Αμπιμαέλ Γκουσμάν (Γκονζάλο): Τα προβλήματα του έθνους

Σε ηλικία 86 ετών, πέθανε ο Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Περού Αμπιμαέλ Γκουσμάν (Γκονζάλο) στη φυλακή όπου βρισκόταν επί 29 χρόνια από το εξαρτώμενο από τον ιμπεριαλισμό καθεστώς του Περού. Και στην περίπτωση του Περού, οι αντικομμουνιστές έδωσαν τα ρέστα τους στην πτωματολογία. Μάλιστα, το κλιμάκωσαν, χρησιμοποιώντας ψέμα στο ψέμα, με το να αποδίδουν στον Γκονζάλο το χαρακτηρισμό «Πολ Ποτ των Άνδεων». Φυσικά, αυτές οι συκοφαντίες δεν έπιασαν σε χιλιάδες ανθρώπους σε όλη τη Γη, όπως τον Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος είχε απευθύνει έκκληση το 1996 να σταματήσει η απάνθρωπη μεταχείριση του Γκονζάλο και χιλιάδων ακόμα πολιτικών κρατουμένων και αιχμαλώτων πολέμου από το περουβιανό καθεστώς ανδρεικέλων.

Ο Αμπιμαέλ Γκουσμάν (Γκονζάλο)

Από κει και πέρα, τίθενται κάποια ζητήματα. Όχι τόσο για το τι έκαναν οι κομμουνιστές ανά τη Γη για την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων στο Περού, ούτε γιατί κάποιοι που, κατά τα άλλα, καταπολεμούν την αντικομμουνιστική πτωματολογία, δεν σταματούν να την υιοθετούν όσον αφορά το Περού, ή υποτιμητικά μιλάνε όχι για τον γ.γ. του Κ.Κ. Περού, αλλά για τον «ηγέτη της περουβιανής οργάνωσης ‘Φωτεινό Μονοπάτι’».

Το βασικό ζήτημα είναι η έλλειψη μελέτης των εγχειρημάτων της εποχής μας τα τελευταία 45 χρόνια που καθοδηγήθηκαν και καθοδηγούνται από μαρξιστικές-λενινιστικές δυνάμεις. Το ρολόι μοιάζει να έχει σταματήσει στο 1976. Όμως, υπήρχαν κάποιες εμπειρίες, π.χ. του Περού, του Νεπάλ, σήμερα της Ινδίας, στις οποίες, από τους ίδιους τους ομοϊδεάτες των πρωτοστατών σε αυτές δεν δίνεται η δέουσα σημασία, όχι απλώς σε θέματα αλληλεγγύης. Κανένας δεν κατηγορείται για το ότι αυτό οφείλεται σε μια υποχώρηση μπροστά στην πτωματολογική επίθεση των νικητών. Καλύτερο είναι να σταθούμε αλλού.

Είναι γεγονός ότι καλούμαστε συνεχώς να αντιμετωπίζουμε πολλά ιδεολογικά «φιντάνια» του καπιταλισμού. Για παράδειγμα, χρειάστηκε να δοθεί τις δύο τελευταίες δεκαετίες ιδεολογική μάχη με τον «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα», πράγμα που αφαιρούσε χώρο και χρόνο από τη μελέτη άλλων, ενίοτε πιο οικείων εμπειριών. Ωστόσο, ακόμα και στη μάχη εναντίον του «σοσιαλισμού του 21ου αιώνα», η κριτική ασκούταν μόνο μερικώς, μόνο επειδή αυτός ήταν, εν πολλοίς, επανάληψη παλιών σοσιαλδημοκρατικών πειραμάτων, χωρίς να στεκόμαστε και στις φιλοϊμπεριαλιστικές πτυχές του (ίσως γιατί προς όφελος άλλων ιμπεριαλισμών ταυτίζουμε τον ιμπεριαλισμό με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό). Ενίοτε, εκφυλίστηκε απλώς σε οργανωτικό διαχωρισμό από τους φορείς-κασετοπειρατές αυτού, ενώ δεν ήταν καν αυτό το κύριο, και αυτό αποδείχτηκε αφού δεν απέτρεψε απολύτως τίποτα. Εν ολίγοις, σταθήκαμε στα εύκολα και με τον συνηθισμένο τρόπο.

Είναι, εξάλλου, αβάσιμος ο ισχυρισμός ότι η μελέτη της περουβιανής επανάστασης δεν είναι χρήσιμη επειδή π.χ. το Περού είναι μακριά, ή επειδή είναι άλλη η κοινωνία, ή επειδή υιοθέτησε τη στρατηγική της περικύκλωσης της πόλης από το χωριό, κατά το κινεζικό μοντέλο. Πρώτον, γιατί ο ίδιος ο γ.γ. της ΚΕ του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης έλεγε ότι ο ΔΣΕ ακολούθησε το κινεζικό μοντέλο και η ελληνική κοινωνία επίσης δεν είναι ίδια με αυτή του 1949. Δεύτερον, γιατί για άλλα εγχειρήματα, σοσιαλδημοκρατικά και φιλοϊμπεριαλιστικά, από την ίδια περιοχή γίνεται λόγος για ανάγκη στενής παρακολούθησής τους αν όχι και αντιγραφής τους (όπως συμβαίνει συνήθως με όλα τα εγχειρήματα, αρκεί να μην είναι μαρξιστικά-λενινιστικά).

Δεν υπάρχει διάθεση κριτικής. Όμως είναι προφανές πως, ακόμα κι αν αυτά τα εγχειρήματα μελετούνταν και απορρίπτονταν σε μεγάλο βαθμό, το λογικό θα ήταν να είναι αφομοιωμένη αυτή η κριτική και κάτι τέτοιο θα φαινόταν σε εκτιμήσεις και πρακτικές. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να συμβαίνει.

Με τις απειροελάχιστες δυνάμεις αυτού του ιστολογίου και με αυτοκριτική διάθεση, παρατίθεται μεταφρασμένο στα ελληνικά ένα κείμενο του Αμπιμαέλ Γκουσμάν.

***

Αμπιμαέλ Γκουσμάν (Γκονζάλο): Τα προβλήματα του έθνους

Ομιλία στο συνδικάτο διδασκόντων καθηγητών της Χουαμάνγκα το 1974

Είναι, προφανώς, πολύ σημαντικό να αναλύσουμε την προβληματική της περουβιανής κοινωνίας. Θεωρούμε ότι είναι απαραίτητο να τη γνωρίζουμε καθώς, διαφορετικά, δεν είναι εφικτό να καταλάβουμε τα προτσές που λαμβάνουν χώρα· αν δεν είμαστε ξεκάθαροι όσον αφορά το χαρακτήρα της περουβιανής κοινωνίας, για το προτσές που λαμβάνει χώρα σήμερα, λίγο θα μπορέσουμε να καταλάβουμε αυτό που σημαίνει ο τάδε νόμος για την παιδεία ή ο δείνα νόμος για την εξορυκτική βιομηχανία. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι εφικτό να κατανοήσουμε ένα συγκεκριμένο πρόβλημα στη χώρα, όπως αυτό της παιδείας, αν δεν καταλάβουμε ποιος είναι ο χαρακτήρας της περουβιανής κοινωνίας σήμερα και ποια η πολιτική κατάσταση. Δυστυχώς, πολύ λίγο είναι γνωστή η προβληματική της χώρας· ακόμα χειρότερα, τον τελευταίο καιρό, το κράτος έχει εξαπολύσει μια καμπάνια διαστρέβλωσης αυτών των ζητημάτων. Ως εκ τούτου, είναι ακόμα πιο επιτακτική η ανάλυση αυτών των προβλημάτων.

Η σημερινή περουβιανή κοινωνία

1)Ο Χαρακτήρας της κοινωνίας μας

Διατυπώνουμε τη θέση ότι το Περού είναι μια κοινωνία μισοφεουδαρχική και μισοαποικιακή. Τι εννοούμε, όμως, με τους όρους «μισοφεουδαρχική» και «μισοαποικιακή»;

Ας δούμε αυτά τα ζητήματα.

Η χώρα μας, χειραφετήθηκε τον περασμένο αιώνα. Πριν από 150 χρόνια ήμασταν μια αποικία: ζούσαμε ως υποτελείς σε μια μητρόπολη (Ισπανία), δεν είχαμε πολιτική ανεξαρτησία. Από την άλλη, στις αρχές του περασμένου αιώνα, ήμασταν μια χώρα φεουδαρχική. Αυτό σημαίνει ότι η κοινωνία μας βασιζόταν θεμελιωδώς στην καλλιέργεια της γης, αυτή ήταν η βάση της οικονομίας. Φυσικά, υπήρχε εμπόριο και κάποιο είδος πρώιμης βιομηχανίας. Όμως, η βάση της οικονομίας ήταν ο φεουδαρχικός τρόπος παραγωγής. Βασιζόταν στην ύπαρξη μεγάλων λατιφουντίων που ανήκαν σε λίγα άτομα, και πάνω σε αυτήν ιδιοκτησία των λατιφουντίων προέκυπτε η δουλοπαροικία, η εκμετάλλευση των αγροτών, οι οποίοι, για ένα κομμάτι γης, υποχρεώνονταν να παρέχουν ατομικές υπηρεσίες, από το όργωμα της γης του «σενιόρ» ως και οικιακές υπηρεσίες.

Η χώρα μας ήταν καθυστερημένη, και ήταν κυρίαρχοι οι παλιοί τρόποι παραγωγής και οι πλήρως απαρχαιωμένοι τρόποι διακυβέρνησης. Η χώρα μας, στις αρχές του 19ου αιώνα, είχε δύο προβλήματα, αυτά που, με κάποιες παραλλαγές, υπάρχουν ακόμα: πρώτον, το πρόβλημα της γης, το πρόβλημα της φεουδαρχίας, της δουλοπαροικίας της αγροτιάς που βασιζόταν πάνω στην ιδιοκτησία λατιφουντίων. Δεύτερον, το πρόβλημα της εθνικής κυριαρχίας, το ότι το έθνος μας ήταν μια αποικία της Ισπανίας.

Η χειραφέτηση αντιμετώπισε και τα δύο προβλήματα: αυτό το αποδεικνύουν οι αγώνες για την ανεξαρτησία, την νοουμένη ως κυριαρχία· και τα διατάγματα του Μπολίβαρ περί της ιδιοκτησίας της γης και οι κοινοβουλευτικές συζητήσεις, όπου διατυπωνόταν ότι, αναφορικά με το ζήτημα της γης, η χειραφέτηση θα μπορούσε να διασφαλιστεί μόνο με την απόδοση της γης στους αγρότες. Όμως η χειραφέτηση διέρρηξε μόνο τους δεσμούς με την Ισπανία. Έτσι, πολύ σύντομα, η χώρα τέθηκε υπό τον έλεγχο και την κυριαρχία της Αγγλίας. Αυτή, λοιπόν, η μεγάλη καπιταλιστική δύναμη κυριαρχούσε σε όλη τη Λατινική Αμερική και, ως εκ τούτου, στη χώρα μας επίσης. Ποια σημασία έχει η αγγλική κυριαρχία επί της χώρας μας; Πριν τη χειραφέτηση, ήμασταν μια χώρα φεουδαρχική και αποικιακή. Όταν χειραφετηθήκαμε, συνεχίσαμε να έχουμε μια βάση φεουδαρχική, όμως με μια πολιτική ανεξαρτησία. Συγκροτήσαμε μια Δημοκρατία, παρά τις περιπέτειες της χειραφέτησης, και των αρχών της περιόδου της Δημοκρατίας. Όμως, η Αγγλία εισήγαγε στη χώρα ανώτερες, καπιταλιστικές, μεθόδους ανάπτυξης – βασικά μέσω του εμπορίου της και των δεσμών της με το παγκόσμιο εμπόριο – του γκουανό (σ.parapoda: μίγμα περιττωμάτων και πτωμάτων θαλάσσιων πουλιών, σημαντικό ως λίπασμα). Αυτό σήμανε την έναρξη της επιτάχυνσης της καταστροφής του φεουδαρχικού τρόπου παραγωγής. Το γεγονός ότι η Αγγλία έφερνε εμπορεύματα και εισήγαγε καπιταλιστικές μεθόδους επιτάχυνε, επέτεινε την εξάλειψη του φεουδαρχικού τρόπου παραγωγής. Από την άλλη η Αγγλία άρχισε να ελέγχει και να εγκαινιάζει μια διαδικασία αποικιοποίησης στη χώρα. Έτσι, η αγγλική κυριαρχία σήμαινε την έναρξη μιας αλλαγής, το πέρασμα προς τη συγκρότηση μιας κοινωνίας μισοφεουδαρχικής και μισοαποικιακής στη χώρα.

Η επανάσταση με επικεφαλής το ΚΚ Περού αγκάλιασε, για πολλά χρόνια, μεγάλο τμήμα του περουβιανού λαού και της χώρας και αυτό αποτελεί απάντηση στα περί αιμοσταγών δολοφόνων.

Στον τρέχοντα αιώνα, οι ΗΠΑ πέτυχαν, κατά τη δεκαετία του ’20, να εκτοπίσουν την αγγλική κυριαρχία και να μετατραπούν σε αφεντικό. Έτσι, η χώρα μας κυριαρχήθηκε από μια άλλη παγκόσμια δύναμη, ιμπεριαλιστική: όταν, μάλιστα, μας κατέκτησαν, οι ΗΠΑ ήταν ήδη μια ιμπεριαλιστική χώρα, είχαν αναπτύξει ένα σύστημα μονοπωλιακό, μεγάλες επιχειρήσεις που συγκεντροποιούσαν την οικονομία της χώρας. Από την άλλη, επρόκειτο για μια δύναμη ευρισκόμενη σε αποικιακή επέκταση στη Λατινική Αμερική, αλλά και σε ένα σημείο της Ασίας.

Σε αυτές τις συνθήκες ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας από τους γιάνκηδες, η κοινωνία μας μετεξέλιξε τον μισοφεουδαρχικό της χαρακτήρα, ωστόσο δεν τον εξάλειψε πλήρως, καθώς ακόμα αυτός επιβιώνει. Όπως επί αγγλικής κυριαρχίας (ιδίως μετά τον πόλεμο με τη Χιλή [σ.parapoda: Πόλεμος του Ειρηνικού, 1879-1884, όπου Βολιβία-Περού πολέμησαν τη Χιλή, με την πρώτη να χάνει την έξοδο στον Ειρηνικό και το δεύτερο να χάνει εδάφη υπέρ της τελευταίας]), δόθηκε μια μεγάλη ώθηση στην εξάλειψη του φεουδαρχικού τρόπου παραγωγής χάρη στην ανάπτυξη μιας μορφής καπιταλισμού συνδεδεμένου με τα μεγάλα μονοπώλια και εξαρτώμενου από τον ιμπεριαλισμό. Πέραν της διατήρησης του μισοφεουδαρχικού της χαρακτήρα, η χώρα μας συνεχίζει να είναι μισοαποικιακή, δηλαδή, μια χώρα κυριαρχούμενη που, ακόμα κι αν έχει διακηρυγμένη πολιτική ανεξαρτησία, ζει υπό την κυριαρχία μιας ιμπεριαλιστικής δύναμης σε οικονομικό, διπλωματικό, πολιτιστικό και στρατιωτικό επίπεδο, γεγονός που καθιστά την πολιτική ανεξαρτησία τυπικό ζήτημα.

Έτσι, η περουβιανή κοινωνία, από τον 19ο αιώνα εξελίχτηκε, από μια κοινωνία φεουδαρχική σε μια μισοφεουδαρχική και από μια κοινωνία αποικιακή σε μια κοινωνία μισοαποικιακή. Κατά τη διάρκεια αυτής της παρατεταμένης χρονικά διαδικασίας, τρεις δυνάμεις κυριάρχησαν και την εκμεταλλεύτηκαν: Πρώτα, η Ισπανία, ως το 1824, αν και συνέχισε να κυριαρχεί για δεκαετίες αργότερα. Αργότερα, η Αγγλία, η οποία κυριάρχησε πιο λεπτεπίλεπτα, τόσο που μέχρι και πολιτικά κόμματα μας κατασκεύασε, αστικής κοπής, και έναν καλύτερο κρατικό μηχανισμό, για να μας υποτάξει καλύτερα, με μια κυριαρχία ύπουλη, πιο καλυμμένη, όμως όχι λιγότερο εκμεταλλευτική. Τέλος, οι ΗΠΑ, που ακόμα μας καταπιέζουν και μας εκμεταλλεύονται: ένας ιμπεριαλισμός που, παρ’ όλα όσα λέγονται, κυριαρχεί σε όλους τους τομείς.

Όταν ήμασταν μια χώρα αποικιακή, είχαμε δύο προβλήματα: το πρόβλημα της γης και το εθνικό πρόβλημα. Υπό την αγγλική κυριαρχία, ήμασταν μια κοινωνία μισοφεουδαρχική και μισοαποικιακή, κατά πολύ στοιχειωδέστερα από όσο σήμερα προφανώς, και είχαμε δύο προβλήματα: αυτό της γης και το εθνικό, γιατί η γη συνέχιζε να βρίσκεται σε λίγα χέρια και η δουλοπαροικία συνέχιζε να πλήττει τη χώρα και γιατί η Αγγλία κυριαρχούσε σε εμάς. Σε αυτό τον αιώνα, κυριαρχούν σε εμάς οι ΗΠΑ, και συνεχίζουμε να είμαστε μια κοινωνία μισοφεουδαρχική και μισοαποικιακή, αναμφίβολα, πολύ πιο εξελιγμένη από πριν. Όμως τα βασικά προβλήματα της χώρας συνεχίζουν να είναι δύο: αυτό της γης και το εθνικό. Το πρόβλημα της γης, γιατί ακόμα οι φεουδαρχικές μέθοδοι εκμετάλλευσης επιβιώνουν και επιδρούν σε όλη την κοινωνία μας: στην μη επιστημονική και γεμάτη προλήψεις νοοτροπία μας, την ιδεολογία μας γενικά, καθώς και τις κοινωνικές και πολιτικές μας σχέσεις, οι οποίες έχουν σε μεγάλο βαθμό μέσα τους τη φεουδαρχία· και το εθνικό πρόβλημα, γιατί είμαστε ένα έθνος καταπιεζόμενο: επιφανειακά ελεύθερο, όμως στο βάθος υποταγμένο με χίλιους τρόπους.

Συνοψίζοντας, η ιστορία της πατρίδας από τον περασμένο αιώνα μέχρι σήμερα είναι αυτή της πάλης των τάξεων: φεουδαρχική και αποικιακή που, υπό την κυριαρχία του αγγλικού καπιταλισμού και, ακολούθως, του γιάνκικου ιμπεριαλισμού, έχει εξελιχθεί μέχρι του σημείου να μετατραπεί και να είναι σήμερα μια κοινωνία μισοφεουδαρχική και μισοαποικιακή με δύο βασικά προβλήματα που παραμένουν ως σήμερα ανεπίλυτα: το πρόβλημα της γης και το εθνικό πρόβλημα.

2)Χαρακτήρας του Επαναστατικού Προτσές της Περουβιανής Κοινωνίας

Αν σταθεί κανείς στο χαρακτήρα της περουβιανής κοινωνίας, προκύπτει ένα ερώτημα: ποιος είναι ο δρόμος για τον επαναστατικό μετασχηματισμό· συγκεκριμένα, ποιος είναι ο χαρακτήρας της περουβιανής επανάστασης; Έχουμε ορίσει ότι υπάρχουν δύο προβλήματα: αυτό της γης και το εθνικό, από την επίλυση των οποίων θα προκύψει η επίλυση των υπόλοιπων προβλημάτων της χώρας. Επομένως, όλη η εθνική προβληματική εξαρτάται από το μισοφεουδαρχικό και μισοαποικιακό χαρακτήρα της περουβιανής κοινωνίας. Αυτό σημαίνει ότι, προκειμένου η περουβιανή κοινωνία να αλλάξει, να γίνει μια πραγματική επανάσταση, χρειάζεται να επιλυθούν αυτά τα δύο προβλήματα: 1) το πρόβλημα της γης, του οποίου η επίλυση απαιτεί την εξάλειψη της μισοφεουδαρχίας, γιατί όσο δεν εξαλείφεται αυτή, δεν επιλύεται το πρόβλημα της γης· 2) το εθνικό πρόβλημα, του οποίου η επίλυση απαιτεί την εξάλειψη της γιάνκικης ιμπεριαλιστικής καταπίεσης, γιατί όσο δεν εξαλείφεται αυτή η μισοαποικιακή κυριαρχία, δεν επιλύεται το εθνικό πρόβλημα. Έτσι, όσο δεν εξαλείψουμε τη μισοφεουδαρχία και τη μισοαποικιοκρατία, δεν είναι εφικτός ο πραγματικός μετασχηματισμός της περουβιανής κοινωνίας, όσα κι αν μας λένε κάποιοι. Γιατί, εξάλλου, όσα μας διατρανώνουν σήμερα δεν είναι κάτι νέο: για παράδειγμα, το 1919, ήδη ακούγαμε παρόμοιες σειρήνες (σ.parapoda: to 1919 άρχισε η 2η θητεία του Αουγκούστο Μπερναντίνο Λεγκία ι Σαλσέδο ως προέδρου και, μάλιστα, ως δικτάτορα επί 11 χρόνια). Συνεπώς, το προτσές του μετασχηματισμού της περουβιανής κοινωνίας, αυτό που επιστημονικά αποκαλείται περουβιανή επανάσταση, περιλαμβάνει δύο καθήκοντα που πρέπει να υλοποιηθούν: 1) εξάλειψη της μισοφεουδαρχίας και 2) εξάλειψη της μισοαποικιοκρατίας. Αυτά είναι τα καθήκοντα της περουβιανής επανάστασης στην πρώτη της φάση. Το πρώτο σημαίνει ότι η περουβιανή επανάσταση είναι αντιφεουδαρχική και αντιιμπεριαλιστική, δηλαδή ότι, απαραιτήτως, πρέπει να εξαλείψει τις επιβιώσεις της φεουδαρχίας και την κυριαρχία του ιμπεριαλισμού. Προς τούτο, η περουβιανή επανάσταση απαραιτήτως είναι δημοκρατική και εθνική. Επιστημονικά μιλώντας, ο χαρακτήρας της περουβιανής επανάστασης πρέπει να είναι μια επανάσταση δημοκρατικο-εθνική: δημοκρατική, καθόσον στρέφεται ενάντια στη φεουδαρχία, προκειμένου να εξαλείψει τις φεουδαρχικές σχέσεις στη χώρα· και εθνική, καθόσον είναι αντιιμπεριαλιστική και στρέφεται προς τη συντριβή της γιάνκικης ιμπεριαλιστικής καταπίεσης. Έτσι, στη σημερινή μισοφεουδαρχική και μισοαποικιακή περουβιανή κοινωνία, αρμόζει μόνο μια επανάσταση δημοκρατικο-εθνική, αντιφεουδαρχική και αντιιμπεριαλιστική.

Ας αναλύσουμε το χαρακτήρα της περουβιανής επανάστασης σε σχέση με τις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες. Έχουμε δύο προβλήματα από τον περασμένο αιώνα, αυτό της γης και το εθνικό. Εντούτοις, ο περασμένος και ο τρέχων αιώνας έχουν μεγάλες διαφορές: τον περασμένο αιώνα δεν υπήρχε ιμπεριαλισμός, σε αυτόν όμως υπάρχει. Επίσης, τον περασμένο αιώνα δεν υπήρχε εργατική τάξη που σε διεθνές επίπεδο να έχει μετατραπεί σε οδηγητή της επανάστασης, ούτε υπήρχε στη χώρα μια ανεπτυγμένη εργατική τάξη. Στον τρέχοντα αιώνα, όμως, έχουμε μια θριαμβεύουσα εργατική τάξη διεθνώς και, στη χώρα, μια εργατική τάξη με μια μακρά ιστορία αγώνων. Αυτές οι διαφορές στο επαναστατικό προτσές της χώρας μας είναι σημαντικότατες.

Τον περασμένο αιώνα και μέχρι τη δεκαετία του ’20 του τρέχοντος, η αστική τάξη στη χώρα μπορούσε να καθοδηγεί το προτσές του μετασχηματισμού, για την επίλυση αυτών των δύο προβλημάτων. Όμως στη χώρα μας, ήδη πριν από τη δεκαετία του ’20, διεξάγονταν μεγάλοι αγώνες, ηρωικοί αγώνες και διαδοχικά ξεσπάσματα αγροτών, κινητοποιήσεις και αγώνες φοιτητικοί και δυναμικές μεγάλες μάχες της εργατικής τάξης· δημιουργήθηκε ένα μεγάλο προτσές πολιτικού αγώνα, κατά τη διάρκεια του οποίου άρχισε να διαδίδεται και να εφαρμόζεται στην πραγματικότητα της χώρας μας η ιδεολογία του προλεταριάτου, και μέσω μιας εξαιρετικής προσωπικότητας: του Χοσέ Κάρλος Μαριάτεγκι, του οποίου το μαχητικό έργο ως ενός σκεπτόμενου και δρώντος ανθρώπου αποτελεί ορόσημο στην ιστορία, με την ίδρυση, το 1928, του κόμματος της εργατικής τάξης του Περού, του Κομμουνιστικού Κόμματος. Έτσι, λοιπόν, αυτή η περίοδος επέφερε μια θεμελιώδη αλλαγή στην επανάστασή μας, με την οποία, η αστική τάξη, σε συνθήκες κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού και ύπαρξης μιας εργατικής τάξης σφυρηλατημένης στον αγώνα, δεν μπορεί πια να ηγηθεί του επαναστατικού προτσές στη χώρα μας: ήδη πια, έχει εμφανιστεί και αναπτυχθεί η εργατική τάξη, η οποία, πέραν της αμφισβήτησης της καθοδήγησης της αστικής τάξης, είναι η μόνη τάξη που είναι συνεπής και ικανή να οδηγήσει την περουβιανή επανάσταση στη νίκη. Από αυτή την άποψη, η αστική επανάσταση στη χώρα έχει δύο περιόδους: 1) η παλιά αστική επανάσταση που μπόρεσε να ολοκληρωθεί ως τις αρχές του αιώνα, υπό αστική καθοδήγηση, 2) η νέα αστική επανάσταση ή δημοκρατικο-εθνική επανάσταση, ή αστική επανάσταση νέου τύπου, υπό την καθοδήγηση του προλεταριάτου, που είναι η μόνη ιστορική προοπτική για τη χώρα. Οι αστοί, για ιστορικούς λόγους, δεν μπόρεσαν να παίξουν το ρόλο που τους αναλογούσε στη χώρα. Όμως, μετά το 1928, εισέρχεται δυναμικά το πολιτικά οργανωμένο προλεταριάτο και αποσπά από την αστική τάξη την ιστορική καθοδήγηση του επαναστατικού προτσές, καθότι είναι η μόνη τάξη που μπορεί να την φέρει σε πέρας. Ως εκ τούτου, η επανάσταση στη χώρα, η εξάλειψη της φεουδαρχίας και της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας, μπορεί να ολοκληρωθεί από το 1928 μόνο με μια επανάσταση δημοκρατικο-εθνική και υπό την καθοδήγηση του προλεταριάτου, της τάξης που, για να εκπληρώσει τον ιστορικό της ρόλο, πρέπει να ενωθεί με την αγροτιά σε μια ισχυρή εργατοαγροτική συμμαχία, γιατί είναι η αγροτιά, ως πλειοψηφούσα, η κύρια δύναμη στο προτσές αυτό, έστω και όχι καθοδηγητική.

Αυτά τα προβλήματα του χαρακτήρα της κοινωνίας και της επανάστασης είναι ζωτικής σημασίας. Για αυτό πρέπει να στεκόμαστε σταθερά στη θέση ότι στη χώρα ή το προλεταριάτο με το κόμμα του θα καθοδηγήσει το κίνημα ή δεν θα έχουμε επανάσταση δημοκρατικό-εθνική, αλλά θα εξαπατώμαστε, άμεσα ή έμμεσα θα υπηρετούμε τους ταξικούς εχθρούς.

Ολοκληρώνοντας αυτό το θέμα, αξίζει να αναφέρουμε ότι υπάρχουν άλλες θέσεις, αντίθετες προς τις προαναφερθείσες που υπογραμμίζουν ότι η θέση ότι η περουβιανή κοινωνία είναι καπιταλιστική είναι σήμερα η πιο επικίνδυνη. Γιατί, αν η χώρα είναι καπιταλιστική, και αν η επανάσταση είναι σοσιαλιστική, τότε το προλεταριάτο, και όχι η αγροτιά, θα είναι η κύρια δύναμη. Αυτή η θέση αλλάζει εκ βάθρων το σημαντικότατο πρόβλημα του δρόμου της επανάστασης: όπως είδαμε, υπάρχουν δύο δρόμοι: 1) αυτός της Επανάστασης του Οκτώβρη, που είναι αυτός της πόλης προς την ύπαιθρο, και τον ακολουθούν οι καπιταλιστικές χώρες μέσω μιας σοσιαλιστικής επανάστασης, ένας δρόμος που τον ακολούθησε η Ρωσία και σήμερα θα χρειαστεί να τον ακολουθήσει, για παράδειγμα, η Γαλλία, και 2) ο δρόμος της κινεζικής επανάστασης, που είναι από την ύπαιθρο προς την πόλη, και τον ακολουθούν οι μισοφεουδαρχικές και μισοαποικιακές ή αποικιακές χώρες, μέσω μιας επανάστασης δημοκρατικο-εθνικής, δρόμος που σήμερα ακολουθεί, μεταξύ άλλων, το Βιετνάμ. Ως εκ τούτου, το αν μια χώρα είναι μισοφεουδαρχική ή καπιταλιστική, δεν είναι μια συζήτηση θεωρητική, γιατί αν σφάλλουμε αναφορικά με το χαρακτήρα της κοινωνίας, θα σφάλλουμε και στο δρόμο της επανάστασης και, συνεπώς, αυτή δεν θα επιτύχει.

Η θέση περί καπιταλιστικού χαρακτήρα της περουβιανής κοινωνίας υποστηριζόταν και υποστηρίζεται από τον τροτσκισμό και συγγενικές προς αυτόν θέσεις. Ωστόσο, τέτοια εκτίμηση αρχίζει να την υποστηρίζει και ο ρεβιζιονισμός, βαθαίνοντας έτσι τη συνθηκολόγησή του προς το καθεστώς.

Ο γραφειοκρατικός καπιταλισμός

Αυτό το πρόβλημα είναι σημαντικό προκειμένου να γίνει κατανοητός ο χαρακτήρας της περουβιανής κοινωνίας. Η έλλειψη κατανόησής του αποτελεί τη ρίζα σοβαρών πολιτικών σφαλμάτων. Τη θέση περί γραφειοκρατικού καπιταλισμού τη συναντάμε στους κλασικούς και στον Μαριάτεγκι, έστω και με άλλη ονομασία.

1)Τι εννοούμε με τον όρο «Γραφειοκρατικός καπιταλισμός»;

Πρόκειται για τον καπιταλισμό που ο ιμπεριαλισμός προωθεί σε μια καθυστερημένη χώρα: τον τύπο του καπιταλισμού, την ειδική μορφή του καπιταλισμού, που μια χώρα ιμπεριαλιστική επιβάλλει σε μια χώρα καθυστερημένη, μισοφεουδαρχική, μισοαποικιακή.

Ας αναλύσουμε αυτό το ιστορικό προτσές.

Πώς αναπτύχθηκε ο καπιταλισμός στα παλιά ευρωπαϊκά έθνη; Ας πάρουμε για παράδειγμα τη Γαλλία: Στα τέλη του 18ου αιώνα, αυτή ήταν μια χώρα φεουδαρχική, είχε 20-22 εκατομμύρια αγρότες, οι εργάτες και οι εργαζόμενοι δεν ξεπερνούσαν τους 600.000 (έτσι, εξάλλου, είναι εφικτό να δει κανείς το φεουδαρχικό χαρακτήρα που είχε)· βασιζόταν στη δουλοπαροικία, στις διάφορες μορφές που αυτή μπορούσε να πάρει. Ωστόσο, στους κόλπους της φεουδαρχίας της Γαλλίας δημιουργήθηκαν νέες παραγωγικές μορφές, βιομηχανικές, καπιταλιστικές. Και μια τάξη, η αστική τάξη, αποκτούσε όλο και περισσότερο δύναμη, όλο και μεγαλύτερη οικονομική ισχύ, ακόμα και πολιτική επιρροή. Ρωτάμε: Η Γαλλία ήταν χώρα υποταγμένη σε κάποια άλλη; Ήταν μια χώρα καταπιεζόμενη; Όχι. Η Γαλλία ήταν μια απολυταρχική μοναρχία που πάλευε με την Αγγλία για την ηγεμονία του κόσμου: επουδενί δεν ήταν καταπιεζόμενη. Οι κοινωνικοοικονομικές και ιστορικές της συνθήκες την έκαναν να αναπτυχθεί κατ’ αυτό τον τρόπο. Σε εκείνη την εποχή, υπήρχε ιμπεριαλισμός; Όχι. Ο ιμπεριαλισμός υπάρχει σε αυτόν τον αιώνα. Αυτό που υπήρχε ήταν χώρες σε καπιταλιστική ανάπτυξη, όπως η Αγγλία, για παράδειγμα. Και η Γαλλία αναπτυσσόταν ανεξάρτητα ως μια καπιταλιστική κοινωνία. Ίδιο δρόμο ακολούθησαν και άλλες χώρες, και όταν έφτασε ο 19ος αιώνας, η Γαλλία, η Αγγλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία κλπ. Ήταν χώρες καπιταλιστικές, ανεξάρτητες και αναπτυγμένες.

Ποια ήταν η κατάσταση των λατινοαμερικανικών εθνών τον 19ο αιώνα; Όταν άρχισε η χειραφέτηση της Αμερικής (1810), τα έθνη της Ευρώπης ήταν ήδη ισχυρά. Αντίθετα, τα λατινοαμερικανικά μόλις προσφάτως άρχιζαν να διαρθρώνουν τον εθνικό τους χαρακτήρα, ένα πρόβλημα που ακόμα δεν έχει τελειώσει. Ακόμα περισσότερο, αυτά τα έθνη, αντί να χειραφετηθούν, περιήλθαν στην κυριαρχία μίας δύναμης, της Αγγλίας. Έτσι, ο καπιταλισμός τους αναπτυσσόταν υπό αγγλική κυριαρχία, ως ένας καπιταλισμός εξαρτώμενος. Υπάρχει, επομένως, μια σημαντική διαφορά, ιστορική, οικονομική και πολιτική σε σύγκριση με το προτσές των ευρωπαϊκών εθνών.

Από την άλλη, οι αστικές τάξεις στην Λατινική Αμερική που αναπτύσσονταν, συνδέονταν όλο και περισσότερο με την κυρίαρχη χώρα. Με τέτοιο τρόπο, μάλιστα, που αυτές οι αδύναμες αστικές τάξεις, αντί να αναπτυχθούν ανεξάρτητα, όπως έκαναν οι ευρωπαϊκές, υπηρετώντας τα εθνικά τους συμφέροντα, αναπτύσσονταν ως αστικές τάξεις υποταγμένες, εξαρτώμενες, παραδομένες ψυχή και σώματι στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις (Αγγλία ή ΗΠΑ), σε βαθμό που να μετατραπούν σε ισχυρές και ανεπτυγμένες μεταπρατικές, μεσάζουσες αστικές τάξεις, όπως δείχνει η ιστορία αυτού του αιώνα.

Αυτός ο τελευταίος δρόμος ήταν που ακολουθήθηκε στο Περού. Όπως είδαμε, στη 2η δεκαετία αυτού του αιώνα, ο γιάνκικος ιμπεριαλισμός αντικατέστησε την αγγλική κυριαρχία. Προς τούτο, οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν τους ενδιάμεσούς τους και κατέκτησαν την κρατική εξουσία. Αυτή είναι η σημασία και ο ρόλος του πραξικοπήματος του 1919, του Λεγκία και της 11ετίας του. Αυτή η περίοδος είναι κλειδί στο εθνικό προτσές. Ο Λεγκία το ’19 έθεσε διάφορα ζητήματα: τη διεκδίκηση των εθνικών πλουτοπαραγωγικών πηγών, την παραχώρηση της γης σε όποιον την καλλιεργεί, τη συμμετοχή του λαού μέσω δημοψηφίσματος και την ανανέωση του κρατικού μηχανισμού. Ο Λεγκία ήταν το άμεσο πολιτικό όργανο των Ηνωμένων Πολιτειών για την προώθηση εκ μέρους τους του εξαρτώμενου γραφειοκρατικού καπιταλισμού στη χώρα, και για τον σκοπό αυτόν προώθησαν τη δική τους μεσάζουσα αστική τάξη, που εκτόπισε από τον κρατικό μηχανισμό την πρόσδεση στην Αγγλία, μέσω μιας ανανέωσης της μεσάζουσας αστικής τάξης που έδωσε μια οξυμένη πάλη ενάντια στη λεγόμενη ολιγαρχία. Από αυτό το προτσές οφείλουμε να συνάγουμε ένα δίδαγμα: μεταξύ άλλων, ότι, προκειμένου να θεωρείται επαναστατικό,  ένα καθεστώς δεν είναι αρκετό να επιτίθεται σε μια ολιγαρχία ή να θέτει το ζήτημα της διεκδίκησης των εθνικών πλουτοπαραγωγικών πηγών ή να κάνει λόγο για απόδοση της γης σε όποιον την καλλιεργεί. Μπορεί κάλλιστα να πρόκειται, όπως τότε ο Λεγκία, για μια ανανέωση της μεσάζουσας αστικής τάξης και για μια ανάπτυξη του γραφειοκρατικού καπιταλισμού.

Έτσι, οι Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν την κυριαρχία τους στη χώρα σιγά-σιγά, εισερχόμενες στην οικονομία μας, αλλάζοντας τις μορφές της σύμφωνα με τις διεθνείς διακυμάνσεις και τον ταξικό συσχετισμό εντός της χώρας. Σε μια περίοδο, ο βορειοαμερικάνικος ιμπεριαλισμός, ως κύριες, χρησιμοποίησε κρατικοκαπιταλιστικές μεθόδους, σε μια άλλη, την ελεύθερη επιχείρηση.  Χάρη σε αυτές, το κράτος παρεμβαίνει άμεσα, πιο πλατιά, στο προτσές της οικονομίας, ωθώντας την, ή, αντίθετα, θέτει σε πρώτο πλάνο το ρόλο του ως προστάτη των ελεύθερων σχέσεων της ιδιωτικής επιχείρησης.

2)Τρεις γραμμές του γραφειοκρατικού καπιταλισμού

Ο γραφειοκρατικός καπιταλισμός αναπτύσσει τρεις γραμμές κατά το προτσές του: μία γραμμή των γαιοκτημόνων στην επαρχία, μία γραφειοκρατική στη βιομηχανία και μία τρίτη, επίσης γραφειοκρατική, στον ιδεολογικό τομέα. Φυσικά, με τον ισχυρισμό αυτό, δεν επιδιώκεται να ειπωθεί ότι αυτές είναι οι μοναδικές.

Όσον αφορά τη γραμμή των γαιοκτημόνων, ο γραφειοκρατικός καπιταλισμός την εισάγει στην επαρχία μέσω νόμων περί γης που απαλλοτριώνουν, όμως δεν στοχεύουν να εξαλείψουν την φεουδαρχική τάξη των γαιοκτημόνων και την περιουσία τους, αλλά να τους αναπτύξουν προοδευτικά, μέσω της αγοραπωλησίας της γης από τους αγρότες. Η γραφειοκρατική γραμμή στη βιομηχανία στοχεύει στον έλεγχο και τη συγκεντροποίηση της βιομηχανικής παραγωγής, του εμπορίου κλπ., θέτοντάς τα όλο και πιο πολύ σε μονοπωλιακά χέρια, με στόχο να επιφέρει μια όλο και πιο γρήγορη και συστηματική συσσώρευση κεφαλαίου, σε βάρος της εργατικής και των άλλων εργαζόμενων τάξεων, φυσικά, και υπέρ των μεγαλύτερων μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού, κατά συνέπεια· σε αυτό το προτσές, έχουν μεγάλη σημασία οι υποχρεωτικές αποταμιεύσεις στις οποίες υποβάλλονται οι εργαζόμενοι, όπως στο νόμο περί βιομηχανίας (σ.parapoda: για λόγους ασφάλισης, ο λεγόμενος «ατομικός κουμπαράς»). Η γραφειοκρατική γραμμή στον ιδεολογικό τομέα συνίσταται στο προτσές για τη διάπλαση όλου του λαού, ιδίως μέσω των ΜΜΕ, σε αντιστοιχία με τις πολιτικές αντιλήψεις και ιδέες, πρωτίστως, που υπηρετούν τον γραφειοκρατικό καπιταλισμό· ο γενικός νόμος για την εκπαίδευση αποτελεί τη γενική έκφραση αυτής της γραμμής. Μια από τις σταθερές αυτής της γραμμής είναι ο αντικομμουνισμός της, ο αντιμαρξισμός της, ανοιχτός ή συγκαλυμμένος.

Αυτές οι τρεις γραμμές αποτελούν μέρος του γραφειοκρατικού δρόμου στον οποίο αντιπαρατίθεται ο ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ, ο επαναστατικός δρόμος του λαού: αν ο πρώτος υπερασπίζεται τη φεουδαρχική ιδιοκτησία, ο δεύτερος θέτει το ζήτημα της εξάλειψής της και αντί για πληρωμή για την απόκτηση γης, αντιτάσσει την δήμευση· αν ο πρώτος αναγνωρίζει και ενισχύει την ιμπεριαλιστική ιδιοκτησία της βιομηχανίας, ο δεύτερος την αρνείται και παλεύει για την δήμευσή της· αν ο πρώτος παλεύει για την ιδεολογική υποταγή του λαού, ο δεύτερος παλεύει για τον ιδεολογικό εξοπλισμό του· και αν ο πρώτος διώκει το μαρξισμό, ο δεύτερος υποστηρίζει ότι πρέπει να καθοδηγούμαστε από τον μαρξισμό, καθώς αυτός αποτελεί το μόνο επιστημονικό όργανο για την κατανόηση της πραγματικότητας. Συνεπώς, αυτοί οι δύο δρόμοι είναι απόλυτα αντιτιθέμενοι. Η ιστορία της χώρας σε αυτόν τον αιώνα είναι η ιστορία της πάλης αυτών των δύο δρόμων: του γραφειοκρατικού δρόμου δηλαδή, του υποταγμένου στον ιμπεριαλισμό καπιταλισμού, και του δημοκρατικού δρόμου, του δρόμου της εργατικής τάξης, της αγροτιάς, της μικροαστικής τάξης και, σε συγκεκριμένες περιστάσεις, της εθνικής αστικής τάξης.

Για να κατανοήσουμε τον γραφειοκρατικό καπιταλισμό, είναι πολύ χρήσιμη η μελέτη και ανάλυση της δεκαετίας του ’60. Κατά τη διάρκειά της, προχώρησε πολύ το προτσές της εξάλειψης της φεουδαρχίας· σε αυτή την περίοδο, δόθηκε ώθηση στη βιομηχανία και τις καπιταλιστικές σχέσεις στη γεωργία. Από την άλλη, αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό η ταξική πάλη: το συνδικαλιστικό, το αγροτικό και το φοιτητικό κίνημα έφτασαν υψηλά επίπεδα. Έτσι, αναπτύχθηκε ένα ισχυρό συνδικαλιστικό κίνημα που, σε μια συγκεκριμένη στιγμή, πήρε ως και τοπικούς άρχοντες ως ομήρους· το αγροτικό κίνημα επίσης έφτασε μεγάλα ύψη. Το δεύτερο εξάμηνο του 1963, σαν σίφουνας εξαπλώθηκε από το κέντρο της χώρας προς το νότο. Αλλά και το φοιτητικό κίνημα σημείωσε αρκετή ανάπτυξη. Συνολικά, η πάλη των μαζών βίωσε μεγάλες εμπειρίες σε αυτή την περίοδο, ήταν ένας πολιτικός αγώνας.

Ομοίως, η κομματική πολιτική σημείωσε μια μεγάλη ανάπτυξη: από τη μια, τα πολιτικά κόμματα της αντίδρασης βρέθηκαν σε μεγάλες δυσκολίες και εισήλθαν σε μια διαπάλη που όξυνε την κρίση της λεγόμενης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας τα έτη 1967-’68: από την άλλη, η αριστερά ανέπτυξε μια σφριγηλή πολιτική δράση, εντός της οποίας διεξήχθη η πάλη ανάμεσα στον μαρξισμό και τον ρεβιζιονισμό, αργότερα για την επαναφορά στο δρόμο του Μαριάτεγκι, η οποία ήταν προϋπόθεση για να αναπτύξει την επανάσταση.

Άλλο γεγονός αρκετά σημαντικό και ανεπαρκώς μελετημένο είναι το πρόβλημα των αντάρτικων αγώνων: το 1965, συμπεριλαμβανομένης αυτής της περιοχής, ξέσπασε αντάρτικο. Το αντάρτικο κίνημα στη χώρα αποτελεί τμήμα του εθνικού προτσές. Αποτελεί ένα πρωταρχικό ζήτημα, που πρέπει να ξεχωρίσουμε, γιατί σεχταριστικά, ενίοτε, γίνεται απόπειρα να θεωρείται πως είναι απλώς μια εμπειρία μιας οργάνωσης και να μην το βλέπουμε ως μια εμπειρία του περουβιανού λαού. Όμως, είναι ένα κίνημα στενά συνδεδεμένο με το πολιτικό προτσές της χώρας, αναπτυγμένο σύμφωνα με αντιλήψεις μικροαστικές· είναι μια μεγάλη εμπειρία που είναι απαραίτητο να αναλυθεί από τη σκοπιά του προλεταριάτου, ώστε να συνάγουμε καρποφόρα διδάγματα.

Είναι αδύνατο να κατανοήσουμε την κατάστασή μας στη δεκαετία του ’70 και την προοπτική της, αν δεν κατανοήσουμε τις συγκεκριμένες συνθήκες της δεκαετίας του ’60. Υπάρχει ένα θετικό πράγμα: τα τελευταία χρόνια, η περουβιανή διανόηση αρχίζει να κατανοεί την ανάγκη μελέτης της δεκαετίας του ’60. Μόνο κατανοώντας αυτή την περίοδο θα είμαστε καλύτερα εξοπλισμένοι ιδεολογικά, ώστε να κατανοήσουμε τη σημερινή κατάσταση.

Το πρόβλημα του γραφειοκρατικού καπιταλισμού είναι σημαντικό, γιατί μας επιτρέπει να κατανοήσουμε ποιος είναι ο κυρίαρχος δρόμος που ο ιμπεριαλισμός επιβάλλει σε μια καθυστερημένη χώρα, σε μια χώρα μισοφεουδαρχική και μισοαποικιακή· κατανοώντας αυτό το πρόβλημα, θα είμαστε εξοπλισμένοι ώστε να καταπολεμήσουμε τη θέση περί καπιταλιστικού χαρακτήρα της χώρας και τις πολιτικές παρεκκλίσεις της.

Για να ολοκληρώσουμε αυτό το θέμα, θα πρέπει να πραγματευτούμε το ακόλουθο: μερικοί υποστηρίζουν ότι το να ισχυρίζεται κανείς ότι υπάρχει γραφειοκρατικός καπιταλισμός στη χώρα σημαίνει αγνόηση του μισοφεουδαρχικού και μισοαποικιακού της χαρακτήρα· λένε ότι αυτό αποτελεί συγκαλυμμένη παραδοχή ότι η χώρα είναι καπιταλιστική. Αυτός ο ισχυρισμός αποτελεί ένα λάθος που αγνοεί τους νόμους της κοινωνικής ανάπτυξης της χώρας μας και των καθυστερημένων χωρών· γιατί, ακριβώς, ο γραφειοκρατικός καπιταλισμός δεν είναι παρά ο δρόμος που ακολουθεί ο ιμπεριαλισμός σε μια χώρα μισοφεουδαρχική και μισοαποικιακή. Χωρίς μια κατάσταση μισοφεουδαρχική και μισοαποικιακή, δεν θα υπήρχε γραφειοκρατικός καπιταλισμός. Έτσι, ο ισχυρισμός περί ύπαρξης γραφειοκρατικού καπιταλισμού σημαίνει ισχυρισμός, ως προϋπόθεση μάλιστα, ότι αφορά μια χώρα μισοφεουδαρχική και μισοαποικιακή.

Η σημερινή κατάσταση της χώρας

Σε ποιες συνθήκες βρίσκεται το σημερινό καθεστώς; Ας ανατρέξουμε στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Τι συνέβαινε τότε; Υπήρχε το πρόβλημα της οικονομίας: υποτίμηση του νομίσματος το 1967, πάγωμα μισθών κλπ., οικονομική κρίση. Από την άλλη, άνοδος των μαζικών αγώνων, δυναμικοί εργατικοί και αγροτικοί αγώνες, φαινόταν ξεκάθαρα ότι άρχιζαν να υπάρχουν χαρακτηριστικά παρόμοια με αυτά στις αρχές της δεκαετίας· ορατή ήταν μια μελλοντική ανάπτυξη του μαζικού κινήματος. Στον πολιτικό τομέα, συγκρούσεις και διασπάσεις μεταξύ και εντός των πολιτικών οργανισμών των κυρίαρχων τάξεων· οι περίφημες διαμάχες ανάμεσα στο κοινοβούλιο και την κυβέρνηση. Επίσης, έρχονταν οι εκλογές, μια συγκυρία που συντελούσε στο να ξεκαθαρίσουν πολλά προβλήματα της χώρας· όμως και τα ίδια τα αντιμαχόμενα κόμματα, στην προσπάθειά τους να αποσπάσουν ψήφους, έξυναν παλιές πληγές. Ιδεολογικά, η χώρα μας βίωνε μια βαθιά διαπάλη ιδεών και αποσαφηνίστηκε αρκετά καλά αυτό που είναι ο μαρξισμός και αυτό που είναι ο ρεβιζιονισμός· ακόμα περισσότερο, άρχιζε να υιοθετείται εκ νέου ο δρόμος του Μαριάτεγκι, να εφαρμόζεται ο μαρξισμός στις συγκεκριμένες συνθήκες της χώρας.

Πέραν των προαναφερθέντων, πρέπει να ξεχωρίσουμε δύο καταστάσεις:

1)Η οικονομική κατάσταση της χώρας. Η ανάπτυξη του γραφειοκρατικού καπιταλισμού δεν μπορούσε πια να αναπτύσσεται με την παλιά μορφή, βοούσε η ανάγκη για εμβάθυνσή του. Χρειαζόταν να μεγαλώσει το πλάτος της σιδηροδρομικής γραμμής, ώστε να προχωρήσει αυτό το προτσές με την μορφή του ιμπεριαλισμού· γιατί με τις προηγούμενες μορφές, το προχώρημα δεν ήταν εφικτό. Μην ξεχνάμε ότι εδώ και πολλά χρόνια συζητιόταν το αγροτικό ζήτημα, ενώ επίσης είχαμε και νόμους περί γης: το σχέδιο Μπελτράν, τους νόμους του Πέρες Γκοντόι και του Μπελαούντε (σ.parapoda: πρόεδρος του Περού μεταξύ 1963-1968. Το σχέδιό του περιέλαβε διάφορα αναπτυξιακά έργα – οδικά, αρδευτικά, υδροηλεκτρικά –, την εγκαθίδρυση εθνικής τράπεζας, νοσοκομεία, στέγη για δεκάδες χιλιάδες, ακόμα και διευθέτηση της διαφοράς με την Στάνταρντ Όιλ, αν και με αποζημίωση για την ανάκτηση μιας πετρελαιοπηγής, κάτι που οδήγησε σε παραίτησή του). Άλλο ζήτημα: στο βιομηχανικό ζήτημα, ο νόμος της δεύτερης κυβέρνησης του Πράντο (σ.parapoda: 1956-1962) ήδη ήταν ανεπαρκής και ξανατιθόταν η ανάγκη να έχουμε βιομηχανικά πάρκα, να δοθεί προτεραιότητα στο ρόλο του κράτους, στο σχεδιασμό κλπ.: έτσι είχαμε το σχέδιο Μπελαούντε από το 1967 ως το 1970 που ανέδειξε ακόμα περισσότερο την ανάγκη να αλλάξει η κοινωνική κατάσταση της χώρας για την οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας, εθνικής, δημοκρατικής, χριστιανικής. Συμπερασματικά, το προτσές του γραφειοκρατικού καπιταλισμού χρειαζόταν εμβάθυνση.

2)Στη χώρα υπήρχε η λεγόμενη αντιπροσωπευτική δημοκρατία, όμως ο κοινοβουλευτισμός δεν ικανοποιούσε τις ανάγκες των εκμεταλλευτών: οι λαϊκές μάζες προχωρούσαν με σχετική ευκολία βάζοντας σε δυσκολία, έστω και παροδικά, τις εκμεταλλεύτριες τάξεις. Χρειάζονταν, λοιπόν, οι τελευταίες να αντικατασταθεί η αντιπροσωπευτική μέθοδος, ο κοινοβουλευτισμός. Ήταν αυτό μία τυπική περίπτωση που υπήρχε μόνο στη χώρα; Όχι. Η δεκαετία του ’60, ανέδειξε στη Λατινική Αμερική την ευθραυστότητα του λεγόμενου καθεστώτος της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, ανέδειξε την κρίση του κοινοβουλευτισμού και, τελικά, την ανάγκη αντικατάστασής του από κρατικές μεθόδους πιο αποτελεσματικές για την αντίδραση.

Εν ολίγοις, η οικονομική ανάγκη εμβάθυνσης του γραφειοκρατικού καπιταλισμού και η ευθραυστότητα του κοινοβουλευτισμού στις προαναφερθείσες συνθήκες, έθεσε στις εκμεταλλεύτριες τάξεις και τον ιμπεριαλισμό την ανάγκη για ένα νέο πολιτικό πλαίσιο στη χώρα. Έτσι, το σημερινό καθεστώς προέκυψε από την οικονομική, κοινωνική και πολιτική ανάγκη εμβάθυνσης του γραφειοκρατικού καπιταλισμού.

Υπάρχει σήμερα ένα οικονομικό-κοινωνικό σχέδιο για το οποίο λίγο γίνεται λόγος. Συνοπτικά, αυτό αναδεικνύει την ανάγκη προώθησης του γραφειοκρατικού καπιταλισμού μέσω των προσπαθειών των εργατών και των αγροτών, με τους πρώτους να τις καταβάλλουν με τον νόμο περί βιομηχανίας και τους δεύτερους με το νόμο περί γης. Ακολούθως, θέτει επί τάπητος την άμεση και πρωταρχική δράση του κράτους ώστε να δημιουργηθούν οι συνθήκες για επενδύσεις από το ιδιωτικό κεφάλαιο· καθώς η χρηματοδότηση απαραιτήτως πρέπει να προέρχεται από τον ιμπεριαλισμό, όμως αυτή είναι ανεπαρκής, η κύρια χρηματοδότηση πρέπει να προέρχεται από ίδιους πόρους. Αυτό το σχέδιο αναδεικνύει ξεκάθαρα τη σύνδεσή του με το προτσές του γραφειοκρατικού καπιταλισμού της χώρας· αυτό το σχέδιο ξεκάθαρα συνδέεται με εκείνο του Μπελαούντε και με όλο το σύστημα του γραφειοκρατικού καπιταλισμού της χώρας.

Πολύ οικείο στο οικονομικό σχέδιο και την κοινωνική κινητοποίηση είναι ένα άλλο σχέδιο που δεν είναι πολύ ξεκάθαρο. Το καθεστώς, έχοντας κατοχυρώσει τα βασικά του μέσα (το αγροτικό, το βιομηχανικό και το εκπαιδευτικό) πέρασε σε ένα στάδιο οργανωτικό. Σήμερα και στο άμεσο μέλλον βρισκόμαστε μέσα σε ένα πλαίσιο οργάνωσης, κινητοποίησης και συμμετοχής που το καθεστώς προωθεί. Την κοινωνική κινητοποίηση πρέπει να την κατανοούμε ως συνδεδεμένη με το οικονομικό προτσές. Η ίδια η κυβέρνηση λέει ότι, χωρίς την κοινωνική κινητοποίηση, δεν θα μπορεί να εκπληρωθεί το οικονομικοκοινωνικό της σχέδιο. Έτσι, θέτει το ζήτημα η κοινωνική κινητοποίηση να έχει ένα στήριγμα, τη συμμετοχή στην ιδιοκτησία. Εσχάτως, οι εκπρόσωποι του καθεστώτος κάνουν λόγο για κοινωνική ιδιοκτησία. Σε τι, όμως, χρησιμεύει αυτή; Χρησιμεύει, μετά το δέλεαρ της συμμετοχής στην ιδιοκτησία, στην κινητοποίηση των μαζών προς όφελος του γραφειοκρατικού καπιταλισμού. Προς τούτο, το θεμέλιο της κοινωνικής κινητοποίησης αποτελεί η κοινωνική συμμετοχή.

Σε τι χρησιμεύει η κοινωνική κινητοποίηση; Αυτή αποτελεί ένα πολιτικό εργαλείο στα χέρια του καθεστώτος για να προωθήσει τις αντιλήψεις του και να ανοίξει ένα δρόμο ούτε καπιταλιστικό, ούτε κομμουνιστικό. Αυτό γίνεται για να διαδώσει τις ιδέες του. Και με τη διάδοση των ιδεών τους, επιδιώκει να αποτρέψει τις μάζες να υιοθετήσουν ξένες, εξωτερικές ιδέες, ιδέες στις οποίες αναφέρεται ο μαρξισμός. Αυτό το ιδεολογικό προτσές λαμβάνει χώρα για να αποφευχθεί οι μάζες να καταλάβουν τον μαρξισμό και να αποσπαστούν από το γραφειοκρατικό δρόμο. Ομοίως, η κινητοποίηση αποτελεί ένα μέσο οργάνωσης – μέσω των τρόπων ιδιοκτησίας – των μαζών και το καναλιζάρισμά τους σε μια κάθετη διοίκηση. Έτσι εννοούν την κοινωνική κινητοποίηση. Αποτελεί έναν θεμέλιο λίθο για το σύστημα προς εξυπηρέτηση του οικονομικού και πολιτικού του σχεδίου. Ένας από τους λόγους για τους οποίους το οικονομικό σχέδιο δεν προχωρά, όπως ήλπιζαν, είναι η έλλειψη της λεγόμενης κοινωνικής κινητοποίησης υπέρ αυτού.

Από τα παραπάνω, συνάγεται ότι η σημερινή πολιτική κατάσταση της χώρας επικεντρώνεται στο πρόβλημα της κινητοποίησης των μαζών. Οδεύουμε προς μια συγκυρία που έχει να κάνει με το ποιος και πώς κινητοποιεί τις μάζες. Η κυβέρνηση επιδιώκει να τις κινητοποιεί σύμφωνα την αντίληψή της: τα ίδια τα γεγονότα το αποδεικνύουν. Το καθεστώς στοχεύει να οργανώσει τις αγροτικές μάζες – και σε αυτό χρησιμεύει ο νόμος 19400, επιδιώκει να οργανώσει τους εργάτες σύμφωνα με τη λεγόμενη CTRP (σ.parapoda: Συνομοσπονδία Εργατών της Περουβιανής Επανάστασης, κορπορατιστική τριτοβάθμια οργάνωση του στρατιωτικού καθεστώτος που ιδρύθηκε το 1973, με τη στήριξη του ρεβιζιονιστικού ΚΚΠ). Εθνικιστές, συμμετοχικοί επαναστάτες. Στους κόλπους των φοιτητών δημιουργούνταν οργανώσεις τη μια μέρα και την επομένη εξαφανίζονταν. Όλα αυτά σημαίνουν απόπειρα οργάνωσης των εργατικών, αγροτικών και φοιτητικών μαζών, κάτι που αποκαλύπτει ότι η αναμέτρηση δίνεται και στο οργανωτικό επίπεδο.

Ωστόσο, παρ’ όλη την προπαγάνδα και τις προσπάθειες του καθεστώτος και των ακολούθων τους, η πάλη των μαζών είναι ζωντανή και αναπτύσσεται. Για ποιο λόγο; Γιατί οι συνθήκες ζωής των μαζών επιδεινώνονται ως συνέπεια του ίδιου του συστήματος. Προς τούτο, όσο και να φωνάζουν ότι είναι η άκρα αριστερά που κινητοποιεί τις μάζες και τις κάνει να διαμαρτύρονται, το βέβαιο είναι ότι οι μάζες κινητοποιούνται για τα συμφέροντά τους και, όσο περισσότερο είναι πιο συνειδητές, τόσο περισσότερο τα υπερασπίζονται. Συνοψίζοντας, οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες οδηγούν σε μια όξυνση της πάλης των μαζών. Και το οργανωτικό ζήτημα αντιμετωπίζει μεγάλες δυσκολίες μπροστά στην οργανωτική επίθεση του καθεστώτος, καθώς το ίδιο, ανίκανο να επιβάλει τον πλήρη έλεγχό του, θα υποχρεωθεί να επιδοθεί περισσότερο στη συστηματική καταπίεση (ενδείξεις για αυτό έχουμε διάφορες και πολύ διδακτικές).

Συμπερασματικά: η ιδεολογία και η πολιτική του καθεστώτος, συμπεριλαμβανομένης της οργανωτικής, εκφράζει έναν χαρακτήρα φασιστικό. Τα μέσα του καθεστώτος, όσα εκφράζουν οι ηγέτες τους, ο τρόπος με τον οποίο οργανώνει, οι εκφράσεις του έναντι του αντιπροσωπευτικού καθεστώτος, ο τρόπος αντιμετώπισης των ελευθεριών των πολιτών, δεν αποδεικνύουν παρά ένα πράγμα: την εγκατάλειψη του φιλελεύθερου δημοκρατικού και αντιπροσωπευτικού συστήματος και την προσχώρηση στο φασισμό. Ο ίδιος ο επικεφαλής του SINAMOS (σ.parapoda: Εθνικό Σύστημα Στήριξης της Κοινωνικής Κινητοποίησης, κρατικός οργανισμός του καθεστώτος που ιδρύθηκε το 1971 και λειτούργησε ως κόμμα του καθεστώτος, παρά τον αντικομματικό λόγο του τελευταίου) που έχει μια περίοδο προεπαναστατική και όλα τα πολιτικά καθεστώτα και οργανώσεις έχουν ξεπεραστεί στις νέες κοινωνικές συνθήκες.

Από την άλλη, τα μέτρα που εφαρμόζονται στον πολιτικό, τον οικονομικό και τον οργανωτικό τομέα αποδεικνύουν σε αξιόπιστο βαθμό ότι αποτελούν βάσεις ενός συστήματος ΚΟΡΠΟΡΑΤΙΣΤΙΚΟΥ. Η ουσία αυτού του ζητήματος είναι οι οργανώσεις σε διάφορα επίπεδα στα οποία πρέπει να συμμετέχουν αφεντικά, εργαζόμενοι και κράτος. Τρία τμήματα στις οργανώσεις: αυτό ορίζεται ως κορπορατισμός ήδη από τον περασμένο αιώνα. Έτσι το διατύπωσαν όσοι υποστήριξαν τον κορπορατισμό τη δεκαετία του ’20 και έτσι το υποστηρίζουν σήμερα στην Ισπανία και την Πορτογαλία.

Κατ’ αυτό τον τρόπο, το σημερινό καθεστώς είναι ένα σύστημα που έχει έναν ιδεολογικό προσανατολισμό φασίζοντα και αυτό στηρίζεται σε βάσεις ενός συστήματος ΚΟΡΠΟΡΑΤΙΣΤΙΚΟΥ.

Θα πει κάποιος ότι υπάρχουν και άλλες θέσεις. Σίγουρα. Υπάρχουν θέσεις που υποστηρίζουν ότι αυτό δεν είναι βέβαιο. Υποστηρίζουν κάποιοι ότι έχουμε να κάνουμε με ένα αστικό επαναστατικό καθεστώς που ολοκληρώνει μια φάση της επανάστασης. Αν θυμηθούμε, όμως, όσα έχουμε ζήσει, αυτός είναι ένας ισχυρισμός αβάσιμος πολιτικά, ιδεολογικά και οικονομικά. Μια άλλη θέση υποστηρίζει ότι το καθεστώς είναι αστικό ρεφορμιστικό, ότι εφαρμόζει μεταρρυθμίσεις. Τι είναι, ωστόσο, μεταρρύθμιση; Μεταρρύθμιση είναι μία παραχώρηση που αποσπά ο λαός με τους αγώνες του, ή είναι υποπροϊόν της επανάστασης, όπως θα έλεγε ο Λένιν. Είναι, όμως, άραγε, παραχωρήσεις στο λαό οι νόμοι περί γης, βιομηχανίας και παιδείας; Αυτό και μόνο θα αρκούσε για να δει κανείς την ασυνέπεια τέτοιων θέσεων.

Εν κατακλείδι, όταν χειραφετηθήκαμε είχαμε δύο προβλήματα: αυτό της γης και το εθνικό, το πρόβλημα της φεουδαρχίας και το πρόβλημα της κυριαρχίας από μια ξένη δύναμη. Έχουν περάσει πολλά χρόνια, η κοινωνία μας έχει προχωρήσει. Ο λαός σήμερα, δεν είναι ο λαός του χτες. Θεωρούμε, όμως, ότι σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, εξακολουθούμε να έχουμε δύο προβλήματα: αυτό της γης και το εθνικό. Εξού και το προτσές του μετασχηματισμού στη χώρα μας, με την επιστημονική του ονομασία, συνεχίζει να είναι μια ΕΘΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ και αυτή μόνο το προλεταριάτο μπορεί να την καθοδηγεί.

Μετάφραση από τα ισπανικά parapoda. Ο τίτλος ελαφρώς παραλλαγμένος σε σχέση με τον αρχικό (La problematica nacional). Το κείμενο στα ισπανικά εδώ.

Tagged:

2 thoughts on “Αμπιμαέλ Γκουσμάν (Γκονζάλο): Τα προβλήματα του έθνους

  1. […] Αμπιμαέλ Γκουσμάν (Γκονζάλο): Τα προβλήματα του έθνους […]

  2. […] Προτείνουμε για ανάγνωση: Αμπιμαέλ Γκουσμάν (Γκονζάλο): τα προβλήματα του έθνους […]

Σχολιάστε