό κάνει ο μηχανικός υλισμός με την ουσιαστικά απαγωγική του προσπάθεια. Ανάγει δηλαδή σε ορισμένες αρχές μια για πάντα δοσμένες, σε μια ακίνητη φύση την εξήγηση όλων των πραγμάτων. Όμως διαλεχτικά αντικρυσμένη η ύλη, υψώνεται, αντίθετα, σκαλί-σκαλί σε μορφές ολοένα καινούργιες.

Η ύλη είναι κίνηση. Και οι καταχτήσεις της σύγχρονης φυσικής, [που βλέπει] το άτομο και παραπέρα τον πυρήνα του σε κόκκους ενέργειας, που η θέση τους μεταβάλλεται μέσα στο χώρο, ταιριάζουν καλά στο νόημα του ορισμού αυτού.

Μα ανάμεσα στην τελευταία αυτή και, χωρίς άλλο, ατελείωτη ακόμη ανάλυση, της αρχικής ύλης, και τις υλικές συνθήκες απ’ όπου εξαρτιέται η ιστορική ανάπτυξη των κοινωνιών, δηλαδή τις τεχνικές μέθοδες, που χρησιμοποιούνται σε κάθε εποχή, ο άνθρωπος για να εξασφαλίσει τη συντήρησή του, [υπάρχουν] πόσα διαδοχικά στάδια, πόσες καινούργιες μορφές ύπαρξης!

Η αλλαγή αυτή είναι ο ουσιαστικός όρος του «είναι». Η ανέλιξή του είναι ποιοτική δημιουργία. Αυτές δηλαδή οι ποσοτικές αλλαγές, άμα φτάσουν σ’ ένα ορισμένο βαθμό, περνούν σε ποιοτική αλλαγή. Ο νόμος τούτος εξουσιάζει την εξέλιξη του «είναι», από το άτομο της ύλης ως τα είδη των ζώων, και από εκεί ως την ανθρώπινη κοινωνία. Μα δε μπορεί να πραγματοποιείται χωρίς δράση και αντίδραση, χωρίς το εξαιρετικά πολυποίκιλο παιγνίδι τους.

Πραγματικά η αλλαγή δε χρωστιέται σε κάποια εσωτερική μεταμορφωτική δύναμη. Η αλλαγή προκαλείται από τα έξω, είναι το αποτέλεσμα από κάποια αντίθεση, που υποχρεώνει εκείνο που υπάρχει ν’ αλλάξει, για να μπορέσει να εξακολουθεί να υπάρχει. Η αιτία λοιπόν βρίσκεται έξω από το αποτέλεσμα. Όμως και η ίδια είναι συχνά το αποτέλεσμα εκείνου που η ίδια τείνει να το μεταβάλει, γιατί δεν υπάρχει ύπαρξη, που να μπορεί να αναπτυχτεί απομονωμένα και για λογαριασμό της, χωρίς επίδραση στον περίγυρό της, και χωρίς να προκαλέσει μέσα εκεί ανταγωνιστικές δυνάμεις. Έτσι γεννιούνται συγκρούσεις, που καταλήγουν όχι απλά στην εξάλειψη του ενός από το άλλο, παρά στην από κοινού ολοκλήρωσή τους σε μια καινούργια μορφή ύπαρξης, όπου το ένα αναιρεί το άλλο, χωρίς όμως να εκμηδενίζονται αμοιβαία.

Πέρασμα από την ποσότητα στην ποιότητα, ανταγωνιστική δράση και αλληλεπίδραση, αυτά τα δυο μας εξηγούν τα πηδήματα που κάνει η ύλη από τη μια μορφή στην άλλη, τοποθετώντας στη θέση μιας κατάστασης, μια άλλη, ενός περίγυρου, ένα άλλο, και συστήματα καινούργιων νόμων στους προηγούμενους. Μέσα σ’ αυτή τη σειρά, κατέχουν τα ψυχικά φαινόμενα, μια θέση, και ποια θέση. Ίσως, άλλωστε, και αυτά τα ίδια να έχουν διάφορα επίπεδα που είναι οι σταθμοί ή τα ίχνη, απ’ όπου πέρασε η εξέλιξη μέσα στα ζώα από το ένα είδος στο άλλο, και μέσα στο οικοδόμημα των νοητικών λειτουργιών.

Η ψυχολογία δεν αναφέρεται ρητά στα έργα του Μαρξ και Ένγκελς. Όμως τη συναντούμε σε κάθε μας βήμα. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς δεν είναι από τους συγγραφείς εκείνους, που θεωρούν ασήμαντο πράγμα τη συνείδηση. Γι’ αυτούς, αντίθετα, είναι εξαιρετικά σπουδαία η χρονολογία, που πήρε ο άνθρωπος συνείδηση της ιστορίας του κόσμου, που ένιωσε δηλαδή τη βαθμιαία αποχτημένη δυνατότητα να τη μεταμορφώνει σκόπιμα. Και η γνώση δεν είναι γι’ αυτούς μια δύναμη μεταφυσική, αφηρημένη, απρόσωπη, όπως και η ανθρωπότητα δεν είναι μια ιδεατή οντότητα. Δεν υπάρχει ανθρωπότητα, χωρίς ξεχωριστές κοινωνίες, και δεν υπάρχουν κοινωνίες χωρίς ξεχωριστά άτομα. Στο άτομο συγκεντρώνεται η φροντίδα τους. Η επιθυμία τους είναι να δώσουν σε κάθε άτομο, επειδή είναι άτομο, τη δυνατότητα ελεύθερο να διαθέτει ολοκληρωτικά τη φύση του, να το κάνουν να καταχτήσει ολόκληρη τη δύναμή του της πρωτοβουλίας και της κατανόησης. Ο ρεαλισμός τους βασίζεται στο ατομικό. Το ίδιο και για τη συνείδηση. Πάντα για την προσωπική συνείδηση πρόκειται. Για τη συνείδηση του καθενός ανθρώπου, αντίστοιχα με την εποχή του, με τη θέση του μέσα στην κοινωνία, με τον τρόπο της ζωής του επίσης- και τούτο αποτελεί το υπόστρωμα ή το όργανο για όλα αυτά- σύμφωνα με τις υλικές διαθέσεις του οργανισμού του.

Μα από όλους αυτούς τους όρους, ιδιαίτερα μελέτησαν το κοινωνικό περίγυρο. Οι υπαινιγμοί που κάνουν για τους άλλους όρους δε μπορούσαν να απευθύνονται παρά σε κείνες τις κοινωνικές συνθήκες που είχαν πραγματικά μελετηθεί επιστημονικά και μπορούσαν να χρησιμέψουν για σύγκριση. Ε λοιπόν η ψυχολογία βρισκόταν ακόμα σε κατάσταση που την καταπολεμούσαν. Δυο τάσεις επικρατούσαν και στην ψυχολογία, ο ιδεαλισμός και ο μηχανικός υλισμός. Μα και σήμερα ακόμη δεν είναι, κάθε άλλο, ολότελα αποκαθαρισμένη από τις δυο αυτές τάσεις.

Η ιδεαλιστική ψυχολογία

Από το ένα μέρος λοιπόν η ενδοσκόπηση, το απλό δηλαδή ξαναγύρισμα της συνείδησης στον εαυτό της, η αυτοεξέταση της ίδιας της συνείδησης με τον εαυτό της, με την αξίωση, πως έτσι θ’ ανακαλύψουμε τα στοιχεία, τους παράγοντες και της ενέργειες της ψυχικής ζωής.

Etienne Bonnot de Condillac

Ο Étienne Bonnot de Condillac

Ο Condillac (1) και μαζί του και ο Destutt de Tracy (2), ξεκινούσε, όχι από τις εξωτερικές εκείνες πραγματικότητες, που μας επιτρέπουν να στηριχθούμε στην ύλη, παρά από τα αισθήματα (3), που γεννούν μέσα μας οι εξωτερικές πραγματικότητες, από απλές δηλαδή εικόνες, και ισχυριζόταν πως με τη βοήθεια αυτών των τάχα στοιχειακών εικόνων ανοικοδομούσε ολόκληρη την πνευματική ενέργεια του ανθρώπου.

Antoine Destutt de Tracy

Ο Destutt de Tracy

Έτσι ο Condillac κατάληξε να διαλύσει την πραγματικότητα και να τη μετατρέψει σε ένα καθαρό σύστημα από παραστάσεις. Και δε στάθηκε δύσκολο να αποδειχτεί πως οι παραστάσεις, αντί να είναι μια άμεση μαρτυρία, που μας δίνουν οι αισθήσεις στην επαφή τους με τα πράγματα, ήσαν κατά το ίδιο τουλάχιστο μέτρο οι συνέπειες από έννοιες ή παραδόσεις που το μοναδικό τους θεμέλιο ήταν μια κάποια κοινότητα στη σκέψη ανάμεσα σε ανθρώπους της ίδιας εποχής.

Στις εικόνες αυτές, με εξωτερική καταγωγή όπως τις θεωρούσαν, μα ακρωτηριασμένες από την υλική τους αιτία, ο Maine de Biran (4), πρόσθετε ή υποκαταστούσε μια ακόμη πιο υποκειμενική εντύπωση, την προσπάθεια, και αυτή τη θεωρούσε κάτι πιο ουσιαστικό, ή καλύτερα, το μόνο ουσιαστικό. Στην προσπάθεια, έλεγε, έχουμε την ίδια την ενόραση της ψυχής, που αποκαλύφτηκε στον εαυτό της με την επαφή της με άλλες πραγματικότητες, με άλλες υπάρξεις.

200px-Maine_de_Biran

Ο Maine de Biran

Όπως βλέπουμε, και εδώ ακόμη, εκμηδενίζεται εκείνο που είναι εξωτερικό, για χάρη του εσωτερικού. Ο υλικός κόσμος που είχε πια περιοριστεί στο ρόλο απλής σύμπτωσης, επρόκειτο να κατηγορηθεί αργότερα πολύ πιο ριζικά από τον Bergson (5), που κάθε αντίληψη του χώρου, δηλαδή, της εξωτερικότητας, τη θεωρούσε αλλοίωση της βασικής πραγματικότητας. Μιλάει, βέβαια, για ανέλιξη (γίγνεσθαι) ο Bergson. Μα η ανέλιξη αυτή πραγματικά δεν είναι παρά κατάσχεση εκείνου, όπου ο Μαρξ και ο Ένγκελς έβλεπαν να γίνεται η εξέλιξη του κόσμου, με τη δράση και την αντίδραση ανάμεσα σε δυνάμεις, που η σύγκρουσή τους τις αναγκάζει να πραγματοποιήσουν μια ανώτερη μορφή οργάνωσης. Τη θεωρεί όμως την ανέλιξη (το γίγνεσθαι) αυτόνομη εκδήλωση, που παρουσιάζουν υπάρξεις ή ουσίες, που δεν παίρνουν παρά από τον εαυτό τους την ιδιαίτερη φύση τους, και ονομάζει ζωική ορμή την τάση που θα είχαν να αυτοπραγματοποιηθούν αυθόρμητα. Δημιουργεί λοιπόν ο Bergson απροσδιόριστες πραγματικότητες, που ξεφεύγουν – σύμφωνα με τον ορισμό τους αυτόν- από την επιστημονική γνώση. Πραγματικά ο Bergson αρνιέται τη δυνατότητα να αποχτήσουμε επιστημονική ψυχολογία. Και επειδή δέχεται πως το μοναδικό μέσο για την αληθινή επαφή με την πραγματικότητα είναι η ψυχολογική ενόραση, η συνέπεια είναι ολόκληρο το σύστημα των επιστημών να το χαρακτηρίζει τεχνητό.

Henri_Bergson

O Ανρί Μπεργκσόν

Έτσι επιβεβαιώθηκαν ολοκάθαρα τα συμπεράσματα, όπου έπρεπε να οδηγήσει ένα αντίκρυσμα αντίθετο προς το διαλεχτικό υλισμό. Κατάληξαν να δεχτούν στη θέση της εξωσκόπησης την ενδοσκόπηση, στη θέση της εξωτερικής ή υλικής αιτιότητας, την ενδόμυχη ή μυστικιστική αιτιότητα, στη θέση των δυνάμεων, που βρίσκονται σε αδιάκοπη αμοιβαία δράση και αντίδραση, υπάρξεις καθαρά ποιοτικές και ολοκληρωτικά απροσδιόριστες.

Ο μηχανικός υλισμός

Από την αντίθετη μεριά ο μηχανικός υλισμός. Είναι κι αυτός κληρονομιά από το 18ο αιώνα. Από την εποχή του Cabanis (6) ακούμε συχνά τη γνωστή διατύπωση πως η νόηση είναι ένα παράγωγο του εγκεφάλου, όπως η χολή είναι ένα παράγωγο του συκωτιού. Η διατύπωση τούτη μας δείχνει καθαρά την προσπάθεια να αναχτεί το αποτέλεσμα σε μια εξωτερική αιτία, που δε μπορεί να υπάρχει παρά μέσα στο χώρο, σε ένα όργανο, στην ύλη. Μα η αναλογία αυτή είναι αμφισβητήσιμη. Ένας σπιριτουαλιστής (πνευματοκράτης) (7) θα απαντούσε πως, αντίθετα με τη χολή, η νόηση και η συνείδηση είναι άυλες. Μάταιη βέβαια διάκριση, γιατί η νόηση χωρίς να εκδηλώνεται υλικά, θα ήταν κάτι ασύλληπτο, κάτι πραγματικά ανύπαρχτο. Όμως πρέπει να ομολογήσουμε πως οι υλικές εκδηλώσεις της νόησης είναι διαφορετικού είδους από τη χολή. Προϋποθέτουν όλα τα εκφραστικά μέσα, που έχει δώσει στον άνθρωπο η φύση του και ο πολιτισμός, και αντικαθρεφτίζονται κάθε φορά στους θεσμούς και στην τεχνική της κοινωνικής ζωής. Ο οργανισμός είναι ο πρώτος για τη νόηση, δεν είναι όμως λόγος αρκετός για να την εξηγήσει. Είναι το όργανο για μια ικανότητα απροσδιόριστη, όμως και που το αντικείμενό της ακόμη πρέπει επίσης να της έρχεται από τα έξω, από την ομάδα δηλαδή και από τον περίγυρο, όπου ζει το άτομο.

pierre-jg-cabanis-granger

O Pierre Jean Georges Cabanis

Το να λησμονούν αυτές τις κοινωνικές επιδράσεις, μερικοί μάλιστα, που τους βασανίζει η επιστημονική ορθοδοξία, τις θεωρούν λίγο-πολύ φανταστικές συμπτώσεις, τους φέρνει σε σύγχυση ή σε παρομοιώσεις αντίθετες στο σκοπό τους. Γιατί ανάμεσα στην αιτία και το αποτέλεσμα, όσο κι αν μπορεί να φαίνονται διαφορετικά, χρειάζεται βέβαια κάτι το κοινό. Και στο βραχυκύκλωμα, στην αποκλειστική σχέση που υποθέτουν πως υπάρχει ανάμεσα στη συνείδηση και στον εγκέφαλο, τα στοιχεία του ενός τα έχουν χωρίς καμιά επιφύλαξη μεταφέρει στο άλλο. Η υπόθεση που έκαναν, ήταν πως η συνείδηση έπρεπε να είναι ένα απλό ιδεολογικό ξεσήκωμα (αντίγραφο) της υφής του εγκεφάλου. Πραγματικά όμως πολύ πιο συχνά έγινε το ανάποδο. Φαντάστηκαν τα νευρικά στοιχεία με βάση τις παραστάσεις, το παράγωγο δηλαδή από την ενδοσκοπική ανάλυση. Ένα παράδειγμα: Στις παλιές θεωρίες για την αφασία, τις διαταραχές που παρατήρησαν, τις εξηγούσαν οι νευρολόγοι, σα να ταυτιζόντουσαν αυστηρά οι βλάβες που διαπίστωσαν στη νευρική ουσία του εγκεφάλου με την καταστροφή που είχαν πάθει διάφορα είδη εικόνες, που ο συνδυασμός τους έπρεπε, όπως φαίνεται, να εξηγεί τη γλώσσα. Ο ιδεολογισμός λοιπόν απορροφούσε μέσα του τον οργανισμό.

Η αιτία του παραλογισμού αυτού δεν είναι μυστηριακή. Ο μηχανικός υλισμός είναι η λίγο πολύ συμμετρική αντίκρουση του ιδεαλισμού. Η ύλη, όπως τη δέχεται, είναι κι αυτή μια ιδέα, μ’ άλλα λόγια ένας μόνιμος ορισμός, που δίνεται σ’ ένα αντικείμενο αυτό καθαυτό, που οι αμετάβλητες ιδιότητές του πρέπει να μπορούν να εξηγούν άμεσα κάθε τι, που μπορεί να υπάρχει ή να γίνεται στον κόσμο. Είναι λοιπόν ο μηχανικός υλισμός καθαρά απαγωγικός. Δέχεται τη ριζική ταυτότητα της αρχής με τις συνέπειές της, της πρωταρχικής ύλης με κάθε τι που η ιστορία του κόσμου θα είναι ικανή να πραγματοποιήσει. Είναι υλισμός θεωρητικός (speculatif), που θα’ θελε να εξηγήσει τις μεταμορφώσεις των πραγμάτων με μια τάξη που την αντιλαμβάνεται αιώνια ίδια τη δημιουργία με την αιωνιότητα, τη δράση με την επανάληψη. Αντίθετα, ο διαλεχτικός υλισμός πιστεύει πως ερμηνεύει πολύ καλύτερα την κίνηση, όπου βρίσκεται αδιάκοπα ο υλικός κόσμος και ο κόσμος των ιδεών, γιατί πάντα λογαριάζει τους συνδυασμούς και τις συναρτήσεις, απ’ όπου ξεπηδούν καινούργιες μορφές οργάνωσης, καινούργια συστήματα της πραγματικότητας, καινούργιοι νόμοι για την ύπαρξη.

Ο θετικισμός

Ιδεαλιστική ψυχολογία, η θέση. Μηχανικός υλισμός, η αντίθεση. Η σύνθεση όμως επιβραδύνθηκε στην αρχή από μια ουδετερόφιλη στάση, που την υπερασπίζονται ακόμη πολλοί σοφοί, από το θετικισμό. Στην προσπάθεια να εχτιμήσουμε την πραγματική φιλοσοφική σημασία του θετικισμού, η ψυχολογία παίρνει κεντρική θέση. Ανάμεσα στη φυσιολογία και στην κοινωνιολογία, έπαθε ολική εξαφάνιση η ψυχολογία από τον Α. Comte (8). Από τη μια μεριά ό,τι θεωρούμε για αποκλειστικό κόσμο της ύλης ή της φύσης, και από την άλλη, ό,τι χρωστιέται στη μεγαλοφυία του ανθρώπου. Ανάμεσα στα δύο, άβυσσος. Μέσα εκεί μένει καταποντισμένη η ψυχολογία. Λογικό το συμπέρασμα, τη στιγμή που η ψυχολογία αποσπάται, είτε από τις βιολογικές της ρίζες, είτε από το έδαφος των επιστημών εκείνων, όπου το άτομο βρίσκει τα μέσα και το λόγο της ύπαρξής του, και δέχεται την επίδρασή τους σε κάθε στιγμή της ζωής του. Οι συνέπειες αυτές είναι το αντίθετο από κείνο που ήθελαν οι υπερασπιστές του θετικισμού. Ισχυρίζονται πως αποφεύγουν κάθε μεταφυσική, και επομένως πως δε θέλουν να καταπιαστούν και να εξετάσουν εκείνο που μπορεί να ενώσει τα πράγματα και τον άνθρωπο, τον κόσμο και το πνεύμα σε μια και την ίδια πραγματικότητα. Σε κάθε επίπεδο έρευνας πρέπει, λένε, να περιοριστούμε να διαπιστώσουμε τις σχέσεις, αφήνοντας κατά μέρος, χωρίς να νοιαστούμε, τις έννοιες ουσία και αιτία. Και όμως χρειάστηκε να αποσχιστούν από τον ίδιο τον Comte, όταν έβαλε πάνω από το οικοδόμημα της επιστήμης την «υποκειμενική σύνθεση». Γιατί τη στιγμή που έσπασε ο σύνδεσμος ανάμεσα στη φύση και τον άνθρωπο, η ανθρωπότητα υποκατάστησε τα άτομα, πήρε, σα να λέγαμε, απόλυτη αξία, απορροφήθηκαν στην ίδια της τη λατρεία, και θεώρησε τον εαυτό της αυτοσκοπό. Για κάθε τι, που δε φαίνεται να θίγει άμεσα την ανθρωπότητα, ο Comte διακήρυξε πως δεν αξίζει να ενδιαφερθούμε. Αναίδεια επιστημονική θα ήταν, π.χ. η περιέργεια που θα έσπρωχνε τον αστρονόμο να ξεπεράσει τα σύνορα του ηλιακού συστήματος.

comte

O Auguste Comte

Ν’ απομονώσουμε την κοινωνία από τη φύση, θα πει να αποξηράνουμε τον άνθρωπο. Μα από το άλλο μέρος, να περιορίσουμε την επιστημονική γνώση και να διαπιστώνουμε, σε κάθε επίπεδο έρευνας, τις σχέσεις ανάμεσα στα φαινόμενα, απαγορεύοντας στον εαυτό μας κάθε ερώτηση για τη μια και βαθιά πραγματικότητα, ο αγνωστικισμός αυτός καταλήγει στο μυστικισμό. Τα δεκάχρονα που πέρασαν αφότου βασιλεύει ο θετικισμός το απόδειξαν καθαρά. Διαπιστώνουμε ολοένα και συχνότερες εκρήξεις θρησκευτικότητας και συστηματική υποτίμηση της επιστήμης. Γιατί, αλήθεια, η αποξηραμένη αυτή επιστήμη, η περιορισμένη στις φαινομενικές σχέσεις, ποιον θα μπορούσε να ικανοποιήσει, αν, πραγματικά, οι επιστήμονες ερευνητές δεν είχαν βρει την πηγή για το φλογερό τους ζήλο στην εργασία τους, ίσα ίσα σε κείνο που ο θετικισμός πίστευε πως τους έκανε να το αρνηθούν, στην επιθυμία τους, δηλαδή, να διεισδύσουν πάντοτε ολοένα και περισσότερο στο πραγματικό βάθος του κόσμου, στην ύλη, και να συνδέσουν την επιστήμη με τον άνθρωπο, έτσι που να την κάνουν ουσιαστικό μέσο στα χέρια του, για να επενεργεί στα πράγματα και να τα γνωρίζει βαθιά;

Άλλωστε και ο ίδιος ο θετικισμός φέρνει μαζί του κάποια μεταφυσική, και μάλιστα από τις πιο κοντόθωρες. Οι σχέσεις ανάμεσα στα φαινόμενα, όπου ο θετικισμός έχει την αξίωση να περιορίσει τη νόμιμη προσπάθεια της επιστήμης, αφού δεν έχουν μέσα τους τίποτε που να μας κάνει να διεισδύσουμε σ’ αυτή καθαυτή την πραγματικότητα του κόσμου, αναγκαστικά είναι σχέσεις ανάμεσα σε εικόνες, σε παραστάσεις. Οι νεοθετικιστές καθόρισαν πως οι μόνες επαφές που μπορούμε να έχουμε με τα πράγματα είναι τα αισθήματά μας. Τα αισθήματά μας είναι τα σύνορα για τις γνώσεις μας. Μόνο από τους συνδυασμούς των μπορούμε να συμπεράνουμε τις σχέσεις εκείνες, που τις παρουσιάζουμε έπειτα με στόμφο για νόμους του κόσμου. Έτσι ο θετικισμός, αφού αρνήθηκε την ψυχολογία, ξαναγυρίζει σ’ έναν καθαρό ψυχολογισμό. Είναι λοιπόν κι αυτός ιδεαλισμός με βάση την αισθησιαρχία (9). Όπως οι παλιές μεταφυσικές φιλοσοφίες, εξαφανίζει κι αυτός τη δράση πίσω από τις παραστάσεις. Κάνει τα αισθήματα ένα είδος αδιαπέραστη επιδερμίδα, και δε βλέπει πως είναι απλοί δείχτες, που χρησιμεύουν να καθοδηγούν την ενέργεια, είτε είναι πραχτική, είτε είναι θεωρητική. Πραγματικά ο άνθρωπος έχει τα αισθήματα εκείνα που ανταποκρίνονται στην επενέργειά του επάνω στα πράγματα, γιατί τα πράγματα αγκαλιάζει, αυτά μεταμορφώνει και σ’ αυτά εισχωρεί μέσα στην υφή τους με διάμεσο τους δείχτες αυτούς (τα αισθήματα) που αδιάκοπα είναι επιδεχτικοί να τροποποιούνται με τις έρευνές του.

***

Αν ο διαλεχτικός υλισμός εκφράζει την κίνηση των πραγμάτων και της γνώσης, πρέπει τότε τις αρχές του να μπορούμε να τις βρίσκουμε στα αποτελέσματα της επιστήμης και στην πρόοδό της. Ο επιστήμονας, έλεγε ο Λένιν, κάνει διαλεχτική χωρίς να το ξέρει. Τη γενική αρχή: η ποσότητα μεταμορφώνεται σε ποιότητα, την αρχή αυτή, που μας επιτρέπει να εισχωρήσουμε και να γνωρίσουμε το υλικό περιεχόμενο των εικόνων εκείνων (των αισθημάτων και παραστάσεων) που ο θετικισμός επιμένει να τις κάνει αδιάφανο και σκοτεινό παραπέτασμα ανάμεσα στη γνώση και στην καθαυτή πραγματικότητα, την αρχή αυτή τη διαπιστώνουμε σε κάθε μας βήμα στην ψυχολογία. Σε κάθε μας βήμα επιδιώκουμε στην ψυχολογία να καθορίσουμε το κατώφλι ενός αισθήματος, ενός ψυχικού γεγονότος, ή μιας οποιασδήποτε ψυχικής αλλαγής, με άλλα λόγια να προσδιορίσουμε τη στιγμή, που η ποσότητα του ερεθισμού έγινε αρκετή, για να παραχτεί το διαφορετικό, καινούργιου είδους ψυχικό αποτέλεσμα. Κλασικό, αλήθεια, παράδειγμα, που μας δείχνει με πόσα «πηδήματα» η ύλη μπορεί, από σταθμό σε σταθμό, να κάνει να ξεπηδήσουν στον κόσμο καινούργιες μορφές ενέργειας. Μια τέτοια είναι και το αίσθημα. Εισάγει ανάμεσα στα πράγματα, με διάμεσο το ζώο και προ πάντων τον άνθρωπο, μια καινούργια σειρά από ελατήρια και πράξεις, από αιτίες και αποτελέσματα.

Όμως η πηγή για τις πιο ριζικές μεταμορφώσεις είναι οι συγκρούσεις ανάμεσα σε οργανωμένες δυνάμεις. Ε, λοιπόν, μέσα στον άνθρωπο η ψυχολογία βλέπει να αντιμετωπίζονται δυο υλικά συστήματα, που ανάμεσά τους πρέπει αδιάκοπα να πραγματοποιείται ισορροπία: από τη μια, ο οργανισμός του ανθρώπου, και από την άλλη, όλα αυτά τα τεχνικά μέσα, που είναι το υπόστρωμα κάθε πολιτισμού, και που κυριαρχικά συνδυασμένα με το φυσικό περίγυρο, αποτελούν τον ζωντανό περίγυρο για τον οργανισμό.

Αν εξαιρέσουμε τις ολοφάνερες ατομικές, γεωγραφικές και φυλετικές διαφορές, το ανθρώπινο ζώο φαίνεται πως έχει γίνει σήμερα σχετικά σταθερό και μόνιμο, έπειτα βέβαια από την εξαφάνιση που έπαθαν ορισμένοι λαοί ανίκανοι να προσαρμοστούν στους καινούργιος όρους της ζωής. Τέτοια άλλωστε παραδείγματα μας έδωσαν ακόμη και οι νεότεροι χρόνοι. Φαίνεται, λοιπόν, πως τώρα στις ημέρες μας, οι άνθρωποι απ’ όλα τα μέρη του κόσμου, φτάνει να τους πάρουμε σε αρκετά νεανική ηλικία, μπορούν ν’ αφομοιώσουν έναν οποιονδήποτε πολιτισμό, όπως έχουν την ικανότητα να μάθουν τη γλώσσα του περίγυρού των, οποιαδήποτε κι αν είναι η προγονική τους γλώσσα. Και για να φτάσει στις ανώτατες ψυχικές λειτουργίες το νεογέννητο, όταν έρχεται στον κόσμο, δε φέρνει μαζί του παρά απλές δυνατότητες χωρίς ιδιαίτερο περιεχόμενο. Και όμως η απόχτηση (10) δε γίνεται με απλό παραγέμισμα. Ανάλογα με τις ευκαιρίες και τα ελατήρια, προκαλούνται πολυποίκιλες αντιδράσεις και συχνά διεγείρονται και ενδιαφέρονται διάφορες περιοχές του ψυχισμού, έτσι που μπορεί να προκύψουν αναμεταξύ τους ποικίλες εξαρτήσεις, αμοιβαίοι περιορισμοί ή συγκρούσεις δυναμικές.

Δε δίνουν στις ίδιες ψυχικές ενέργειες την υπεροχή οι διάφοροι τύποι πολιτισμού. Στους πρωτόγονους, όπως τους λέγαμε, πολιτισμούς, είναι φανερό πως στη δημόσια ζωή αποφασιστικό ρόλο παίρνουν οι μεγάλες εκδηλώσεις της ομαδικής συγκίνησης, τα θρησκευτικά έθιμα και οι τελετές που τις προκαλούν, οι χοροί και οι μιμικές κινήσεις που τις εκφράζουν, η ομαδική μέθη που κυριεύει έτσι τα άτομα και τα παρασέρνει σε χειρονομίες και πράξεις και τα κάνει να δεχτούν συναισθήματα, που ο καθένας τους χωριστά θα τα απόκρουε ή θα τα καταφρονούσε. Παρόμοιες στιγμές μπορούμε να βρούμε επεισοδιακά σ’ όλες τις εποχές. Μπορούν μάλιστα να προκληθούν τεχνητά και συστηματικά, έτσι που να πνίξουν στον καθένα τη συνήθεια για αυτοέλεγχο και να προκαλέσουν το πισωγύρισμα σε πράξεις με ελατήρια καθαρά συναισθηματικά, όπως είναι τα μίση, η τυφλή ευλάβεια, η διάθεση να προσφέρει θυσία για τον άλλο ή για τον ίδιο τον εαυτό του. Συναισθήματα λοιπόν απόλυτα, ορέξεις αχαλίνωτες, επειδή έχασαν ολότελα τη δύναμη να ανακαλέσουν ελατήρια ενδεχομένως αντίθετα, πράγμα που κάνει η κριτική και λογική ενέργειά μας. Ο ναζισμός, οι μέθοδές του, τα αποτελέσματά του, έρχονται να μας δείξουν σε ποιο βαθμό παράκρουσης και ηθικής κατάπτωσης μπορεί να κατρακυλήσει ένας λαός ακόμη και μέσα στον κόλπο του ουσιαστικά ιντελλεκτουαλιστικού πολιτισμού μας.

Για τι άλλο λοιπόν πρόκειται, παρά για αντιστροφή ανάμεσα σε δύο αντίθετες εξουσίες της ψυχικής ζωής, ανάμεσα στους δυο πόλους της, το συναισθηματικό και το νοητικό; Ο πρώτος, ο συναισθηματικός, υπερίσχυε στην ηλικία εκείνη της ανθρώπινης κοινωνίας, όταν ο άνθρωπος, μη έχοντας ακόμη τα τεχνικά μέσα, με περιορισμένη τη νόηση σε πολύ στενό υλικό, ήταν υποχρεωμένος να αποζητά τη δύναμή του στην ομαδική συνοχή των φυσικών και ηθικών του δυνάμεων. Όσο όμως λυτρωνόταν από την άμεση ανάγκη αναπτύσσοντας τα τεχνικά του μέσα και τις γνώσεις του τόσο και η νοητική του ενέργεια, που ήταν η πηγή τους, άπλωνε τη δύναμή της και στην πραχτική ζωή και ανάμεσα στα άτομα, και ταυτόχρονα υποχρεώθηκε να περιορίσει την προκάτοχή της (τη συναισθηματική πλευρά) χωρίς όμως και να τη βγάλει από τη μέση. Έτσι γεννήθηκε ένας κρυφός, επίμονος ανταγωνισμός αναμεταξύ τους και αλληλοδιάδοχες (alternantes) αντιδράσεις της μιας πάνω στην άλλη, απαραίτητες, άλλωστε, από ηλικία σε ηλικία για τις ανανεώσεις της ψυχικής ζωής.

Ακόμη περισσότερο. Πριν να ζητήσει το λογικό να περιορίσει ή να υποτάξει τις συναισθηματικές δυνάμεις, φαίνεται πως απ’ αυτές πήρε τα πρώτα του στοιχεία. Ο πρωτόγονος άνθρωπος καλλιέργησε τη συναισθηματική πλευρά, τη συγκίνηση για να την κάνει κοινωνικό όργανο συμπεριφοράς. Από την καλλιέργεια λοιπόν της συγκίνησης βγήκε εκείνο που έπρεπε να την υποκαταστήσει στη συμπεριφορά των κοινωνιών και των ατόμων. Από τις συγκινήσεις που έγιναν συστηματικά θεαματικές, που προσανατόλιζαν τις συναισθηματικές εκδηλώσεις, από κει γεννήθηκαν οι ομαδικές παραστάσεις και έννοιες, η πηγή της διανοητικής αυτής επικοινωνίας ανάμεσα στα άτομα, που χωρίς αυτήν αδύνατο φαίνεται πως θα μπορούσε ο καθένας να χτίσει το σύστημα, όσο κι αν το φανταστούμε απλό, των σχέσεων των απαραίτητων στη λειτουργία της νόησης.

Πρωτόγονος κοινοτισμός στις ιδέες που διαδέχεται τη συναισθηματική επικοινωνία, επεξεργασία από το ψυχικό σύστημα που κυριαρχεί τώρα εκείνου που έρχεται να πάρει τη θέση του, άρνηση που δεν εκμηδενίζει, μα που δίνει καινούργια μορφή στις δυνάμεις του παρελθόντος, να μερικά αποτελέσματα που μοιάζουν πολύ με εκείνα που αποκάλυψαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς στην οικονομική και πολιτική ιστορία της ανθρώπινης κοινωνίας.

Πραγματικά η ψυχολογία, κάτω από τη σκέπη διαφόρων θεωριών, τείνει τώρα στις μέρες μας, ολοένα και περισσότερο να σπάσει τα στατικά πλαίσια, όπου την είχαν κλείσει οι παλιοί ορισμοί και ταξινομήσεις. Τείνει να τα υποκαταστήσει με λειτουργίες που βρίσκονται σε αδιάκοπη αμοιβαία αλληλεπίδραση, με ανταγωνισμούς που κάνουν υποχρεωτική μια άλλη ισορροπία, με προσαρμογές καινούργιες, που κάποτε αποτυχαίνουν και κάποτε προκαλούν πισωδρομές προς τα περασμένα, με τη διείσδυση και ολοκλήρωση, τη συχνά ασταθή, λειτουργιών με άλλες πιο εξελιγμένες, κατάλληλες δηλαδή να απλώσουν ή να διαφοροποιήσουν τα μέσα της επενέργειας προς τον περίγυρο. Δεν έρχεται λοιπόν η ψυχολογία τούτη με τον πιο φυσικό τρόπο να εγγραφεί κάτω από τη σημαία του διαλεχτικού υλισμού;

Ο Ανρί Βαλόν [Henri Wallon] (1879-1962) ήταν φιλόσοφος, ψυχολόγος, νευροψυχίατρος, παιδαγωγός και πολιτικός (μέλος του ΚΚ Γαλλίας)

Από το Les cours de l’universite nouvelle, Course de philosophie, Fascicule, V-1946

Μετάφραση Κώστα Σιδερίτη (σ.parapoda:με λίγες διορθώσεις)

Οι λιγοστές υποσημειώσεις είναι του μεταφραστή

Δημοσιεύτηκε στο τ.8/10-9-1947 του δεκαπενθήμερου περιοδικού “Μόρφωση” που έβγαζε η κεντρική επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας μεταξύ 1945-1947.

Σημειώσεις

1.Condillac (1715-1780): ονομαστός γάλλος φιλόσοφος, φυσικοκράτης, ιδρυτής της ιδεαλιστικής αισθησιοκρατικής σχολής. Κοίταξε Μ. Ρόζενταλ-Π. Γιουντίν, Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό, σελίδα 12

2.Destutt de Tracy (1754–1836): γάλλος φιλόσοφος, οπαδός του Condillac

3.Αισθήματα: τι είναι πραγματικά το «αίσθημα», κοίταξε «Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό», σελ.11-12

4.Maine de Biran (1766-1824): γάλλος ιδεαλιστής φιλόσοφος

5.Henri Bergson (1859-1941): γάλλος φιλόσοφος, γεννήθηκε στο Παρίσι

6.Cabanis (1757-1808): γάλλος γιατρός, οπαδός του μηχανικού υλισμού

7.Ο σπιριτουαλισμός (πνευματοκρατία) δέχεται πως η μοναδική ουσία του κόσμου είναι ο νους, το πνεύμα (spiritus)

8.Αύγουστος Comte (1798-1857): γάλλος μαθηματικός και φιλόσοφος, ιδρυτής του θετικισμού, το έργο του Cours de philosophie positive είναι ένα από τα βασικά φιλοσοφικά έργα στο 19ο αιώνα.

9.Κοίταξε «Μικρό Φιλοσοφικό Λεξικό», σελ. 11-12

10.Η αφομοίωση δηλαδή του πολιτισμού, η κατάχτηση της γλώσσας του περίγυρου, και η απόχτηση από το νεογέννητο των ανώτερων ψυχικών λειτουργιών

Tagged: , , , , , , , , , , , , , , , ,

Σχολιάστε